Βιογραφικό
Παιδική ζωή, Λύκειο
Ο τρυποξύλης
«Ο τρυποξύλης», θα ήταν ο χαρακτηρισμός που θα επέλεγα απ΄ όσα προσωνύμια μου πρόσαψαν στα παιδικά μου χρόνια … Και πρόσθεταν «με το κεφάλι ορθό σαν την οχιά να αφουγκραστεί και να ξέρει τα πάντα».
Γι΄αυτό και στις αμέτρητες δύσκολες στιγμές της ζωής μου νοσταλγώ πολύ τον δικόν μου πιτσιρικά. Την ελευθερία του, που εκδηλώνονταν στις απεριόριστες δυνατότητες ύπαρξης, απαλλαγμένο από φόβους, διλήμματα, δισταγμούς, περιορισμούς, εξαναγκασμούς…. Νοσταλγώ την σπαρτιάτικη ζωή του, όταν τα φρούτα όπου κι αν ήταν, σε όποιον κήπο, αποτελούσαν τη βασική διατροφή. Όπου οι παιδικές επιθυμίες συγκατοικούσαν τόσο απλά με την πραγματικότητα και οι ενέργειες δεν γνώριζαν εξάντληση. Πιστεύω, κατά την ψυχανάλυση του Φρόυντ, ότι αποτελεί τη συνιστώσα, που δίνει δυναμικά το παρόν σε κάθε στάδιο της ζωής, σε κάθε σταυροδρόμι της.
Οι γονείς μου
«H ενοχή» προς τη μάνα μου….
Δεν πήγα νηπιαγωγείο. Μεγάλωσα στους δρόμους, στα αγκάρια του καπνού, στα χωράφια.
Αλλά ήμουν και κοντά στη μάνα μου, που κουβαλούσε μαζί της έναν θαυμαστό μαγικό κόσμο: Παραμύθια, μύθους με ξωτικές και νεράιδες, ιστορίες, ξόρκια, δεισιδαιμονίες, μεταφυσικές ιδιότητες, τραγούδια, συναξάρια αγίων, απόλυτη αφοσίωση στη θρησκεία, την χριστιανική πίστη και τον Ελληνισμό.
Πολλά αποσπάσματα από τον «Ύμνο εις την ελευθερία» τα γνώριζα από μικρό παιδί, ως δημοτικά τραγούδια, ενώ οι ιστορίες και τα τραγούδια της κλεφτουριάς, άσωτα. Από τη μάνα μου γνώρισα την Ιλιάδα και την Οδύσσεια, τόσο που στο πανεπιστήμιο, ανταγωνιζόμουν τους καθηγητές.
Νιώθω όμως και ένοχος προς την μάνα μου! Έπρεπε να μην είναι αναμεσά μας για να καταλάβω πόσο σημαντική ήταν, πόσο θα μου έλειπε και πόσο κόπος θα χρειάζονταν για να αναζητήσω και ερμηνεύσω τον κόσμο της. Ίσως να φταίει η διαφορά των γενεών. Ίσως το γεγονός ότι από τα δεκατέσσερά μου άρχισε η σταδιακή και ανεπιστρεπτί απομάκρυνση από τους γονείς μου.
Η μάνα μου, μεγάλωσε σε σπίτι που οι τρεις από τους τέσσερις τοίχους ήταν γεμάτες με «πετσωμένα, χοντρά» βιβλία, αλλά δεν πάει σχολείο. Γνώριζε όμως τόσα πολλά για την ιστορία του Ελληνισμού και του τόπου μας, τόσα για τα ελληνικά γράμματα, τη φιλοσοφία και τη θρησκεία… και είχε τη δική της άποψη, η οποία δυστυχώς επιβεβαιώθηκε όσον αφορά τη μοίρα του τόπου μας. Μεγάλωσε σε ένα σπίτι που μετρούσαν τα φλουριά στο ταψί, αλλά έμεινε πάμφτωχη… Το σπίτι της το έκαψαν τρεις φορές οι γερμανομπαλίστες και τον μοναχικό αδερφό, που από τα δεκαπέντε του ξάπλωνε να κοιμηθεί σε μαξιλάρι γεμισμένο με χειροβομβίδες… τον σκότωσαν στα δεκαέξι του στο μακελειό της Γλύνας.
Η πίστη στο θεό, όπως και η Πατρίδα, και ο Ελληνισμός, είχαν αμετάβλητα, αλλά άπειρα όρια στην καρδιά και στην ψυχή της. Η βαθιά της πίστη της επέτρεπε να επικοινωνεί με αγίους και το Θείο σε μια μεταφυσική επίσης διάσταση που της επέτρεπε να προστατεύει τους οικείους της και όποιον αγαπούσε. Δεν ήταν απλώς «τηλεπάθεια». Θέλω να πιστεύω ότι ήταν ο ρόλος του μεσολαβητή που της έταξε η πίστη της ανάμεσα στο Θείο και τα αγαπημένα της πρόσωπα. Ως ανταμοιβή για τη δική της αφοσίωση. Ως η ουσία της πίστης προς το Θεό… Διέθετε πολύ δύναμη, αλλά δεν έκανε ποτέ κακό! Έζησα μαζί της, …και συνεχίζω να ζω, δεκάδες τέτοιες περιπτώσεις. Και κατάλαβα ότι για να το βιώσεις αυτό δεν αρκεί να είσαι απλώς ένας παθητικός δέκτης….ή παθητική οντότητα.
Το δικό της εικόνισμα δεν έσβησε ποτέ, όπως και η ελπίδα της ότι οι εκκλησίες θα ξαναλειτουργήσουν. Δίπλα του και ο θαυματουργός σταυρός, τον οποίο άγιοι της υπόδειξαν που να πάει να τον πάρει στα χαλάσματα του ναού στο χωριό «για να σώσει κόσμο». Και είχαν περάσει χρόνια από τότε που είχε απαγορευθεί με νόμο η θρησκεία και είχαν γκρεμιστεί οι ναοί. Εκεί δίπλα το κύπελο για το νερό του σταυρού και μια τούφα στεγνού βασιλικού.
Αυτό της έδινε τη δύναμη και τη σωφροσύνη να συμβουλεύει δεκάδες ανθρώπους, κυρίως νέες γυναίκες για να αντιμετωπίσουν τα δύσκολα προβλήματα στη ζωή και την οικογένειά τους…
Μεγάλωσε πέντε παιδιά, τέσσερα αγόρια και ένα κορίτσι. Εγώ ήμουν ο τέταρτος. Μας μεγάλωσε με τρίματα, παρά το γεγονός ότι είχε έρθει νύφη σε ένα από τα πλουσιότερα σπίτια στη Βόδριστα. Τα φαγητά της, με χόρτα, με μυρωδικά, ανθούς, σαλιγκάρια, μανιτάρια, όσπρια, «καλόγριες», με περίεργους συνδυασμούς γεύσεων και τροφών, ακυρώνουν σήμερα τις καλύτερες συνταγές για υγιή διατροφή.
Τα γιατροσόφια της γνωστά στην ευρύτερη περιοχή.
Πέθανε τη μέρα που είχε τάξει. Την Μεγάλη Παρασκευή του Πάσχα του 2005, στα 83 της. Στη Μητρόπολη μου είπαν ότι λόγω της ημέρας δεν υπήρχαν ιερείς για να την κηδέψουν. Αλλά κατά περίεργο τρόπο ήρθαν δύο. Ο πατήρ Νικηφόρος, που έζησε δίπλα στον θαυμαστό υμνογράφο μας τον Μικραγιαννανίτη (Γκρέκα) από τη Δρόβιανη, μου είπε ότι δεν μπορούσε να μη έρθει έστω και χωρίς άδεια. Έβγαλε και λόγο και ζήτησε λόγο και από μένα γιατί όπως μου είπε η μάνα μου ήταν μια άγια γυναίκα…!!!
Σε μένα εναποθήκευσε την δική της ανεκπλήρωτη επιθυμία. Να μάθω γράμματα! Δεν ξέρω αν εκπλήρωσα την επιθυμία της, αλλά νιώθω απέναντί της μειονεκτικός, υπόχρεος και, όπως ανέφερα, ένοχος. Απ΄αυτόν τον δικό της κόσμο, παρά το πόσο αντάξιος είμαι, δεν απαλλάχτηκα ποτέ. Με ακολουθεί σε κάθε βήμα της ζωής μου. Απλώς, προσπαθώ να ανταποκριθώ. Να είναι ταυτόχρονα συστηματοποιημένος και ερμηνευμένος….
Ο πατέρας μου
Ήταν ένας ακούραστος άνθρωπος, αγαπητός και εργατικός, ανεχτικός και νευρικός, με επιμονή και υπομονή, σιωπηλός και ειλικρινής, σκληρός και πονετικός. Καλόπιστος και έτοιμος να δώσει τα πάντα σε όποιον είχε ανάγκη. Δεν έδειχνε να χαίρονταν ποτέ, ακόμα και στις σημαντικές χαρούμενες στιγμές της οικογένειας. Ούτε όταν πονούσε μπορούσες να καταλάβεις κάτι. Μέρα νύχτα με το κόκκινο μουλάρι, τον φίλο της οικογένειας, γύριζε παντού, να φέρει κάτι για το σπίτι του, την οικογένειά του.
Από τα μέλη της οικογένειας, με όρισε από μικρό σύμβουλό του. Θυμούμαι, ήμουν 9 χρονών όταν δεν έλαβε υπόψη την επιμονή των αδερφών μου, πολύ μεγαλύτεροι από μένα, για να αγοράζαμε ραδιόφωνο (1967), αλλά αποφάσισε να το αγοράσει, αφού ρώτησε εμένα. Μόνο εμένα εμπιστεύονταν όταν μετρούσαμε τα χρήματα του σπιτιού και το μέρος που τα έκρυβε. Είχε αποφασίσει να μου αφήσει το κοστούμι του γάμου του. Δεν μπορεί να φανταστεί κανείς πόσο λυπήθηκε όταν κάποια στιγμή άνοιξε το παλιό σεντούκι να μου το δείξει και είδαμε ότι το είχε τρυπήσει παντού ο κόπιτσας.
Είδα τον βαθύ κλονισμό του πατέρα μου όταν εγώ δυσκολευόμουν να πάω πανεπιστήμιο. Μου χρέωναν την κακή του βιογραφία. Αναφέρονταν, χωρίς στοιχεία, σε 6 μήνες φυλάκισή του μετά το στρατιωτικό για δήθεν υπεξαίρεση στρατιωτικών ρούχων. Πολύ αργά έμαθα την αλήθεια. Όταν ήταν στην τελευταία ευθεία της ζωής του, στα 64 χρόνια. Συμπατριώτης μας είχε σκαρώσει επιστολή δήθεν από τον μεγάλο του αδερφό που τον παρότρυνε για να δραπετεύσει από το στρατό και τη χώρα, προς Ελλάδα. Ο πατέρας μου δεν δέχτηκε ποτέ να υπογράψει ότι υπήρχε πραγματικά μια τέτοια επιστολή. Η σκεμποκεφαλιά τον έσωσε από τη δίκη, αλλά τους έξι μήνες σκληρής ανάκρισης τους πλήρωσε με ακριβό τίμημα. Λόγω αυτών των κακουχιών η ζωή του θα τελείωνε τόσο γρήγορα και ας την αγαπούσε τόσο πολύ!!! Απεβίωσε στις 16 Δεκεμβρίου 1986.
Οι οικογένειά μου.
Η Ελβίρα. Δύσκολο να την περιγράψεις, όπως τη ζεις. Χωρίς καμιά κακία στην ψυχή. Ό τι αγαπάει, το αγαπάει. Έτοιμη για κάθε θυσία. Γεμάτη ενέργεια, απλή και χωρίς αξιώσεις, ζήλιες, αλλά σκληρή σε κάθε αδικία, Συζούν μέσα της η ευελιξία και ο ανενδοτισμός. Δικαιολογημένα της πρέπει σεβασμός, αναγνώριση και αγάπη. Η μοναξιά τη σκοτώνει. Η φύση και τα ζώα η μεγάλη της αγάπη.
Ο γάμος μου με την Ελβίρα κόρη του γνωστού δάσκαλου Γρηγόρη Δρόσου, ο οποίος το 1974 προσπάθησε να γιορτάσει τα 200 χρόνια του ελληνικού σχολείου στη Δρόβιανη, (όταν το πρώτο αλβανικό δεν είχε συμπληρώσει τα 100) και τη Κλειώς, (από την μεγάλη οικογένεια πολεμιστών για το έθνος, των Γκουβελαίων), δεν επήλθε ως εκπλήρωση της επιθυμίας του πατέρα μου. (Λίγο πριν πεθάνει είχε πει σε έναν ξάδερφό του ότι ήθελε να με έβλεπε παντρεμένο κι μετά ας πέθαινε.) Περισσότερο ήταν θέμα ηλικίας, (είχα συμπληρώσει τα 28, σχετικά μεγάλη ηλικία τότε για γάμο και για τα αγόρια). Ταυτόχρονα είχα εκπληρώσει το στόχο για την επαγγελματική μου αποκατάσταση. (Ήμουν πλέον καταξιωμένος δημοσιογράφος και μεταρρυθμιστής στην ελληνική εκπομπή του Ραδιοφωνικού Σταθμού Αργυροκάστρου.
Την Ελβίρα την πρωτοείδα στη σχολή της για γυμνάστρια. Ήταν ένα χειμωνιάτικο σούρουπο. Μιλούσε όλο ζωντάνια ελληνικά μέσα στα Τίρανα, Η εμφάνισή της επέσυρε επίσης την προσοχή. Ρώτησα να μάθω περισσότερα, μα το περιβάλλον μου δεν γνώριζε κάτι άλλο εκτός από το ότι ήταν από τα χωριά του Δελβίνου.
Μήνες αργότερα ο δρόμος με έβγαλε στο σπίτι της, στη Δρόβιανη, αλλά ο πατέρας της, στην συνέντευξη μαζί μου, δεν μου είπε πολλά για την κόρη του. Πλησίασα να δω τη φωτογραφία της Ελβίρας τοποθετημένη σε ένα σύνθετο, όπου ήταν μαζί ένα μήλο και ένα πορτοκάλι. Η μάνα της πήρε και μου έδωσε το μήλο διότι πίστεψε ότι κοιτούσα τα σπάνια για την εποχή μας φρούτα.
Μετά πήγα να τη βρω εκεί που εργάζονταν, στο Θεολόγο. Ένας φίλος μου είπε ότι δε θα μπορέσω να την πλησιάσω. «Είναι αγριοκάτσικο και θα σε προσβάλλει…»…Έφυγα και έστειλα επανειλημμένο μήνυμα στην οικογένειά της. Ο πατέρας της ζήτησε να με δει. Πήγα και του είπα, ότι εγώ τον έχω κλείσει το φάκελό της κόρης σας, δλδ είμαι αποφασισμένος. Εσείς κάνετε ό τι θέλετε! Την επόμενη θα συναντιόμουν με την Ελβίρα, αλλά εκείνη ήρθε φορεμένη όπως, όπως και δεν έμεινε να μιλήσουμε. Της είχα φανεί «Γερμανός»!
Ο πατέρας της ήρθε στο Αργυρόκαστρο. Ήταν Καλοκαίρι του 1987. Όταν βγήκα να τον συναντήσω φορούσα χωρίς να τα δέσω κάτι σάνταλα στη μόδα τότε. Και τα ρούχα που φορούσα δεν ταίριαζαν, ούτε με τη θέση που είχα, ούτε με την εποχή, δλδ την κομμουνιστική. Καθίσαμε στο τουριστικό καφενείο της πόλης να πιούμε κάτι. Του έτρεμαν τα χέρια από πάθηση, αλλά εγώ νόμισα ότι είχε αρνητική απάντηση. Είχα λαθέψει!
Στο σπίτι μου μίλησα για την υπόθεση μια βδομάδα πριν πατήσουμε τα σπίτια, τέλη Αυγούστου 1987. Ο μεγάλος αδερφός ως συνήθως, είχε αντιρρήσεις. Ήθελε, πριν εγώ πάρω την απόφαση να ενημέρωνα και να υπήρχε η οικογενειακή συγκατάθεση. Του απάντησα κοντολογίς. «Εγώ θα παντρευτώ!» Τέθηκε και το θέμα του οικογενειακού πένθους (Δεν είχε συμπληρωθεί χρόνος από τον θάνατο του πατέρα) και είχα ξανά κοφτή απάντησή. «Ήταν δική του επιθυμία. Το πένθος δεν σχετίζεται με το θέμα αυτό!»
Αμέσως μετά την παραδοσιακή επισημοποίηση του αρραβώνα ζήτησα να γίνει ο πολιτικός μας γάμος. Έπρεπε να έπιανα σειρά στη διεκδίκηση κατοικίας στο δήμο Αργυροκάστρου. Οι γονείς της Ελβίρας δίσταζαν. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν τη σκοπιμότητα. Επίσης, εγώ δε φορούσα τη βέρα των αρραβώνων και αυτό ήταν ύποπτο για εκείνους. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν ότι ήταν δύσκολο για μένα να φορούσα τη βέρα της Ελβίρας, όταν ακόμα δεν είχα καταφέρει να εξασφαλίσω το χρυσό για τη βέρα μου για εκείνη. (Μου το εξασφάλισε η αδερφή από την κουνιάδα της, παντρεμένη σε πλούσιο σπίτι στο Λιμπόχοβο.)
Ο γάμος έγινε ένα περίπου χρόνο μετά, στις 24 Ιουλίου 1988. Εμείς λόγω πένθους δε κάναμε παραδοσιακό γάμο με βιολιά και πολλούς καλεσμένους. Κάναμε απλώς ένα οικογενειακό τραπέζι. Και για το τραπέζι όμως χρειάζονταν τρέξιμο να βρούμε τα απαραίτητα. Κρέας, σαλάμι, αυγά, τυρί, ποτά. Υπήρχε μεγάλη κρίση. Το Σάββατο του γάμου ήμουν Αργυρόκαστρο για να πάρω λίγα κιλά σαλάμι και τυρί που είχα βρει με μεγάλες προσπάθειες. Δεν υπήρχε όμως μέσο επιστροφής και ανέβηκα σ΄ένα στρατιωτικό φορτηγό που θα πήγαινε εφοδιασμό στα σύνορα, πρώτα στην Επισκοπή και μετά στην Κακαβιά. Στο ποτάμι με κατέβασαν διότι δεν επιτρέπονταν να εισέλθω σε συνοριακή ζώνη χωρίς άδεια. Θα με έπαιρναν στην επιστροφή. Από την πολύ κούραση με πήρε ο ύπνος και έμεινα εκεί. Έφθασα στο χωρίο με τα πόδια … κατακουρασμένος!
Στο σπίτι της Ελβίρας έγινε κανονικός ο γάμος. Είχα ράψει καινούργιο κοστούμι σε ουρανή χρώμα, σπάνιο για την εποχή, αλλά τη γραβάτα την είχα δανειστεί. Είχαμε το προνόμιο να είχαμε έγχρωμο φωτογραφικό φιλμ, αλλά μόνο για λίγες φωτογραφίες.
Και εκεί προέκυψε πρόβλημα με τους δικούς μου. Με ζήτησαν οι γονείς της Ελβίρας στο χορό για να ξεπροβοδίσουν την κόρη τους νύφη. Πήγα, αλλά αυτό προκάλεσε την αντίδραση του δεύτερου μεγάλου αδερφού, που σηκώθηκε από το τραπέζι να φύγει. Πήγα και σχεδόν του φώναξα. «Άκου, ξέρω καλά τι κάνω! Έχουν ένα κορίτσι και πρέπει να το ξεπροβοδίσουν όπως πρέπει. Δεν χάλασα το πένθος και μετά, μήπως αν δε πήγαινα στο χορό θα σηκώνονταν ο πατέρας;!»
Οι φωτογραφίες από το τραπέζι στο σπίτι μου δείχνουν κούραση μέχρι εξάντληση! Πρόκειται για κοινωνική κούραση και εξάντληση και όχι οικογενειακή. (Είχε φύγει ο καιρός των γάμων που διαρκούσαν μέρες ολόκληρες και πλήγιαζαν τα χείλη του κλαρινοπαίχτη παίζοντας κλαρίνο!!)
Κάναμε και μήνα μέλιτος. 15 μέρες στους Αγίους Σαράντα. Μέναμε στο πρώτο ξενώνα ιδιωτικής πρωτοβουλίας μαζί με κάποιες άλλες οικογένειες της αφρόκρεμα του Αργυροκάστρου.
Η Ελβίρα έμεινε μερικούς μήνες στο χωριό, αφοσιωμένη στην καθαριότητα, το μαγείρεμα, στην τάξη. Ήταν και ο καλύτερος τρόπος για να περάσει η ώρα μέχρι την επιστροφή μου από τη δουλειά, για να βγει να με περιμένει κάτω στους κήπους. Η μάνα μου επιφυλάσσονταν να της μιλήσει όταν δε συμφωνούσε σε κάτι και μου έλεγε εμένα τις παρατηρήσεις, όπως «Πες στη νύφη να μάσει λίγο το χέρι στο λάδι…!» (Η Ελβίρα ήταν μαθημένη από την οικογένειά της που δεν έβαζαν το δάχτυλο στο μπουκάλι όταν έβαζαν λάδι στο φαγητό !)
Μετακομίσαμε στο Αργυρόκαστρο όπου μέναμε σε μια γκαρσονιέρα με κοινή τουαλέτα με τους εργένηδες και παντρεμένους δημοσιογράφους στο διπλανό δωμάτιο. Η υγρασία σε τρυπούσε στο μεδούλι. Όλα τα έπιπλα, από την κουζίνα, μέχρι το καθιστικό και τα ντουλάπια τα κατασκεύασα μόνος μου. Ήταν δυσεύρετα τα έπιπλα.
Οι γιοί μας
Ο Λαέρτης ήρθε στη ζωή το 1989. Μου ζήτησαν να βάλω ένα αρχαίο «ιλλυρικό» όνομα, μα επέμενα στον όνομα του πατέρα του Οδυσσέα, όπως και έβαλα τις φωνές όταν μου ζήτησαν να επιλέξω για το παιδί την ελληνική ή την αλβανική εθνικότητα. Και ήταν το 1989!
Οι γονείς της Ελβίρας δεν επέτρεψαν ώστε ο Λαέρτης να μεγαλώσει στην υγρή γκαρσονιέρα και τον πήραν στη Δρόβιανη. Τόσο το περισσότερο όταν η Ελβίρα προσελήφθη δασκάλα στο Λιμπόχοβο και έπρεπε να φύγει στις 5 το πρωί και να γύριζε στις πέντε το απόγευμα. (Η Ελβίρα θα αλλάξει επαγγελματικά μερικά σχολεία. Από το Λιμπόχοβο μεταφέρθηκε σε ένα σχολείο εντός της πόλης και μετά στο παραδοσιακό λύκειο της πόλης . Από εκεί στην μέση παιδαγωγική σχολή, επίσης στην πόλη Αργυροκάστρου και το 2008 ανέλαβε καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Αργυροκάστρου.)
Ο Λαέρτης είχε ατέλειωτες ενέργειες και ολοένα προσανατολίζονταν σε πράγματα, πολύ ιδιαίτερα, ηλεκτρονικά και μηχανόβιος που ανήκαν σε μεγαλύτερη ηλικία, 10 τουλάχιστον χρόνια. Από τα 6 χρόνια (έτυχε να είχα υπολογιστή στο σπίτι από το 1993) έδειχνε ότι ήταν ένα θαύμα στους υπολογιστές, εφόσον του είχε γεμίσει η γνώμη ότι πρέπει να κάνουν ότι εκείνος ήθελε και όχι ότι ο προγραμματισμένος υπολογιστής.
Από την ίδια ηλικία ήταν σε θέση να γνωρίζει οδήγηση αυτοκινήτου. Έφηβος κατάφερνε τα πιο απίθανα πράγματα. Πολύ σκληρός χαρακτήρας και αυτοδύναμος. Ήταν σε θέση να τα βάλει με τους πάντες!
Στα 12-13 κατασκεύασε ραδιοφωνικό σταθμό και από τα 15 του έφτιαξε δικό του δίκτυο ασύρματου ίντερνετ. Το σχολείο του, το ιστορικό λύκειο του Αργυροκάστρου , ήταν το δεύτερο στην Αλβανία με ίντερνετ, με τη διαφορά ότι το εξασφάλιζε ένας μαθητής του και ήταν ασύρματο. Από τα 17 είχε δική του εταιρία και έστησε την 8-η μεγαλύτερη αερογέφυρα ίντερνετ στον κόσμο, 72 χμ μακριά, (Ιωάννινα –βουνό του Σωποτιού, πάνω από τη Δρόπολη) και από εκεί στο Αργυρόκαστρο. Είχε και δεύτερη εφεδρική γραμμή από την Κέρκυρα στο Αργυρόκαστρο, μέσω της ίδιας βουνοκορυφής. Κάλυπτε με σήμα σχεδόν όλο τον νομό Αργυροκάστρου και εν΄μέρη την πόλη των Αγίων Σαράντα. Τα πολλά σημεία αναμετάδοσης τα είχε εξασφαλίσει με εναλλακτική τροφοδοσία ρεύματος διότι το ηλεκτρικό της ΔΕΗ διακόπτονταν ώρες ολόκληρες.
Η συμπεριφορά του αυτή, με διαφορά μεγάλη από την ηλικία του, είχε το δικό της κόστος που ξεκινούσε αν θέλεις μέσα από την οικογένεια. Ως γονείς προσπαθούσαμε, μάλιστα με αυστηρότητα, να τον οδηγήσουμε στην πεπατημένη της επιτυχίας. Αυτός με τη δική του αποφασιστικότητα που ξεπερνούσε κάθε όριο, επέμενε στη δική του πορεία. Σήμερα έχει συνεταιρική εταιρία ασύρματου Ιντερνέτ και στο πλαίσιο αυτό δική του εταιρία παραγωγής συστημάτων για τη διαχείριση μέσω του διαδικτύου, καταστημάτων με πολλούς πελάτες, ξενοδοχεία, πλοία, αεροδρόμια, δημόσιους χώρους κλπ
Ο Μάριος γεννήθηκε το 1994. Τον είπαμε Μάριο γιατί περιμέναμε κορίτσι, για να το πούμε Μαρία. Η Ελβίρα δεν κατάφερε να γεννήσει ούτε το δεύτερο παιδί της στην Ελλάδα, όπως όλες οι μανάδες τότε. Το σφάλμα ήταν δικό μου. Ασχολούμουν με την ΟΜΟΝΟΙΑ και την πήγαν εκτάκτως στο μαιευτήριο οι γειτόνισσες!
Ο Μάριος ήταν εντελώς διαφορετικός. Ήρεμος και χαμογελαστός με συμπεριφορά που έκανε με το μέρος του μικρούς και μεγάλους. Έδειχνε ότι κατείχε όλη την διανοητική υποδομή να αγγίξει κορυφές, αλλά του έλειπε ο μηχανισμός που θα του εξασφάλιζε τα κίνητρα να ξεφύγει από τα διλήμματα, τι πρέπει και τι δεν πρέπει, τι θέλω και τη πρέπει να γίνει. Φάνηκε ότι όλα πήραν μια άλλη κατεύθυνση στην τρίτη λυκείου, όταν εκπροσώπησε το σχολείο του σε τηλεοπτική εκπομπή και οι φίλοι της ομάδας του σχολείου του εμπιστεύονταν τα δύσκολα, με αποτέλεσμα το λύκειο Αργυροκάστρου, να τα πάει πολύ καλά!
Κατά περίεργο τρόπο αγάπησε τα γαλλικά, αλλά δεν ξέρω γιατί πολύ αργά τον αφήσαμε να πάει φροντιστήριο. Μόλις έξι μήνες πρόλαβε να πάει φροντιστήριο γαλλικών, μέχρι που πάει να διαγωνιστεί στη γαλλική πρεσβεία στα Τίρανα για σπουδές στη Γαλλία. Κέρδισε νομική στο Στρασβούργο. Τον ξεπροβοδίσαμε να φύγει μόνος του. Θυμήθηκα τα δικά μου αλλά τώρα εκείνος έφευγε σε ξένη χώρα…
Ξεκίνησε με τις μεγάλες δυσκολίες στη γλώσσα, αλλά πολύ γρήγορα προχώρησε άριστα. Πέτυχε διάκριση για να φοιτήσει ένα χρόνο Καναδά. Στη συνέχεια έβγαλε Μάστερ στη Σορβόννη για να αποχτήσει το δικαίωμα φοίτησης, σε μικρότερη απ΄ όλους ηλικία, στο Κολέγιο της Ευρώπης, τη διακριτική σχολή στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μέλος του δικηγορικού συλλόγου των Βρυξελών και της Ε. Ένωσης, εργάζεται τώρα με διακριτικό βιογραφικό σε μια διεθνούς φήμης αμερικάνικη δικηγορική εταιρία.
Το πρώτο δικό μας σπίτι, μια μεγάλη γκαρσονιέρα.
Το 1990, ύστερα από πολλές προσπάθειες, ο δήμος μου έδωσε σπίτι σε μια υιοθετημένη σε διαμερίσματα καπναποθήκη. Δύο παιδικοί μου φίλοι ανέλαβαν να σουβατίσουν το διαμέρισμα, στο οποίο έμενε πριν μια άλλη οικογένεια,. Η Ελβίρα δεν επέτρεπε με τίποτε να κατοικούσαμε εκεί αν πρώτα δεν λαμβάνονταν μέτρα για να αποφευχθεί ταυτόχρονα η μυρωδιά του καπνού που είχε ποτίσει τους τοίχους και της προηγούμενης οικογένειας.
Συνεχίζονταν οι εργασίες, όταν εγώ ταξίδεψα στην Ελλάδα, προσκεκλημένος από κάποια ξαδέρφια της μάνας στο Δελβινάκι και Φιλιππιάδα. Δεν είχαν ανοίξει ακόμα τα σύνορα!
Το «καινούργιο» σπίτι το εγκαινιάσαμε με την ίδρυση της ΟΜΟΝΟΙΑΣ, σ΄αυτό γράφτηκαν τα βασικά ιδρυτικά ντοκουμέντα της. Μαζί μας έμενε και μία φίλη, η οποία ήταν σε απόσταση με τον σύζυγό της που είχε φύγει στο εξωτερικό με τους γονείς του και είχε πάρει μαζί του και το παιδί τους.
Απ΄αυτό το σπίτι ξεκίνησα την πορεία μου του βουλευτή και ταυτόχρονα οι μεγάλοι μπελάδες και προκλήσεις, κυρίως για την Ελβίρα, η οποία, όσο τολμηρή φαίνεται, τόσο ευαίσθητη είναι, Έπρεπε να αντιμετωπίσει τις καταιγίδες που προκαλούσαν η πολιτική μου στάση και η διαρκή δημόσια παρουσία μου σε υπεράσπιση του Ελληνισμού. Την τάραξε ιδιαίτερα το επεισόδιο με την μηχανή στη Μουζίνα. Ήμουν βουλευτής και πηγαίναμε στη Δρόβιανη με μηχανή να δούμε το Λαέρτη, όταν ένα κρατικό κόκκινο FIAT που μας ακολουθούσε από το Αργυρόκαστρο, μας εμβόλισε για να πέσουμε στο γκρεμό. Σωθήκαμε από θαύμα!! (Κατάλαβα τότε καλύτερα ότι τόσο στην Ελλάδα, όσο και στα Τίρανα και εντός της ΟΜΟΝΟΙΑΣ ήθελαν την πολιτική μου εξουδετέρωση. Η σωματική μου καθαίρεση εξυπηρετούσε καλύτερα το σκοπό, κυρίως για την Ελλάδα. Εξασφάλιζε έναν ήρωα για κάθε ενδεχόμενο! Γι΄αυτό και έγραψα τότε ότι δεν χρειάζονται μεμονωμένοι ήρωες αλλά μαζικός ηρωισμός.)
Ήρθε μετά ο παραγκωνισμός από την πολιτική, το 1992-93, η εκδίωξη από το Ραδιοφωνικό Σταθμό για πολιτικούς λόγους, το 1993, τα γεγονότα του 1993-94, εκείνα του 1997-1999, οι δημόσιες πολιτικές και εθνικές μου κόντρες, η εκδίωξη από το Πανεπιστήμιο 2011…!
Το νέο διαμέρισμα
Το 1997, μέσα στις γνωστές ταραχές, πουλήσαμε «την μεγάλη γκαρσονιέρα» και μετακομίσαμε σε ένα διαμέρισμα την ολοκλήρωση της οικοδομής και τη διαρρύθμιση αναλάβαμε μόνη μας. Θεωρούνταν ένα από τα ωραιότερα και εξελιγμένα διαμερίσματα στο Αργυρόκαστρο. Μείναμε εκεί για 24 ολόκληρα χρόνια.
Το ιδιόκτητο δικός μας σπίτι
Το 2021, Απρίλιο, αποφασίσαμε να πουλήσουμε το διαμέρισμα αυτό και να χτίσουμε δικό μας σπίτι. Υπήρχε το οικόπεδο και οι σκελετοί στον ιδιόκτητο αυτό χώρο. (Εκεί είχε εγκαταστήσει ο Λαέρτης την δική του επιχείρηση από τα 17 του χρόνια.) Σε έξι ακριβώς μήνες, μέσα στον κορωνοϊο και την ακρίβεια εμείς καταφέραμε να χτίσουμε το δικό μας διώροφο σπίτι. Όταν ήμουν πρώτη λυκείου ονειρευόμουν να είχα ένα δικό μου χώρο και με αρκούσε η καμπίνα ενός φορτηγού. Μετά από περίπου μισό αιώνα κατάφερα τελικά να έχω ένα ευρύχωρο γραφείο. Ξημερώνοντας η πρώτη Νοεμβρίου 2021 μεταφερθήκαμε οριστικά στην νέα μας ιδιόκτητη κατοικία. Χτίσαμε σπίτι, όταν όλοι μας έλεγαν το αντίθετο και η απομάκρυνση από το Αργυρόκαστρο μόνιμη διέξοδο. Νομίζω ότι το σπίτι αποτελεί ταυτότητα, αξιοπρέπεια, επιμονή.
Δημοτικό-γυμνάσιο (8-τάξιο) 1965-1973
Στο δημοτικό θέλησα να πάω πριν κλείσω τα εφτά. Θυμάμαι ακόμα τους δασκάλους, που δεν μ’ άφησαν να μπω στην τάξη και τους λυγμούς μου στον ανυπόφορο ήλιο του Σεπτέμβρη, μόνος μου στην αυλή του σχολείου. Στο 8-τάξιο ήμουν ο μαθητής που δεν άφηνε λιθάρι πανωτό, αδικία να περάσει, ούτε και την όποια τιμωρία. Για το αληθές του λόγου δεν αδικήθηκα στο βαθμό λόγω των πολλών αταξιών μου. Ήμουν ο καλύτερος μαθητής. Αποφοίτησα με 9.7 μέσο όρο βαθμού. Ανένδοτος στις «εφευρέσεις». Επιδίωξαν να φτιάξω ένα πρωτόγονο ραδιόφωνο. Έφτιαξα προβολέα για εικόνες από ταινίες, επιδιώκοντας μάλιστα και την κίνησή τους. Στην πέμπτη τάξη έγραψα και το πρώτο μου διήγημα, αλλά κανείς δεν πίστεψε και κανείς δεν το έλαβε υπόψη. Χάθηκε, όπως πολλά άλλα….!
Το λύκειο μια πονεμένη ιστορία. (1973-1977)
Οι πρώτες πολιτικές και κοινωνικές αδικίες
Η λήξη του 8-ταξίου (γυμνασίου) έφερε την πρώτη σκληρή αντιπαράθεση με την κοινωνική και πολιτική αδικία. Πρώτα ο δάσκαλός μου, της πρώτης τάξης, αυτός που δε λησμονιέται ποτέ. Είχαν έρθει από στρατιωτική επιθεώρηση και ζητούσαν καλούς μαθητές και με υψηλό ανάστημα. Πληρούσα και το δεύτερο όρο εφόσον ήμουν από τότε 1.78 ψηλός. Άκουσα όμως το δάσκαλό μου να τους λέει ότι αυτός δεν κάνει. Είναι θιγμένος. (Δλδ η οικογενειακή μου βιογραφία δεν συμβάδιζε με την κομματική γραμμή.) Αν και δεν ήθελα ποτέ να γίνω αξιωματικός στρατού, ένιωσα τότε πολύ άσχημα.
Στη συνέχεια στο χωριό ήρθε ένα δικαίωμα φοίτησης, για το λύκειο. Για την μέση παιδαγωγική ακαδημία στα ελληνικά, στο Αργυρόκαστρο. Ήταν η καλύτερη επιλογή για έναν Έλληνα απόφοιτο γυμνασίου. Μου τύχαινε διότι ήμουν ο καλύτερος στην τάξη.
Οι αρχές του χωριού επικαλέστηκαν το δήθεν κόλλημα στη βιογραφία και με παράκαμψαν. Παράκαμψαν όμως και δύο καλύτερους συμμαθητές μου μετά από μένα για να επωφεληθεί ο τέταρτος. Είχε κοντινό συγγενή ένα υψηλόβαθμο στέλεχος στο συνεταιρισμό και το κόμμα. Το δικαίωμα φοίτησης δόθηκε από τις αρχές του χωριού στον ανιψιό του, με αντάλλαγμα να επωφεληθεί έμμεσα ο γιος του γραμματέα της δημογεροντίας. Είπα τότε στον πρώτο αυτουργό. «Αυτό που μου κάνατε θα μου κοστίσει ακριβά σε όλη τη ζωή». Ήμουν μόλις 14 χρόνων. Δυστυχώς δικαιώθηκα. Όλη μου η υπόλοιπη ζωή συνδέθηκε με τον Ελληνισμό. Εμπόδιο τα ελληνικά μου. Δεν είναι η επένδυση σε χρόνο και κόπο για να μάθω καλά τη γλώσσα, αλλά δεν είχα κάποια πιστοποίηση ελληνικών. Για κάθε σχετική με τα ελληνικά θέση εργασίας η απουσία πιστοποίησης μετατρέπονταν σε εφιάλτη. (Ο αυτουργός τότε ήταν ο αφοσιωμένος στο κόμμα. Στη μεταπολίτευση, μετά το 1990, παρέστην τον κατατρεγμένο και τον πατριώτη. Όταν ήμουν βουλευτής ερχόταν από το πρωί σπίτι μου για να καρφώσει «τους προδότες»! Όταν έληξε η θητεία μου με κατηγορούσε πάνω κάτω για ανικανότητα και προδοσία!)
Την ίδια περίοδο, με τη φιλοδοξία να εκδικηθώ για την αδικία, (δλδ να πετύχω μια καλή σχολή) μετείχα σε διαγωνισμό μουσικής στο Αργυρόκαστρο για να συνέχιζα καλλιτεχνικό λύκειο. ( Η μουσική και η αγάπη για ένα όργανο ήταν μια από τις μεγάλες επιθυμίες της ζωής μου. Ακόμα πιστεύω ότι, μπορώ να μάθω να παίζω!) Ήταν περισσότεροι από 100 συνομήλικοι και μόνον εγώ ήμουν χωρίς κανένα συνοδό. Όταν ήρθε η σειρά μου για ακρόαση, στην επιτροπή με κοιτούσαν περίεργα. Δεν ξέρω γιατί, ίσως γιατί ήμουν μόνος, χωρίς καμιά σύσταση, ίσως γιατί δεν είχα πάει ποτέ σε φροντιστήριο μουσικής (είχε κάποιο στο γειτονικό Βουλιαράτι), ίσως από τον τρόπο της περιποίησής μου… Ούτε θυμάμαι πως τα πήγα, αλλά ούτε πήρα και ποτέ απάντηση…!
Το κόστος από τη μακρά διαμάχη με τον κομματικό επικεφαλής!
Στις καταστάσεις αυτές, ένα πρωινό χωρίς να ενημερώσω την οικογένεια, πήγα στα Βρυσσερά, το κέντρο του συνεταιρισμού και της περιοχής της Άνω Δρόπολης, 45 λεπτά στο πόδι. Πήγα για να διαμαρτυρηθώ για τον αποκλεισμό μου στο γραμματέα του κομματικού γραφείου της περιοχής. Ήταν από το Αργυρόκαστρο. Μου είπαν ότι ήταν στο γραφείο του. Χτύπησα αρκετά την πόρτα αλλά δεν μου έλεγε να περάσω και ούτε η πόρτα άνοιγε. Τότε μπούκαρα με τη βία. Άνοιξα την πόρτα με την κλωτσιά. Η πόρτα χτύπησε με δύναμη στον τοίχο κάνοντας τρομαχτικό θόρυβο.
Εκείνος σήκωσε ξαφνιασμένος το κεφάλι. Φορούσε οπτικά γυαλιά με πολύ χοντρό σκελετό και φακούς. Όταν μετά από λίγο μου ζήτησε το λόγο, του είπα άμεσα στην αλβανική «μετατρέψατε τη λαϊκή εξουσία σε πραχτοριλίκι» (agjenturë). Δεν γνώριζατότε καλά τι σήμαινε αυτή η λέξη στα αλβανικά, αλλά νόμιζα ότι ήταν η κατάλληλη για να εκφράσω τη διαμαρτυρία μου. Όταν εξηγήθηκα, εκείνος μου ζήτησε με φωνές να φύγω έξω από το γραφείο του λέγοντάς μου ότι για μένα δεν θα υπάρχει θέση σε κανένα λύκειο…! Και εγώ να επιμένω επίσης μεγαλόφωνα, λέγοντάς του, ότι θα δεις πως θα τα καταφέρω! Έφυγα περνώντας ανάμεσα σε πολλούς περίεργους που είχαν έρθει να δουν τι συμβαίνει στο γραφείο το «Μεγάλου Γραμματέα»
Εγώ δεν έδωσα σημασία, αλλά είχε γίνει πολύ θόρυβος. Ενδιαφέρθηκε να μάθει για «το θαρραλέο παιδί» και ο πρόεδρος της ενωμένης εξουσίας της περιοχής, ο Π. Χούτας (Κονόμης), ο οποίος είχε μεγάλη κόντρα με τον Γραμματέα. (Ο κ. Χούτας θυμήθηκε το επεισόδιο και μετά από τέσσερα χρόνια, όταν εγώ θα επιδίωκα πανεπιστήμιο και μου έβγαζαν εμπόδιο τη βιογραφία. Εκείνος βγήκε εγγυητής για τη βιογραφία μου και της οικογένειάς μου)
Στο σπίτι δεν είπα τίποτε. Απλώς, επειδή δεν ήθελα να ακολουθήσω επαγγελματικό γεωργικό λύκειο, αλλά γενικό λύκειο, διότι είχε καλύτερες προοπτικές για πανεπιστημιακές σπουδές, προσπαθούσα να πείσω τον πατέρα να μου δώσει 500 λεκ (το μισθό μιας βδομάδας τότε) για να έφευγα στο Βορά, στο εργοτάξιο του μεγαλύτερου υδροηλεκτρικού σταθμού στη χώρα, όπου θα εργαζόμουν και θα συνέχιζα σχολείο. (Εσχάτη άρνηση του περιβάλλοντος από ένα δεκατετράχρονο αγόρι)
Μια από τις μέρες αυτές εμφανίστηκε στο σπίτι μας ο ζωγράφος Γ. Τσίμος. Ψηλός και ωραίος, καλοφορεμένος. Έμενε στο Δέλβινο. Εγώ τον θαύμαζα διότι έπαιζε κιθάρα. Τα σαββατόβραδα που ερχότανε στο χωριό, μάζευε την παρέα του και σε μια αυλή γεμάτη λουλούδια έπιναν ούζο με σαρδέλες, σκόρδα και τυρί χλωρό και τραγουδούσαν ελληνικά λαϊκά τραγούδια. Μου είχε κάνει πολύ εντύπωση το χρυσό του δαχτυλίδι με μια μεγάλη μαύρη πέτρα που έλαμπε στο φως του φεγγαριού ενώ έπαιζε την κιθάρα. Ο ζωγράφος λοιπόν είχε μάθει την ιστορία και από θαυμασμό για την τόλμη μου είπε στον πατέρα μου ότι θα με έπαιρνε αυτός στο γενικό λύκειο του Δελβίνου. Και έτσι έγινε.
Πρώτη τάξη λυκείου, στο Δέλβινο… γιατί!
Στο Δέλβινο οι δυσκολίες ήταν αμέτρητες. Πρώτα η φτώχια. 130-150 λεκ παλιά (όταν ένα ψωμί κόστιζε 40 λέκ) για να περνούσε η βδομάδα, μαζί με τα έξοδα του δρόμου. Ποτέ δε θα λησμονήσω τα μισοσάπια πορτοκάλια που τα αγοράζαμε με λίγα χρήματα, ή μας τα έδιναν δωρεά για να αποτελέσουν τα φτωχά γεύματά μας. Τον αγαπητό Θωμά στο κεντρικό εστιατόριο της πόλης που μας γέμιζε λίγο περισσότερο το πιάτο με μακαρόνια ή πιλάφι, το ταχτικό μας γεύμα και μας επέτρεπε να παίρναμε μαζί μας το ψωμί του κουβέρ για να στηρίξουμε ένα άλλο γεύμα ή να γεμίζαμε το στομάχι. Χρειάστηκε κάποτε να κάνω το δρόμο από το Γεωργουτσάτι μέχρι το Δέλβινο, περίπου 20 χμ, για να εξοικονομήσω χρήματα για να αγοράσω βιβλία, να πάω σινεμά….! Υπήρχε όμως και το μπόουλινγκ γιατί δεν μιλούσα καλά την αλβανική και βρισκόμουν εκεί σε ξένο περιβάλλον. Το μπόουλινγκ αυξήθηκε περισσότερο όταν άρχισε να φαίνεται η πρόοδός μου στα μαθήματα, να γράφω ποιήματα και το θάρρος μου να δηλώνω την ελληνικότητά μου, διαφορετικά από πολλούς επίσης Έλληνες συμμαθητές μου.
Τη δεύτερη τάξη μεταφέρθηκα σε σπίτι χήρας, μαζί με άλλα παιδιά από τη Δρόπολη και τα γύρω ελληνικά χωριά. Η νοικοκυρά μας παρείχε όλες τις υπηρεσίες και καλό φαγητό. Ήταν όντως πολύ άνετα. Δυστυχώς όμως, πληροφορήθηκε η μάνα μου ότι η νοικοκυρά ήταν Τσάμισα. Σήκωσε θύελλα αντιδράσεων για να φύγω μια ώρα νωρίτερα!
Βρέθηκε μια καλή λύση! Ένας συγχωριανός μου, που είχε γαμπρό στη διεύθυνση παιδείας Αργυροκάστρου, μεσολάβησε την μετάθεσή μου στο Γενικό Λύκειο του Αργυροκάστρου, το μεγάλο μου όνειρο. Εκείνος μου δίδαξε δύο βασικές αρχές για τη ζωή. Ότι πρέπει να προσέχω να μη αποτελώ τον αδύνατο κρίκο μιας αλυσίδας και δεύτερο, όταν οι άλλοι κουράζονται εσύ να συνεχίζεις.
Η μετάθεση στο Αργυρόκαστρο
Στο λύκειο Αργυροκάστρου άρχισα μάθημα λίγες μέρες πριν από τη Γενική Συνδιάσκεψη της Νεολαίας του σχολείου. Απεσταλμένος από την κομματική επιτροπή του νομού στη Συνδιάσκεψη, ο πρώην γραμματέας του κομματικού γραφείου στα Βρυσσερά, πριν από ενάμισι χρόνο. Δεν ξέρω πως με εντόπισε, αλλά όταν πήρε το λόγο με έδειχνε συνεχώς με το δάχτυλο, κατηγορώντας με ότι είμαι επηρεασμένος από εχθρικές για το κόμμα σκέψεις και αντιλήψεις, ότι τέτοια άτομα δεν διορθώνονται και χρειάζεται επαγρύπνηση. Θυμάμαι πως γύριζαν όλοι το κεφάλι (το ίδιο έκανα κι εγώ για να αποφύγω κάθε υποψία) για να εντοπίσουμε «τον εχθρό αναμεσά μας». Ευτυχώς, εκείνος δε μου θυμότανε το όνομα, ενώ στην αίθουσα ήμουν εντελώς άγνωστος.
(Θα υπάρξει και μια τρίτη συνάντηση με τον κύριο αυτόν. Αφού είχα αποφοιτήσει το πανεπιστήμιο και αυτός είχε αναλάβει υψηλό στρατιωτικό πόστο. Συνέβη κατά την μεταπανεπιστημιακή θητεία των τριών μηνών στο Αργυρόκαστρο, σε μια στρατιωτική εκδήλωση στην οποία είχα γράψει το σενάριο και ήμουν σκηνοθέτης. Ο κύριος καθόταν στην πρώτη γραμμή. Μόλις τον είδα αντικατέστησα συνάδελφο σε ρόλο οπλαρχηγού που απευθυνότανε στον εχθρό του ζητώντας του να τον άφηνε να περάσει γιατί διαφορετικά εκείνος θα τον κοκκίνιζε. Και τα είπα με τέτοιο ύφος δείχνοντάς τον με το δάχτυλο, τόσο που εκείνος είχε κοκκινήσει στο πρόσωπο. Μετά από την εκδήλωση πήγα και τον έπιασα από το μανίκι και του είπα. «Σου είχα πει ότι θα τα καταφέρω!» εκείνος δε μίλησε).
Το λύκειο Αργυροκάστρου δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Από τα καλύτερα στη χώρα και για να διεκδικούσες πανεπιστήμιο, συν τ’ άλλα, έπρεπε να είχες μέσο όρο βαθμού πάνω από το 9. Υποχρεώθηκα να αντιμετωπίζω την πρόκληση πηγαίνοντας καθημερινά στο χωριό, στη Βόδριστα, 25 χμ μακριά 6 από τα οποία, δλδ 12 χμ συνολικά θα έπρεπε να τα διανύσω καθημερινά στο πόδι. Ήμουν ο μαθητής με την μεγαλύτερη απόσταση από το σχολείο.
Ξυπνούσα στις 4 το πρωί και επέστρεφα σπίτι στις 5 το απόγευμα, Χειμώνα, Καλοκαίρι, με χιόνι, βροχή, παγωνιές και λιοπύρια. Δεν παραιτούμουν από τα παιχνίδια, τις παρέες, τις εκδηλώσεις. Αλλά ούτε τα μαθήματα άφηνα. Τύχαινε να μη κοιμόμουν διόλου την νύχτα. Όταν ακούγονταν το ξυπνητήρι στο δωμάτιο του πατέρα, (εκείνος είχε αναλάβει να με ξεπροβοδούσε κάθε πρωί) εγώ έμπαινα γρήγορα στο κρεβάτι «για να με βρει στον ύπνο». Μου έκανε τριψάνα με τσάι και καλαμποκίσιο ψωμί που ήταν σαν άμμος στο στόμα και στις τεσσερισήμισι έπρεπε να φύγω για να φθάσω σε μια ώρα το λεωφορείο της γραμμής από το Γεωργουτσάτι στο Αργυρόκαστρο. Αν προλάβαινα ένα κάθισμα θα μπορούσα να κοιμηθώ και άλλα 40-45 λεπτά.
Για πρόγευμα, ή για γεύμα ο πατέρας μου έδινε συνήθως 15 λεκ και κάποιες φορές 21 λέκ. Μ΄ αυτά μπορούσα να πάρω αντίστοιχα δύο ή τρία μικρά κουλουράκια με μαρμελάδα. Σπανίως θα ξόδευα όλα τα χρήματα για τη διατροφή. Τα μάζευα για να αγοράσω βιβλία. Έτσι εξηγείται που όταν αποφοίτησα το λύκεια είχα για την εποχή και την ηλικία μια δική μου καλή βιβλιοθήκη!
Με πολύ αγώνα καταφέραμε να έρχονταν μέχρι ένα σημείο, στο μισό του δρόμου και μόνο κάποιες φορές τη βδομάδα, μια μικρή κλούβα, που τη λέγαμε καφέτσι. Μπορούσε να χωρέσει κανονικά μέχρι 20 άτομα και εμείς μπαίναμε μέχρι 50. Μια φορά, η υπέρβαρη κλούβα ανετράπη από την πλευρά του οδηγού και έπεσε σε μια μεγάλη λακκούβα γεμάτη νερό. Έτυχα από την πλευρά στο νερό. Τα παγωμένα θολά νερά διείσδυσαν γρήγορα στο εσωτερικό και μας σκέπασαν. Σε μια πρώτη στιγμή πίστεψα ότι ήρθε το τέλος. Ξαφνικά όμως άκουσα τη γυναίκα κάτω από μένα να φωνάζει για τα παιδιά της. Πάνω μου είδα περισσότερα από έξι άτομα. Ένας άνδρας είχε χτυπήσει το μέτωπο στο εσωτερικό φανάρι και έτρεχε αίμα που έφτανε μέχρι σ΄ εμένα. Η κραυγή της γυναίκας με ξύπνησε. Σήκωσα το κεφάλι για να βγει η μύτη από το νερό, ακούμπησα το ένα χέρι κάτω, χωρίς να νιώσω τα σπασμένα τζάμια να μου τρυπούν την απαλάμη. Με το άλλο πιάστηκα στο σιδερένιο χερούλι του καθίσματος και ανασηκώθηκα. Δεν κατάλαβα που βρήκα τόση δύναμη για να σηκώσω τόσα άτομα πάνω μου. Ευτυχώς σωθήκαμε όλοι. Τελευταίος βγήκε ο οδηγός τον οποίο είχε καταπλακώσει μια παχουλή γριά που είχε πάρει στην καμπίνα του.
Δεν μπορώ όμως να λησμονήσω την καθαρίστρια του σχολείου που άναβε δυο τρία μαγκάλια και μας περίμενε να λιαστούμε και να ζεσταθούμε. (Από τη Δρόπολη μπορεί να ήταν στο λύκειο του Αργυροκάστρου πάνω από 50 μαθητές, αλλά όχι όλοι βρέχονταν… διότι δεν είχαν πεζοπορία).
Οι δύσκολες περιπέτειες … η τύχη της φιλοδοξίας χωρίς το πρέπον υπόβαθρο
Οι περιπέτειες ούτε εδώ μου έλειψαν. Πρώτος ο καθηγητής της λογοτεχνίας με κατηγόρησε ως αντιδραστικό διότι είχα δημοσιοποιήσει στην εφημερίδα τοίχου του σχολείου ένα διήγημα που κατά τον καθηγητή δεν ανταποκρίνονταν στις αρχές του σοσιαλιστικού ρεαλισμού. (Ο ίδιος προσπαθούσε συνεχώς να μου βρει λάθη «λογικά» σε άρθρα που εγώ δημοσίευα στον τοπικό αλβανικό τύπο (έγραφα και στο Λαϊκό Βήμα). Ήταν επικίνδυνο, μετά το 1974, διότι τότε το Κόμμα ζητούσε εχθρούς, κυρίους στη νέα γενιά!
Το δεύτερο επεισόδιο σχετίζεται με τον καθηγητή που ηγούνταν της οργάνωσης της νεολαίας. Σε κάποια «λαϊκή» συζήτηση για το σχέδιο συντάγματος του 1976, εγώ χρησιμοποίησα τη φράση ότι «είμαι περήφανος που ως Έλληνας μειονοτικός …» Τόσο χρειάστηκε και άρχισαν οι συγκεντρώσεις μια μετά την άλλη για την έξωσή μου από τις γραμμές της οργάνωσης νεολαίας, που θα ισοδυναμούσε με την καταστροφή μου. Χρειάστηκε η παρέμβαση της προέδρου της οργάνωσης νεολαίας του σχολείου που ήταν η κόρη του πρώτου γραμματέα της κομματικής επιτροπής του νομού, ένα πραγματικά ώριμο κορίτσι και με έσωσε.
Το τρίτο συμβάν ήταν και το πιο επικίνδυνο. Στην στρατιωτική εξάσκηση το όπλο που παρέλαβα από συμμαθητή για να πάρω σημάδι, εν αγνοία μου, ήταν γεμάτο με πραγματική σφαίρα. Όταν τράβηξαν την σκανδάλη έγινε πραγματική βολή. Δίπλα στο όπλο ο καθηγητής που μας μάθαινε. Στο ίδιο πεδίο πάνω από 100 μαθητές. Μπορούσε να σκοτωθεί κάποιος. Έγινε χαμός! Την επόμενη ήρθαν στο σχολείο κάποιοι αξιωματικοί και κάποιοι φορεμένοι με πολιτικά. Με κάλεσαν στη διεύθυνση. Πάνω στο τραπέζι ο κάλυκας. Είχα κρύο. Τα πεδουνάρια στο παντελόνι ήταν βρεγμένα και με λάσπες. Ο διευθυντής, ένας πολύ σκληρός άνδρας, μπήκε κατευθείαν στο ψητό. Με κατηγόρησε ευθέως ότι εγώ διέθετα τη σφαίρα και έπρεπε να πω που τη βρήκα. Δεν ξέρω που βρήκα τη δύναμη για να του πω: «Αν εσείς βρήκατε ένα παιδί από το χωριό, με λασπωμένα παντελόνια, χωρίς κανέναν για να του επιρρίψετε τέτοιες ευθύνες με σκοπό να κρύψετε κάποιον άλλον, κάνετε λάθος. Τη σφαίρα την έβαλε στο όπλο μου ο τάδε συμμαθητής που έχει τον πατέρα αξιωματικό για να με εκδικηθεί επειδή με αυτόν και την παρέα του έχουμε διαφορές. Κάνετε ό τι θέλετε, τους είπα και έφυγα. Η υπόθεση έκλεισε. Ούτε διαφορές υπήρξαν στη συνέχεια.
Υπήρξε και ένα ακόμα επεισόδιο. Στο μάθημα της φυσικής –ηλεκτρονικής (νομίζω τέταρτη λυκείου) πρότεινα στο δάσκαλο μια γεννήτρια, η οποία θα μπορούσε να παρήγαγε ρεύμα για έναν κινητήρα, εφόσον μια δεύτερη πηγή ρεύματος (επαναφορτιζόμενη μπαταρία αυτοκινήτου) θα συμπλήρωνε τις απώλειες, ενώ η μπαταρία θα επαναφορτίζονταν αυτομάτως, (Κάτι σαν τα πράσινα αυτοκίνητα σήμερα). Ο καθηγητής μόνο χαμογέλασε. Τόσο όμως αρκούσε να με κατηγορήσουν ότι στηρίζω αντιδραστικές ιδέες, όπως ήταν το perpetuummobiles… Με αποκάλεσαν Ντίνο Τσίτσο. Δεν γνώριζα τίποτε γι΄αυτόν και εκεί έμαθα ότι είχε παράγει ένα αεροπλάνο, η λειτουργία της μηχανής του οποίου στηρίζονταν στην αρχή του perpetuummobiles….
Πανεπιστήμιο 1978-1981
Από την πανεπιστημιακή ζωή κατάλαβα ότι το να είσαι φοιτητής είναι το καλύτερο «επάγγελμα», υπό την έννοια ότι έχεις χρόνο για όλα. Για μένα προσωπικά η ρήση αυτή έχει νόημα όταν πετυχαίνεις το στόχο σου.
Στόχος για μένα ήταν η αποφοίτηση και η επιστροφή στο Αργυρόκαστρο ως δημοσιογράφος, δλδ μια καταξιωμένη θέση.
Ξεκίνησα όμως τις σπουδές αρνούμενος των πανεπιστημιακό περιβάλλον. Ήταν κυρίαρχο το αίσθημα «του νικητή» ότιτα κατάφερα να περάσω το κατώφλι του πανεπιστημίου. Τα υπόλοιπα ήταν ασήμαντα. Στη συνέχεια έλαβα το μήνυμα (χαστούκι) από καθηγητή που μου είπε ότι ικανότητα είναι να αποφοιτήσεις με άριστα αποτελέσματα και όχι να προκαλείς την τύχη σου με τη συμπεριφορά σου. Έγινα άριστος φοιτητής, αλλά και ότι είχα σίγουρη τη θέση εργασίας μετά την αποφοίτηση. Έτσι έλπιζα ! Κατέληξα δάσκαλος στο Βορά, αφού πρώτα είχα αρνηθεί δύο προτάσεις για αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο!
Στο Πανεπιστήμιο πάντως συνέχισα να δοκιμάζω και να σφυρηλατώ την επιμονή και θέληση για δουλειά μέσω σκληραγώγησης. Πολύ αργά θα καταλάβω ότι στέρησα από τον εαυτόν μου τις απολαβές και χαρές των καλύτερων χρόνων της ζωής. Και είχα ασφαλώς παρέα τη φτώχια!
Το εμπόδιο … η γνώση της ελληνικής,… δεν ήμουν απόφοιτος της παιδαγωγικής ακαδημίας…!
Ο μέσος όρος βαθμού μου στη λήξη του λυκείου ξεπερνούσε το εννιά, αλλά για να βγάλω το πανεπιστήμιο μου δόθηκε άλλη ευκαιρία. Η συνεργασία μου επί δύο χρόνια με τον τοπικό τύπο, μου ένταξε στην ομάδα των πέντε ατόμων (4 αγόρια και ένα κορίτσι) που θα ετοιμάζονταν να διαδεχθούν την ηλικιωμένη γενιά στην ελληνική μειονοτική εφημερίδα Λαϊκό Βήμα.
Η επίτευξη του στόχου δύσκολη. Δεν έφταιγε πλέον η βιογραφία μου. Ο κ. Χούτας καθάρισε. Μπήκε εγγυητής για μένα και την οικογένειά μου… !
Το μεγάλο εμπόδιο ήταν το γεγονός ότι εγώ, κι ένας ακόμα από την ομάδα των πέντε, δεν ήμασταν απόφοιτοι της μέσης παιδαγωγικής ακαδημίας στην ελληνική γλώσσα… άρα ήμουν ακατάλληλος. Δεν γνωρίζω πώς τα κατάφερε ο άλλος συνυποψήφιος … Εγώ έμεινα καθημερινά στην κομματική επιτροπή παρακαλώντας την γραμματέα της προπαγάνδας, η οποία ήταν αγράμματη, αλλά από εκείνη εξαρτιόνταν η εφημερίδα Λαϊκό Βήμα. Ναι, την παρακαλούσα για να μη μου στερούσε αυτή την ευκαιρία ζωής. Εκείνη όμως ήταν ανένδοτη. Είδα και αποείδα και κάποια στιγμή απογοητευμένος ετοιμάστηκα να τα παρατήσω!
Δεν έκανα θόρυβο πολύ. Είχαν μεσολαβήσει εις βάρος μου άλλα φρικτά γεγονότα και δεν μπορούσα να ρισκάρω…!
Στο γραφείο ήταν και ένας άντρας. Πολλαπλασίαζε σε έναν σύγχρονο πολύγραφο κάποιο δακτυλογραφημένο κείμενο. Δεν τον γνώριζα. Γύρισε τότε και είπε στην γραμματέα. Συντρόφισσα… μη τον αδικείς. Ο ΣαμίΦράσσερι ήταν Αλβανός, αλλά έγραψε το ετυμολογικό λεξικό της Τουρκίας. Αυτός έχει την ελληνική μητρική γλώσσα και βλέπεις πόσο επιμένει … θα τη μάθει και θα γίνει καλός!!
«Έτσι λες εσύ Χρίστο;!» Του είπε εκείνη! «Εφόσον επιμένετε όλοι, υπογράφω!» Και το έκανε παρουσία μου…..
Ο Χρίστος, ήταν «μειονοτικός» από την Πέπελη και τελούσε χρέη γραμματέα του κόμματος για την οικονομία… Όντως δεν τον γνώριζα… Αργότερα τον συνάντησα πολλές φορές αλλά δε θυμότανε την ευεργεσία του στη ζωή μου!!
Τα φρικτά γεγονότα που είχαν μεσολαβήσει;;!!
Η απεργία και το τίμημα….
Εκείνη την περίοδο τα αγόρια απόφοιτοι λυκείου δεν μπορούσαν να πάνε κατευθείαν πανεπιστήμιο αν δεν περνούσαν το χρόνο δοκιμασίας στην παραγωγή. Μπορεί να ήταν ένα ή δυο χρόνια.
Εμάς τους απόφοιτους λυκείου από το χωριό, μόλις αποφοιτήσαμε, Αύγουστος 1977, μας έστειλαν σε ένα αρδευτικό έργο στη Ζαγοριά. Μας έβαζαν να επενδύαμε με πλάκες διάφορα κανάλια, να χτίζαμε γέφυρες πάνω από τις οποίες θα περνούσε το νερό για άρδευση και κάτω τα νερά του λάκκου. Εμείς δεν είχαμε καμιά εξειδίκευση για τέτοιες εργασίες. Δεν είχαμε ούτε κατάλληλα εργαλεία. Η δουλειά δεν είχε απόδοση. Συνεπώς, δεν ανταποκρινόμασταν στους στόχους της επιχείρησης και η πληρωμή ήταν τόσο χαμηλή που δεν περίσσευε τίποτε. Μέναμε σε ένα κοινό χώρο 45-50 άτομα. Η κουζίνα δεν είχε εφοδιασμό και ο μάγειρας ένας τεμπέλης. Πεινούσαμε κιόλας. Η μόνη μας χαρά ήταν όταν βγαίναμε τα απογεύματα στο γειτονικό χωριό, τη Σέπερη. Εκεί, κάτω από τον βαθύ ίσκιο των δέντρων έβγαιναν τα κορίτσια του χωριού μαζί με εκείνα που ερχότανε από διάφορες πόλεις για τις διακοπές. Μας περίμεναν, αλλά μόλις μας έβλεπαν σα σύννεφο, μαζεύονταν όλες σε μια γωνιά και μας κρυφοκοιτούσαν…!!!
Με τα πρωτοβρόχια παρατήσαμε ομαδικά τη δουλειά και φύγαμε. Ήταν αδύνατο να μείνουμε άλλο. Η επιχείρηση δεν ανέλαβε καμιά ευθύνη και εμάς μας κατηγόρησαν για οργανωμένη απεργία, κάτι που απαγορεύονταν με το Σύνταγμα και θεωρούνταν εχθρική πράξη. Δεν μπορούσαν όμως να μας τιμωρήσουν ομαδικά και ως συνήθως βρήκαν τους «διοργανωτές» και «υποκινητές». Ήμουν εγώ και δύο άλλα παιδιά. Δεν γνωρίζαμε όμως τίποτε και ο καθένας μας πήγαινε στην επιχείρηση να βρει άλλο μέτωπο διότι δεν έπρεπε να χάσουμε μέρες. Στην ουσία κανείς δεν μας χαμπάριαζε.
Μια μέρα με πλησίασε ένας δικός μας, από Δερβιτσάνη, «με κακή βιογραφία» και μου είπε κρυφά. Πάτε φούντα, ο γραμματέας του κόμματος σας ετοιμάζει τα χαρτιά για το φρέσκο. Τρέξε, πέσε στα γόνατα, ίσως του αλλάξεις γνώμη. Είναι δικός μας, αλλά είναι κέρατο.
Η απόσταση μέχρι το γραφείο του γραμματέα ήταν πάνω από δύο χιλιόμετρα. Δεν ξέρω πως έφτασα εκεί, πετώντας ή τρέχοντας. Όντως ο κομματικός γραμματέας έγραφε το δικό μας μπουγιουρντί. «Εκεί θα βάλετε γνώμη» μου είπε χωρίς να σηκώσει το κεφάλι. Άρχισα από τα παρακάλια, αλλά δεν ήξερα τι συγκεκριμένα έπρεπε να του ζητούσα.. Ύστερα από κάμποσο μου είπε: «είναι εντολή του κόμματος δεν έχω τι να σας κάνω, δε σας φταίω εγώ» Τα μάτια μου ήταν γεμάτα δάκρυα, όταν άνοιξε η πόρτα. Μπήκε μέσα έναν άντρας με γυαλιά. Φαίνεται γνώριζε την υπόθεση και όταν με είδε σε εκείνη την άθλια κατάσταση, είπε στο γραμματέα. Μιχάλη, είναι όντως κρίμα! Είναι παιδιά νέα, μη τους χαλάς τη ζωή, εφόσον είναι στο χέρι μας. Υπέθεσε ότι θα ήταν ένα δικό σου παιδί. Δώστους μια ευκαιρία!!
Α, έτσι λες εσύ Κάσο, του είπε ο Μιχάλης. Καλά σ΄ακούω!,- Πρόσθεσε, αφού σκέφτηκε λίγο κοιτάζοντας από μένα, που του είχα καρφώσει τα γουρλωμένα μάτια μου. Σηκώθηκε έσκισε τα χαρτιά που έγραφε και μου είπε: «Φύγε και βάλτε μυαλό!!» Αργότερα έμαθα ότι ο Κάσο ήταν ο αρχιμηχανικός της επιχείρησης από τους πάνω μαχαλάδες του Αργυροκάστρου.
Η παγίδα δραπέτευσης των συνόρων
Δεν τελείωσε όμως εδώ και δεν ξέρω τίνος έργο ήταν η παγίδα που μου έστησε ένας παιδικός μου φίλος από το χωριό. Ήταν προχωρημένο Φθινόπωρο. Ο φίλος μας κάλεσε, τρεις άλλους κι αυτός τέσσερις,για να του κάνουμε παρέα για να αντάμωνε ένα κορίτσι από γειτονικό χωριό με το οποίο ισχυρίζονταν ότι τα είχε μπλέξει. Το κορίτσι, δύο φορές ψηλότερο από το φίλο μας, πήγαινε από τις τρεις η ώρατο πρωίνα πάρει το γάλα από ένα κοπάδι με αγελάδες κοντά στα ελληνικά σύνορα, σε άκρως απαγορευμένη στρατιωτική ζώνη.
Αποφασίσαμε να πάμε. Φθάσαμε στα Βρυσσερά στις τέσσερις η ώρα. Ο φίλος μας κέρασε από ένα διπλό φερνέτ, τοπικό ποτό, για να ζεσταθούμε και βγήκαμε να προχωρήσουμε προς την απαγορευμένη ζώνη. Εκείνη τη στιγμή, παρά τα έντονα παρακάλια και φιλότιμες προτροπές του φίλου μου, αποφάσισα αμετάβλητα να γυρίσω πίσω.
Γύρισα στο χωριό πήρα το γάιδαρο και έφυγα στο δάσος, μια ώρα και βάλε μακριά, για ξύλα. Γύρισα αργά σπίτι και κατά το έθιμο βγήκα στο μεσοχώρι. Σε μια γωνία στο καφενείο άκουσα έναν άντρα, που τον είχαμε για χαφιέ, να λέει στον γραμματέα του κόμματος του χωριού, ξάδερφός μου. «Για να φύγει δεν έφυγε, ή τον σκότωσαν, ή τον έχουν μέσα και δεν μαρτυρούν. Δεν μαρτυρούσαν τίποτε γι΄αυτόν και οι άλλοι δυο.» Και ο ξάδερφός μου, «Να μου το φέρουν εδώ, θα τον σκοτώσω με τα χέρια μου! Μας ντρόπιασε …» Ήταν τόσο αφοσιωμένοι που δεν με πρόσεξαν που τους άκουγα. Την ίδια στιγμή ένιωσα δυνατά χέρια να με αγκαλιάζουν, φωνές που έλεγαν «Νάτος, είναι εδώ…!» μετά με σήκωναν πάνω και φώναζαν ξανά από χαρά! Τα όσα άκουσα στο τραπέζι με το χαφιέ αφορούσαν έμενα… Το πρωινό ήταν παγίδα. Τους άλλους δυο φίλους μου, (και όχι εκείνος που μας κουβάλησε εκεί για «το κορίτσι») τους συνέλαβαν οι φρουροί και τους κράτησαν σε ανακρίσεις στο Αργυρόκαστρο όλη μέρα! Αγνοούνταν η τύχη μου και οι ανακριτές ήθελαν να ξέρουν τι είχα απογίνει!
Μέχρι τον Μάρτη του 1978 εργάστηκα στην ίδια επιχείρηση. Μετά μας μεταφέρανε στο Τεπελένι για να ανοίξουμε αυτοκινητόδρομο από το Τεπελένι στην Μπέντσα.
Η πανεπιστημιακή ζωή.
Μια μέρα στα τέλη του Αυγούστου 1978 με μια ξύλινη βαλίτσα που είχα φτιάξει μόνος και είχα μέσα λίγα ρούχα και με μια τσάντα φτιαγμένη επίσης από τα δικά μου χέρια όπου είχα βάλει λίγα τρόφιμα, έφτασα στο Πανεπιστήμιο του Ελμπασάνι να σπουδάσω φιλολογία. Υπέρμετρος ο ενθουσιασμός και δικαιολογημένος. Πρώτο τα είχα καταφέρει να πάω πανεπιστήμιο, όνειρο τότε για κάθε νέο. Ιδιαίτερα στην περίπτωσή μου. Ένιωθα πλέον καταξιωμένος. Είχα αφαιρέσει από τις πλάτες τις συνέπειες της θιγμένης βιογραφίας. Τα είχα καταφέρει μόνος μου. Δεύτερο. Η επίμονη συνεργασία μου από μικρός με τον τοπικό τύπο με είχε εντάξει στην επιλεγμένη ομάδα που θα αναλάβανε την ανανέωση της σύνταξης της παλιότερης εφημερίδας στη μητρική γλώσσα.
Η περίοδος δοκιμασίας στην παραγωγή με τις γνωστές ταλαιπωρίες που είχα περάσει, ευτυχώς χωρίς κάποιες πολιτικές συνέπειες, μου είχαν δώσει έναν άλλο αέρα, αέρα νίκης. «Μετά απ΄αυτό ό τι θέλει ας γίνει» έλεγα μέσα μου και αυτή η εσωτερική φωνή άρχισε να καθοδηγεί τη φοιτητική μου ζωή στα πρώτα της στάδια.
Είχα ξεπεράσει πολύ γρήγορα το κενό που προκαλεί κάθε μεταβατικό στάδιο. Αγνοούσα την τυπική και σχολαστική πειθαρχία και την οργανωμένη ζωή, τα ωράρια, την πρωινή γυμναστική. (Κάθε πρωί νωρίς έτρεχα μέχρι και 7 χιλιόμετρα, έκανα ντους με κρύο νερό και όταν κατέβαινα για το πρωινό ο κομματικός εκπρόσωπος μου ζητούσε να ενταχτώ στην οργανωμένη πρωινή γυμναστική). Αρνούμουν να ξεφορτώσω φορτηγά με κάρβουνο για τους λέβητες του πανεπιστημίου. Δε σεβόμουν το νυχτερινό ωράριο επιστροφής στη φοιτητική λέσχη… Ώρες ολόκληρες έπαιζα ποδόσφαιρο. Στα μαθήματα, ανεξαρτήτως από τις απαντήσεις οι βαθμοί ήταν αρνητικοί. Υπήρχαν καθηγητές οι οποίοι, επειδή φορούσα μια ζακέτα τζιν την οποία είχα ράψει ο ίδιος, με μαζεμένα μανίκια, με χαρακτήριζαν Αμερικανό στρατιώτη. Ό τι πιο εχθρικό στην τότε Αλβανία.
Το πρέπον χαστούκι, στην κατάλληλη στιγμή, η στροφή 180 μοιρών και οι υψηλές επιδόσεις μου.
Όλα σταμάτησαν όταν ένα βράδυ ένας καθηγητής, σε βάρδια στρατιωτικής υπηρεσίας, με κάλεσε στο γραφείο του. Μου είπε ότι είχα αποχτήσει παντού αρνητική φήμη και συνεπώς προσέφερα την χειρότερη υπηρεσία στον εαυτόν μου. «Αν θα συνεχίσεις έτσι αυτοί θα σε διώξουν από το πανεπιστήμιο και όχι μόνο τόσο, αλλά θα σε πάνε και φυλακή», μου είπε. «Αν θέλεις να ολοκληρώσεις τις σπουδές πρέπει να αλλάξεις πορεία, να στρωθείς στη δουλειά. Αν δε θέλεις, γύρισε σπίτι σου, πλάτες έχεις σύρε και βοήθησε την οικογένειά σου…!!!»
Ήταν το πρέπον χαστούκι και στην κατάλληλη στιγμή. Έκανα τη στροφή των 180 μοιρών. Απέφυγα την θέση του αλεξικέραυνου, ή τουλάχιστον δεν προκαλούσα τους κεραυνούς εναντίον μου. Στα μαθήματα υποδειγματικός, δραστήριος και δημιουργικός. Άρχισα να γράφω άρθρα στον κεντρικό λογοτεχνικό και στον τοπικό τύπο. Επιλεγόμουν ως ομιλητής σε σοβαρές εκδηλώσεις του Πανεπιστημίου, ή για λογαριασμό του. Ο καθηγητής της ψυχολογίας μου ζήτησε, να υπερασπιστώ με εργασία την εξέταση του μαθήματος με το θέμα: -«Γιατί εγώ πιστεύω στο «μάτι» και στην τηλεπάθεια». Στη συνέχεια μου πρότεινε να εξειδικευτώ στα ψυχοπαιδαγωγικά με προοπτική να αναλάμβανα αναπληρωτής του στο Πανεπιστήμιο. Το απέφυγα διότι πίστευα στην αποστολή μου που μου έδωσε το στάτους του φοιτητή. Ένας άλλος καθηγητής, που μας δίδασκε γλώσσα, μου ζήτησε επίσης το ίδιο και το απέφυγα. Με ρώτησε γιατί ήθελα τόσο πολύ να γυρίσω στο Αργυρόκαστρο και του είπα ότι ο τόπος μου έχει πολλά λαογραφικά τραγούδια και παραδόσεις που με περιμένουν….! Πρόσεξε, μου είπε, θα σε στείλουν ως δάσκαλο στο Βορρά και θα το μετανιώσεις! (Σαν να μου το έταξε. Τότε τον διορισμό των στελεχών αποφάσιζε το Υπουργείο Παιδείας και γενικώς τα στελέχη απ΄όλο τον Νότο κατέληγαν στο Βορά για τον εκπολιτισμό του)
Υπήρξαν εξετάσεις που πήρα το μέγιστο βαθμό με μόνο δύο προτάσεις, ή και εξετάσεις που έπαιρνα δέκα χωρίς καν να μπω στην εξέταση… Ο μέσος όρος βαθμού στο πανεπιστήμιο ήταν 9.1 και ήμουν ο μόνος φοιτητής που υπερασπίστηκα το πτυχίο με πτυχιακή εργασία. Πρότεινα για εργασία ένα θέμα για τον Κανταρέ. Ο καθηγητής του συνταχτικού, που επέμενε να μείνω στο πανεπιστήμιο αναπληρωτής του, μ’ απέτρεψε. Κατηγόρησε τον Κανταρέ μέχρι το σημείο που τον αποκάλεσε κλέφτη λογοτεχνικών θεμάτων και έργων από ξένους συγγραφείς, οι οποίοι δεν είναι γνωστοί στο αλβανικό κοινό. Πρώτη φορά ζούσα τέτοια απομυθοποίηση του Κανταρέ, αλλά δεν είπα τίποτε ποτέ! Δεν δέχτηκα ούτε την πρότασή του. Τότε αποφάσισε η επιτροπή ένα από τα γνωστά θέματα της εποχής, για τη συνεισφορά του Χότζια στην λογοτεχνία και τις τέχνες του σοσιαλιστικού ρεαλισμού. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα δύσκολο θέμα διότι το αντικείμενο ήταν σχεδόν ανύπαρκτο. Η διατριβή γράφτηκε σε ένα χωριό στην Πούκα, στο Βορά της Αλβανίας, όπου ήμουν δάσκαλος. Το μεγαλύτερο μέρος ήταν αφιερωμένο στην θέση συγγραφέων σε σχέση με το θέμα που πραγματεύονταν από την αρχαιότητα. Βαθμολογήθηκα με εννιά.
Στο Πανεπιστήμιο δυστυχώς, δεν έμαθα αγγλικά, γιατί ήμουν το μόνο αγόρι μεταξύ 8 κοριτσιών, τα οποία μαζί με τον γεροντοπαλίκαρο καθηγητή δεν ήθελαν να είμαι μαζί τους … Ο καθηγητής για να με βαθμολογήσει μου έδινε να μεταφράσω ποιήματα από Άγγλους κλασικούς ποιητές και διάβαζε τις μεταφράσεις μου ο ίδιος φωναχτά και με θαυμασμό…!
Ο πολυάσχολος και πολυμήχανος φοιτητής
Έγραφα τραγούδια ή μετέφραζα στα αλβανικά γνωστά ελληνικά τραγούδια, που ερμήνευε στη συνέχεια η ομάδα μουσικών, φίλοι από Κορυτσά, Αργυρόκαστρο, Λιούσνια…. Η εκδήλωση της ελληνικότητας στο ζενίθ, τόσο που όλοι με φώναζαν «ο γκρεκ». Αργά τα βράδια θα πήγαινα στο φοιτητικό κέντρο διασκέδασης (προπαγάνδας), στο οποίο ήταν υπεύθυνος ένας συμφοιτητής μου, για να ακούσω ελληνική μουσική. Οι ελληνικοί σταθμοί, όμως δύσκολα να εντοπιστούν . Με πολύ θόρυβο ακούγαμε το ραδιόφωνο της ΕΡΤ στα μεσαία από τη Θεσσαλονίκη, ή τίποτε άλλους σταθμούς στα βραχέα. Δεν μπορεί να ξεχαστεί ποτέ η καπνίλα από το τσιγάρο που κάπνιζαν όλοι εκεί μέσα.
Υπό τον έλεγχό μας ήταν και η αίθουσα της τηλεόρασης, όπου ο ρόλος μου ήταν να δυσκόλευα την λειτουργία της τηλεόρασης όπου βλέπαμε μόνο τα Τίρανα, ώστε να αναγκάζονταν οι άλλοι οι φοιτητές να έφευγαν και μετά να ταχτοποιούσα την κεραία για να βλέπαμε εμείς τα Σκόπια, όπου παρακολουθούσαμε ξένες ταινίες, ποδόσφαιρο, μουσική.
Από την άλλη κατασκεύαζα με ξυράφια ηλεκτρικές αντιστάσεις για την εξασφάλιση ζεστού νερού, κυρίως για τα κορίτσια που μας έπλεναν και τα ρούχα μας. Κούρευα φοιτητές, γιατί όχι και φοιτήτριες.
Στη μηνιαία στρατιωτική εξάσκηση μου εμπιστεύονταν την αποθήκη με τα τρόφιμα. Σε μια τέτοια θητεία, στο βουνό Γκίναρι, έδινα σε όλους, κυρίως σε καθηγητές βούτυρο με ζεστό ψωμί και τυρί, ως συμπληρωματική τροφή. Στο τέλος βγήκα έλλειμα. Έξυσα το ξύλινο βαρέλι μέχρι τον πάτο, αλλά δεν καλύπτονταν το έλλειμα. Δεν μιλούσε κανείς. Οι καθηγητές περίμεναν να βρω τη λύση. «Καλά, είπα στο στρατιωτικό έλεγχο, θα πάρω τα περίσσια φασούλια και μακαρόνια και θα τα αλλάξω με βούτυρο στο συνεταιρισμό!» «Δεν πιάνεσαι με τίποτε !», μου είπαν οι ελεγκτές και η υπόθεση έλυσε.
Μέλος της κάθε ομάδας ποδοσφαίρου στο πανεπιστήμιο, τόσο που δύο συμφοιτητές επαγγελματίες ποδοσφαιριστές στην ομάδα Α’ κατηγορία του Ελμπασάνι μου ζήτησαν να ενταχτώ κι εγώ, αλλά δε δέχτηκα, γιατί θα πλήττονταν η απόδοση μου στα μαθήματα.
Η συγγραφή του πρώτου δράματος στη μητρική γλώσσα και ο σύλλογος Ελλήνων…
Όντας φοιτητής και σε συνεργασία με ομογενείς φοιτητές στα Τίρανα, αποφασίσαμε τη δημιουργία ενός συλλόγου Ελλήνων διανοουμένων που θα κρύβονταν πίσω από ένα θεατρικό έργο με πολλά πρόσωπα. Τότε απαγορεύονταν με τον νόμο η ίδρυση συλλόγων πέρα από τη λογική των μαζικών οργανώσεων που αποφάσιζε το κομμουνιστικό καθεστώς. Ανέλαβα τη συγγραφή του θεατρικού έργου. Ένα δράμα με τέσσερις πράξεις. Έφερε τίτλο «Χειμωνιασμένη αγάπη». Θέμα της, μια καταδικασμένη αγάπη στο Μεσοπόλεμο. Μετείχαν 21 πρόσωπα, ενώ γνωρίζαμε ότι η επιτυχία ενός θεατρικού έργου έγκειται μεταξύ των άλλων στα λίγα πρόσωπα. (!). Οι ομογενείς φοιτητές που σπούδαζαν για δράμα στο Καλών Τεχνών στα Τίρανα, το θαύμασαν. Το σχέδιο όμως δεν προχώρησε για λόγους που εκείνοι γνώριζαν, αλλά δε μάθαμε ποτέ. (Το δράμα το ανέβασα στη σκηνή για πρώτη και τελευταία φορά όταν χρημάτισα δάσκαλος στους Σχωριάδες στο Πωγώνι, με ηθοποιούς τις νέες και νέους του χωριού. Εγώ, ως συγγραφέας ήμουν ταυτόχρονα και ηθοποιός και σκηνοθέτης και σκηνογράφος).
Οι δημοσιογραφικές αποστολές τα καλοκαίρια και ο πρώτος πειρασμός για το αυτόχθον των Ελλήνων στα εδάφη τους στην Αλβανία.
Κάθε Καλοκαίρι εργαζόμουν στο συνεταιρισμό στο χωριό, αλλά και πήγαινα σε διάφορες δημοσιογραφικές αποστολές για λογαριασμό της εφημερίδας «Λαϊκό Βήμα» ως δόκιμος συντάχτης. Σε μια από αυτές τις αποστολές, προς το Πωγώνι έτυχε να ήμουν μέλος της αποστολής αποτελούμενης από τον ιστορικό Φ. Λίτσιο, τον Μ. Δαλιάνη και τον αρχισυντάκτη Α. Λάπα. Από τις συζητήσεις που έκαναν πληροφορήθηκα ότι ο Δαλιάνης είχε λάβει εντολή για να γράψει ένα ιστορικό βιβλίο για τη συμμετοχή της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, (Μάλιστα είπε ότι είχε πάρει και τα απαιτούμενα αρχεία. Συνεπώς έτσι εξηγείται που στο βιβλίο που έκδωσε για το θέμα αυτό μετά το 1991, έχει τόσες αρχειακές πηγές). Ο δε Λίτσιος είχε αναλάβει να γράψει ένα βιβλία για την ιστορία της Δρόπολης. Η συζήτηση στράφηκε στον τρόπο κατοχύρωσης της αλβανικής θέσης ότι οι Δροπολίτες είχαν έρθει σχετικά αργά στο σημερινά μας εδάφη. Τους μπέρδευε ένα βιβλίο το οποίο γι΄αυτούς δεν ήταν ιστορικό (Πρόκειται για το «Χρονικό της Δρόπολης», γραμμένο κατά τον 18 αιώνα) και το όνομα «Δρόπολη».
Επέμβηκα στη συζήτηση ρωτώντας και αναλύοντας, ότι ποιος κατοικούσε στην περιοχή πριν από τους Δροπολίτες (;!) και ότι όλα δείχνουν και το όνομα (κατά τη συζήτησή τους) είναι αρχαίο. Στο τζιπ της εφημερίδας έπεσε για λίγο σιωπή. Μετά επέμβηκε ο αρχισυντάκτης για να μου πει. «Παναγιώτη, εσύ θα κάνεις καλά να μη μιλήσεις, δεν είναι δουλειές σου αυτές»
Η κουβέντα δε συνεχίστηκε πάνω στο ίδιο θέμα. (Το ερέθισμα αυτό θα με ακολουθήσει και απασχολήσει όλη μου την επόμενη ζωή, μέχρι που το 2016 έκδωσα το τρίτομο βιβλίο «Τα ταξίδια της Φηγού», στον πρόλογο του οποίου αναφέρω ότι η συγγραφή του είχε αρχίσει από τα χρόνια της φοιτητικής ζωής.
Η δύσκολη οικονομική κατάσταση της φοιτητικής μου ζωής.
Η πανεπιστημιακή ζωή είχε για μένα ξανά τη δύσκολη οικονομική όψη. Από την οικογένεια μου έστελναν ακριβώς 1840 λεκ, όσα ήταν η υποχρέωση προς το κράτος για φοίτηση, διατροφή και στέγαση. Δεν υπήρχε δεκάρα παραπάνω για χαρτζιλίκι μου, ή για να φορεθώ. Τα χρήματα εργασίας μου στην παραγωγή είχαν ενταχτεί στον οικογενειακό προϋπολογισμό. Επίσης, κάθε καλοκαίρι, μάλλον από την 7η τάξη εργαζόμουν με ετήσιο εισόδημα που ξεπερνούσε τις 5 χιλιάδες λεκ. Όμως, η λογική στην οικογένεια ήταν τέτοια που δεν επέτρεπε να είχα μια καλύτερη οικονομική μεταχείριση. Αυτό συνεχίστηκε και όταν εγώ το δεύτερο έτος, με τη βοήθεια του Πρύτανη Βασίλη Καμάνι, κατάφερα να βγάλω μισή υποτροφία. Η οικογένεια συνέχισε να μου στέλνει γενικώς 920-950 λεκ το μήνα. Ο μεγάλος αδερφός που είχε δική του οικογένεια μου έστελνε πότε πότε από λίγα χρήματα. Για να απαλλάξω την οικογένεια από τις οικονομικές υποχρεώσεις επέλεξα να πάω σε τρίχρονο περιφερειακό πανεπιστήμιο και όχι στο τετράχρονο των Τιράνων. Κι αυτό θα μου κόστιζε αρκετά στο μέλλον.
Για να εξοικονομήσω χρήματα για τις περεταίρω ανάγκες μου και για να αγόραζα βιβλία, στηρίχτηκα στις αμοιβές των εφημερίδων για τα άρθρα που έγραφα και στην ανάληψη του ρόλου να μοιράζω το δείπνο στους συμφοιτητές, για να μη έρχονταν βραδινή βάρδια το τακτικό προσωπικό. Εννοείται με σιωπηλή συμφωνία του Πρύτανη. Πουλούσα φθηνά το δικό μου δελτίο και έβγαζα κάποιες περίσσιες μερίδες τις οποίες έδινα με πουρμπουάρ σε φίλους που δεν είχαν δελτία συσσιτίου.
Ο Πρύτανης Βασίλης Καμάνης και το μέλλον μου.
Ανέφερα το όνομα του Πρύτανη διότι με αγαπούσε ιδιαίτερα και με υποστήριξε πολύ. Όταν μετά την αποφοίτηση διορίστηκα δάσκαλος στο Βορά, με κάλεσαν στην επέτειο ίδρυσης του Πανεπιστημίου ως φοιτητής με υψηλές επιδώσεις. Ενώ βρισκόμουν στην αυλή του κεντρικού κτιρίου, ο Πρύτανης με είδε, βγήκε στο παράθυρο της πρυτανείας και μου έγνεψε να ανέβω. Ανεβαίνοντας τα σκαλιά είδα τη φωτογραφία μου, ανάμεσα σε 15-20 άλλες σε έναν πίνακα όπου αναγράφονταν. «Η τιμή και η περηφάνεια του Πανεπιστημίου μας». Από την μισάνοιχτη πόρτα άκουσα τον πρύτανη να λέει στον συνομιλητή του. «Θωμά, σε παρακαλώ, θέλω να βοηθήσεις αυτό το παιδί. Έβγαλε το πανεπιστήμιο με μια μπλούζα και με άριστα αποτελέσματα. Δε θέλησε να μείνει καθηγητής εδώ γιατί προορίζονταν να επιστρέψει στο Αργυρόκαστρο στον τομέα της προπαγάνδας..» Ο Θωμάς τον διέκοψε «Το γνωρίζω… ήταν ο μόνος που αντιλόγησε στην Κεντρική Επιτροπή, όταν το κάλεσαν μαζί με 70 άλλους, ως ανυπότακτο… Θα κάνω ότι μπορώ Βασίλη…!»
(Η κόκκινη ακριλική μπλούζα, όντως έχει τη δική της ιστορία. Την είχα αγοράσει με τον τρόπο που ανέφερα από την πρώτη χρονιά. Πήγαν όμως να την πλύνω σε πολύ ζεστό νερό. Η μπλούζα τσαντίλωσε, τόσο που χωρούσα διπλός. Για να συνέχιζα να τη φοράω δίπλωσα και στένεψα όπως μπορούσα να μανίκια και στον χαμηλό γιακά πέρασα ένα λεπτό λάστιχο. Ήταν η καλύτερη και ζεστότερη μπλούζα μου. (!) Αργά, στο τρίτο έτος, κατάφερα να αγοράσω μια παρόμοια αλλά ουρανή και να ράψω ένα σακάκι, το οποίο φόρεσαν σχεδόν όλα τα αγόρια για τις φώτο του πτυχίου.
Εκπαιδευτικός 1981-1985
Το δράμα, από δημοσιογράφος στο Αργυρόκαστρο, εκπαιδευτικός στο Βορά, την Πούκα.
Ο διορισμός στη σύνταξη της εφημερίδας «Λαϊκό Βήμα», της πρώτης απόφοιτης από την πενταμελή ομάδα που προορίζονταν για το σκοπό αυτό, (ήταν κορίτσι, δλδ δεν είχε πάει μετά το λύκειο ένα ή δύο χρόνια στην παραγωγή και φοιτούσαμε στο ίδιο πανεπιστήμιο), εμφάνιζε σίγουρη την μελλοντική μου καριέρα. Δημοσιογράφος στην ελληνική μειονοτική εφημερίδα. Αυτό βέβαια προκαλούσε και κύρος και ζήλια και θαυμασμό.
Ένα χρόνο μετά ήρθε η δική μου αποφοίτηση. Περνούσε το Καλοκαίρι και ενώ όλοι μου οι φίλοι είχαν πάρει διορισμό, η πλειοψηφία στο Βορά, εγώ, που είχα «σίγουρο» τον διορισμό μου από τότε που έγινα φοιτητής, δεν είχα καμιά ενημέρωση. Ο καθηγητής της φιλοσοφίας, με τον οποίο ήμασταν κολλητοί και είχε αναλάβει την ενημέρωσή μου, δεν απαντούσε.
Στο Αργυρόκαστρο, ο νέος αρχισυντάκτης του «Λαϊκού», ο οποίος αντικατέστησε τον Λάπα, με απόφευγε, ενώ στην Κομματική Επιτροπή μου έλεγαν ότι θα έπρεπε να περίμενα.
Κάποια όμως στιγμή, αργά τον Αύγουστο, ενημερώθηκα ότι το Υπουργείο Παιδείας με είχε διορίσει δάσκαλο (και όχι δημοσιογράφο) σε ένα χωριό της Μιρντίτα, στο Βόρειο νομό της Πούκας και έπρεπε να παρουσιαστώ στο καθήκον. Ο πατέρας μου το βίωσε πολύ άσχημα. Παρ ολίγο να πάθει εγκεφαλικό. Εγώ δεν ήθελα τον εαυτόν μου. Μόνο η μάνα μου δεν πίστευε ότι έφευγα στην Πούκα. «Το ήξερα εγώ, έλεγε, αλλά δε θα τους περάσει !»
Στο «Λαϊκό» οι πόρτες έκλεισαν, ενώ στην Κομματική Επιτροπή μου έδιναν ελπίδες. Έτσι κύλησαν οι μέρες μέχρι που με κάλεσαν στην Κεντρική Επιτροπή στα Τίρανα ως άτακτο, μαζί με άλλους 70 απόφοιτους που αρνούνταν «να εισακούσουν στην απόφαση του κόμματος» για να πάνε να υπηρετήσουν στο Βορά.
Παρουσιάστηκα και ήμουν ο μόνος που δεν παρουσίαζα προσωπικούς και οικογενειακούς λόγους, αλλά πολιτικές ανάγκες, τη στελέχωση της ελληνικής μειονοτικής εφημερίδας. Ένας νεαρός που διεύθυνε τη συνάντηση αυτή καρότου και μάστιγας, σηκώθηκε νευριασμένος και μου φώναξε. «Άκου καλά, τα κανόνια της Κομματικής Επιτροπής του Αργυροκάστρου να πέσουν στην Κεντρική Επιτροπή εσύ θα φύγεις στο Βορά !» Επιδίωξα να απαντήσω και τότε επενέβη ο «σύντροφος» Θωμάς. Ψηλός με ευγενικό πρόσωπο και γκρίζα μαλλιά. «Δεν χρειάζεται, είπε ουδέτερα, άσε τον γνωρίζω εγώ τον Μπάρκα, αύριο θα είναι στην Πούκα» και μου έγνεψε να καθίσω.
Μετά τη σύσκεψη ήρθε και με βρήκε. Ήταν ο Διευθυντής Στελεχών Ανώτατης Παιδείας στο Υπουργείο Παιδείας. Το όνομά του Θωμάς Κυριάζης, με καταγωγή από την περιοχή της Κορυτσάς. Είχε υπηρετήσει καθηγητής στο Πανεπιστήμιό μου, αλλά εγώ ούτε τον πρόλαβα, ούτε τον γνώρισα. Δεν έμαθα ποτέ από πού με γνώριζε αυτός. Και όταν το ρώτησα κάποτε στο γραφείο του στο Υπουργείο δεν μ’ απάντησε, μόνο χαμογέλασε.
Προϋποθέσεις μετάθεσης αμέσως μετά τον διορισμό!
Λίγους μήνες αργότερα, στην επέτειο του Πανεπιστημίου μου, απ αυτόν το Θωμά ο πρύτανήςμου, ο Βασίλης Καμάνης, ζητούσε χάρη για μένα. Να βοηθούσε στη μετάθεσή μου από την Πούκα στο Αργυρόκαστρο. Και ο σύντροφος Θωμάς δεσμεύτηκε παρουσία μου. Μου ζήτησε γι΄αυτό δύο πράγματα. Πρώτο να μη δίσταζα ώστε κάθε φορά που θα επέστρεφα από την Πούκα ή για το Πανεπιστήμιο, ή για το Αργυρόκαστρο να περνούσα από το γραφείο του στο Υπουργείο και δεύτερο, την κατάλληλη ώρα θα περίμενε μια επιστολή από το Αργυρόκαστρο που να ζητούσε την μετάθεσή μου από την Πούκα στο Αργυρόκαστρο.
Εγώ δεν μαρτυρούσα σε κανένα που έμπαινα στο γραφείο του σύντροφου Θωμά με τόσο άνεση και άκουγα εκεί τα τρομαχτικά προβλήματα και παράπονα που είχαν γονείς και παιδιά που υπηρετούσαν όπως κι εγώ, αλλά για πολλά χρόνια στο Βορά και ζητούσαν να μεταφερθούν κάπου καλύτερα. Ούτε για το τι μου έλεγε κάθε φορά που θα με ξεπροβοδούσε. «Βλέπεις τι γίνεται και δεν καταλαβαίνουν ότι δεν μπορώ να τους βοηθήσω, αλλά εσύ μη απογοητεύεσαι …!»
Την επιστολή, αίτημα προς το αξιοσέβαστο Θωμά από το Αργυρόκαστρο για την μετάθεσή μου, την εξασφάλισε ο μακαρίτης ο πατέρας. Παρακάλεσε πολύ τον αρχισυντάκτη του Λαϊκού μέχρι που εκείνος του είπε ότι θα κάνουμε το αίτημα, αλλά με μια συμφωνία. Να μη ζητούσα διορισμό στην εφημερίδα, αλλά δάσκαλος όπου να ‘ναι.
Χαρούλα Αλεξίου και το τραγούδι με νόημα που της ζήτησα να τραγουδήσει…
Ένα απόγευμα προχωρημένου Καλοκαιριού του 1981, επέστρεψα από την Πούκα και το Ελμπασάνι, όπου είχα υπερασπιστεί το πτυχίο. Σταμάτησα στη Γράψη. Είχε συναυλία στην ύπαιθρο η Χαρούλα Αλεξίου, η πολύ αγαπημένη μου τραγουδίστρια. Άφησα χάμου την ξύλινη βαλίτσα και τα άλλα υπάρχοντά μου και παρακολουθούσα με όλο μου το είναι. Όταν τελείωσε ρώτησε αν εμείς, το σαστισμένο κοινό Ελλήνων, θέλαμε να τραγουδήσει και άλλα τραγούδια. Απέραντη σιωπή. Δε ξέρω πώς μου ήρθε και φώναξα δυνατά: «Φεύγω»! Η Αλεξίου άρχισε να τραγουδάει «φεύγω και αφήνω πίσω μου συντρίμμια…» Σιγοτραγουδούσα και εγώ, όταν μου ήρθε ένας άνδρας με γυαλιά ηλίου και μου είπε «σου αρέσει πολύ το τραγούδι αυτό , ε…;!» Ευτυχώς δεν υπήρξε συνέχεια!
Η είδηση της μετάθεσης
Το Καλοκαίρι πέρασε και καμιά απάντηση από τον Θωμά. Το Σεπτέμβριο και ενώ είχαν περάσει η πρώτες βδομάδες στην τρίμηνη στρατιωτική θητεία, (κατά τον κανόνα, κάθε αγόρι απόφοιτος πανεπιστημίου θα εκτελούσε και την τρίμηνη στρατιωτική θητεία που τον αναβάθμιζε σε εφεδρικό υπαξιωματικό στρατού), έγραψα μια απογοητευτική επιστολή στον Θωμά, που του έλεγα ούτε λίγο, ούτε πολύ ότι η ελπίδα μου έμοιαζε σαν το βερνίκι σε ένα σάπιο ξύλο. Αλλά τι έγινε! Σε τρεις μέρες εμφανίστηκε στο στρατόπεδο στο Αργυρόκαστρο ο μικρός αδερφός μου όλο χαρές για να μου φέρει τα συχαρίκια. Είχε έρθει η μετάθεση στο Αργυρόκαστρο…!
Ζήτησα από τον αδερφό μου να το κρατήσει μυστικό! Πίστευα και ένοιωσα εκείνη τη στιγμή η μεγάλη αυτή επιτυχία, να μετατεθώ από την Πούκα στο Αργυρόκαστρο σε ένα χρόνο, όταν δεκάδες άλλοι έμεναν διορισμένοι στο Βορά από 5-10 χρόνια, θα αποτελούσε αιτία αντιδράσεων που μπορεί να ακύρωναν την μετάθεσή μου αυτή.
Τι είχε συμβεί…. Και έφυγα στο Βορά;! (το τίμημα άρνησης της κρουσκιάς)
Ένα χρόνο πριν, 1981, μόλις είχα ολοκληρώσει τις σπουδές, ο νέος αρχισυντάκτης της εφημερίδας «Λαϊκό Βήμα» με κάλεσε για γεύμα στο σπίτι του. Είχε νύφη σε ένα από τα αγόρια του μια μακρινή ξαδέρφη μου. Ειλικρινά δεν πονηρεύτηκα διόλου για την σκοπιμότητα του γεύματος. Ζωηρός και αντάξιος της κουβέντας του σπιτονοικοκύρη, με τη σύζυγό του να μη ξεκολλούσε από πάνω μου τα μάτια της. Όταν τελείωσε το γεύμα η ξαδέρφη μου με ξεπροβόδισε και με ρώτησε πώς είδα την κόρη του αρχισυντάκτη. Ήταν λεπτούλα και μελαχρινή. Έδειχνε ιδιαίτερα μικρή και χωρίς θηλυκή έλξη. Μου είχε κάνει εντύπωση που έτρεμε ολόκληρη και δυσκολεύονταν πολύ στο κέρασμα. Αυτά είπα με ειλικρίνεια στην ξαδέρφη μου… Πολύ αργότερα, όταν δεν είχε σταλεί αίτημα στο Υπουργείο για τον προαποφασισμένο διορισμό μου στο «Λαϊκό», όταν ένιωθα έντονα την αποφυγή του αρχισυντάκτη, κατάλαβα περί τίνος πρόκειται. Ήταν αργά, αλλά και δε θα κολάκευα τον αρχισυντάκτη για την κόρη του. Την αρραβωνιάστηκε και παντρεύτηκε ένας άλλος από την γνωστή πεντάδα.
Στο άμεσο μέλλον μεσολάβησαν τρεις τέσσερις άλλες προσπάθειες συνοικεσίου με κορίτσια από «μεγάλες» οικογένειες στο καθεστώς, αλλά η αρχή μου ότι ο γάμος δεν είναι απόρροια διαπραγμάτευσης για καριέρα που σου καπιστρώνει τη ζωή, αλλά η πραγματική αξιοπρέπεια της ζωής, θα δυσκολέψουν αρκετά την επαγγελματική μου αποκατάσταση, τον μεγάλο στόχο της ζωής εκείνη την περίοδο.
Δόκιμος δάσκαλος στο Βορά
(Ο όρος αφορά την πραχτική από τον απόφοιτο εκπαιδευτικό, ώστε πριν δώσει τις τελικές πτυχιακές εξετάσεις, να δοκιμάζονταν ένα χρόνο στην άσκηση του επαγγέλματος)
Η κατοικία … μια μικρή γκαρσονιέρα για τρία άτομα , Έλληνες στην Πούκα
Συνεπώς εγώ διορίστηκα δάσκαλος στο Βορά και, μετά την τελεσίδικη απόφαση στην Κεντρική Επιτροπή, έπρεπε να φύγω αμέσως. Δεν υπήρχε πιο απογοητευτική κατάσταση μετά από αυτή την δραματική ανατροπή των ελπίδων και ονείρων μου. Δεν άλλαξα βαλίτσα και την μεθεπόμενη, έφυγα για την Πούκα. Το σχολείο που είχα διοριστεί ήταν στο χωριό Γκογιάν της Μιρντίτα και στο χάρτη ήταν αμέσως μετά (75 λεπτά με τα πόδια) από το κέντρο όπου εργαζότανε ένας πρώτος ξάδερφός μου. Ως τα Τίρανα έφτασα με τη γνωστή γραμμή, λεωφορείο και τραίνο. Μετά με φορτηγά. Άλλαξα τρία-τέσσερα μέχρι να φθάσω στον ξάδερφο, στο Γκέγκιαν. Παρά το γεγονός ότι ένιωθα πώς πήγαινα για τιμωρία δεν μπορώ να λησμονήσω τις φυσικές ομορφιές κατά τη διαδρομή. Τους φειδωλούς δρόμους ανάμεσα στα δάση, τα ψηλά βουνά σε πολύ μουντό χρώμα, τα βαθιά χαράγματα και φαράγγια όπου κυλούσαν, πότε ήρεμα και πότε ορμητικά και άγριους θορύβους, πεντακάθαρα νερά. Αν δεν άκουγες το νερό, ήταν σίγουρο το κελάδημά των πουλιών.
Ο ξάδερφός μου, ζωοτεχνικός, έμενε μαζί με ένα φίλο του δάσκαλο, με καταγωγή από τη Δούβιανη και διαμονή στο Αργυρόκαστρο. Ο τρίτος, ο κτηνίατρος, από τη Σωτήρα, είχε μετακομίσει εκείνες τις μέρες γιατί είχε παντρευτεί μια Κορυτσαία, δασκάλα απόφοιτη ένα χρόνο νωρίτερα από μένα στο ίδιο πανεπιστήμιο. Αποφασίσαμε να μείνω μαζί τους, καλύπτοντας την κενή θέση και να πήγαινα στο σχολείο μου με το λεωφορείο της γραμμής, ή με τα πολλά φορτηγά που μετέφεραν ξύλα και ορυκτό χαλκού. Η περιοχή είναι πολύ πλούσια σε μεταλλεύματα.
Το «οίκημα» ήταν μια γκαρσονιέρα, που χωρούσε με δυσκολία τρία κρεβάτια. Στη συνέχεια υπήρχε ένας χώρος για ένα τραπέζι και τρεις καρέκλες. Ένα μικρό παράθυρο κοιτούσε από το ποτάμι που μουρμούριζε μέρα νύχτα στη πολύ βαθιά κοίτη του. Μια στενή ξύλινη αερογέφυρα (πασαρέλα) συνέδεε τις δύο όχθες του και παντού πολλά δέντρα και ευωδιές. Δίπλα στην είσοδο υπήρχε ένας πολύ μικρός χώρος για κουζίνα και παραδίπλα η επίσης μικρή τουαλέτα. (Για να κάναμε ντους, έπρεπε οι δύο να έφευγαν για να πλενότανε ένας)
Τέτοια οικήματα υπήρχαν πολλά εκεί στην όχθη του ποταμού. Κατοικούσαν στελέχη από πολλές νότιες περιοχές, κυρίως Έλληνες, εξόριστοι και άλλα στελέχη που αργότερα έγιναν και υπουργοί. Ο ξάδερφός μου και ο φίλος του με συμβούλεψαν από την πρώτη μέρα να προσέχω τα λόγια και τις πράξεις μου. Να προσέχω περισσότερο τις προβοκάτσιες. Θεωρούσαν το περιβάλλον ένα ναρκοπέδιο που μπορεί να σου κατέστρεφε εντελώς τη ζωή. (Όμως εκεί είδα για πρώτη φορά σκληρούς διαλόγους μεταξύ των Ελλήνων που εκπροσωπούσε ο δάσκαλος από τη Δούβιανη, ο οποίος έδειχνε πως γνώριζε πάρα πολλά από την ελληνική ιστορία και αρχαιότητα, και των βόρειων Αλβανών που εκπροσωπούσε ο υπεύθυνος του καφενείου εστιατορίου.)
Το κρεβάτι το σχεδίασα και έφτιαξα μόνος μου. Τα σανίδια τα πήρα από ένα ξυλουργείο του εκεί συνεταιρισμού. Ένας συντηρητής της τηλεφωνικής γραμμής, που είχε τέσσερα παιδιά στο σχολείο μου, μου εξασφάλισε καλώδια με τα οποία έφτιαξα το δίχτυ του κρεβατιού. Στρώμα και κουβέρτες μου εξασφάλισε ένας άλλος ξάδερφος που εργαζότανε μηχανικός γεωλόγος σε ένα ορυχείο φυλακή, ανάμεσα στα άγρια Βουνά. Είχα πάρει μαζί μου δύο σεντόνια και από ένα μικρό ξενοδοχείο εξασφάλισα κι άλλα δύο καθώς και το προσκέφαλο.
Τα πάνω από έξι χρόνια σε εκείνο το μικρό χώρο είχαν κουράσει τους Έλληνες συγκάτοικούς μου. Ο γάμος του Σωτηριώτη, είχε αυξήσει την απογοήτευσή τους. Ήταν πάνω από 30 χρόνων και προοπτικές για μετάθεση δεν υπήρχαν, ενώ οι συνθήκες δεν επέτρεπαν να τακτοποιούσες τη ζωή. Τόσο το περισσότερο όταν ήταν γνωστό ότι σε περίπτωση γάμου θα έπρεπε να λησμονούσες την μετάθεση.Το τραπέζι παρά ήταν γεμάτο με τροφές και απομεινάρια τροφών, σάπια φρούτα, χαρτιά και άλλα αντικείμενα. Έπιασα δουλειά από την καθαριότητα. Μπήκα στην κουζίνα. Με τη βοήθεια του Δουβιανίτη μαγειρεύαμε μέχρι και μπουρέκια. Κάθε Σάββατο που το είχα ρεπό με το νόμο, πήγαινα για εφοδιασμό σε μια μικρή πόλη των μιναδόρων που για την εποχή έβρισκες τα πάντα. Ο χώρος που μέναμε άλλαξε γρήγορα και ο δάσκαλος δεν έπαψε να με ευχαριστεί γιατί, κατ εκείνων, ξαναέδωσα νόημα στη ζωή τους. Καλούσαμε φίλους και οργανώναμε διάφορες συζητήσεις.
Με τη συμβουλή του δάσκαλου, δλδ παντού σοβαρότητα, λιγομίλητος και αυστηρός, άρχισαν να με βλέπουν όλοι με διαφορετικό μάτι. Βοήθησε επίσης το γεγονός ότι ήμουν ο μόνος και τόσο νέος που δίδασκα στο λύκειο και έγραφα μια σημαντική διατριβή. Η φήμη μου ότι ήμουν διαφορετικός ενισχύθηκε όταν ανέβηκα σκαρφαλώνοντας σε κολώνα της ΔΕΗ και πρόσθεσα μια δεύτερη φάση για το οίκημά μας με αποτέλεσμα, όταν έπεφτε η μία γραμμή, εμείς με ένα διακόπτη που κατασκεύασα μόνος μου, εξασφαλίζαμε ρεύμα από την άλλη γραμμή. (Όταν, λόγου χάρη, πήγαινα να αγοράσω κάτι και είχε ουρά, άκουγα να έλεγε ο ένας στον άλλο για την άφιξή μου. Άνοιγαν το δρόμο και ο πωλητής ή η πουλήτρια, παρά την επιμονή μου ότι δεν έχω σειρά, μου έλεγαν να πάω να αγοράσω ό τι ήθελα, χωρίς την αντίδραση κανενός.)
Στο σχολείο…
Στο σχολείο, ο διευθυντής που δεν είχε καμιά σχέση με την παιδεία, (ερχότανε από την ηγεσία των επαγγελματικών ενώσεων του νομού), μου ανακοίνωσε ψυχρά ότι θα ήμουν καθηγητής στο λύκειο για τα μαθήματα αλβανικής γλώσσας και λογοτεχνίας. Το σχολείο λειτουργούσε πρωί και απόγευμα. Το πρωί για τους ταχτικούς μαθητές και το απόγευμα για ενήλικες, στελέχη του κόμματος, του συνεταιρισμού και της εξουσίας, συνεταιριστές κλπ. Σκοπός της απογευματινής βάρδιας ήταν η ανύψωση του μορφωτικού επιπέδου της τοπικής κοινωνίας. Εκτός από τον πρόεδρο του συνεταιρισμού και κάποια ελάχιστα στελέχη του οικονομικού τομέα, που ήταν απόφοιτοι πανεπιστημίου, όλα τα υπόλοιπα στελέχη, σπούδαζαν στο λύκειο και ήταν και μαθητές μου. Η πλειοψηφία του εκπαιδευτικού προσωπικού ήμασταν ή από τα Τίρανα και το Νότο, ή από τη Σκόδρα.
Στο ωράριο για το απογευματινό μάθημα ο διευθυντής με αντιμετώπισε ισότιμα με τους άλλους καθηγητές. Δεν έλαβε υπόψη ότι έμενα μια ώρα μακριά από το σχολείο. Του ζήτησα να με απαλλάξει από τις τελευταίες ώρες για να προλάβαινα το λεωφορείο της γραμμής, το τελευταίο σίγουρο μέσο για την μεταφορά μου στο κέντρο διαμονής. Ο διευθυντής αρνήθηκε. Ως εγωκεντρικός τύπος ήθελε υπόδουλη συμπεριφορά από το προσωπικό, ιδιαίτερα από μένα που ήμουν νέος και δόκιμος δάσκαλος. Αντέδρασα προκαλώντας έτσι την πρώτη κόντρα μαζί του. Δεν άλλαξε κάτι με αποτέλεσμα να έφευγα πολλές φορές στο πόδι, ξεκινώντας από το Γκογιάν στις οκτώ παρά τέταρτο το βράδυ.
Ένα επεισόδιο που δε θα ξεχάσω ποτέ!
Μια μέρα παρά έκανε κακοκαιρία. Καταρρακτώδεις βροχές, κεραυνοί που φυτεύονταν στα γύρω βουνά, λόγω του χαλκού, σαν γιγάντια φλέγοντα βέλη κάνοντας το σκοτάδι περισσότερο πυκνό και πηχτό. Δεν είχα συναντήσει τέτοια κακοκαιρία στη μέχρι τότε νεανική μου ζωή. Ζήτησα άδεια από το διευθυντή να μην κάνω μάθημα μετά από την ώρα του λεωφορείου της γραμμής και δεν δέχτηκε. Συνεπώς έχασα το λεωφορείο και μετά το μάθημα, στις οκτώ παρά τέταρτο ξεκίνησα μέσα στη θύελλα και το σκοτάδι να φύγω πεζός. Ο διευθυντής φαίνεται το μετάνιωσε. Η σύζυγός του, η Γεωργία, από το Νότο της Αλβανίας, με περίμενε και με παρακάλεσε να μη φύγω. Να έμενα σπίτι τους! Δεν δέχτηκα παρά την επιμονή της και των υπολοίπων συγκεντρωθέντων.
Έφυγα με την ελπίδα ότι η καταιγίδα θα κόπαζε ή θα περνούσε κάποιο φορτηγό. Τίποτε από τα δύο. Άρχισα να τρέχω ακολουθώντας το δρόμο στο φρικτό φως των κεραυνών. Όταν έφτασα στο γνωστό τούνελ, τα βέλη των κεραυνών πύκνωσαν και ένιωθα πώς τα καταβρόχθιζε η ράχη του βουνού. Είχα υπολογίσει να έπαιρνα μια ανάσα μέσα στο τούνελ, αλλά ο τρόπος πως χάνονταν πάνω του οι κεραυνοί με φόβισε. Όταν μπήκα στην κοιλιά του τούνελ διαπίστωσα ότι από παντού έτρεχαν νερά. Έπρεπε να έβγαινα στην απέναντι είσοδο του τούνελ όσο το γρηγορότερο. Αύξησα το τρέξιμο. Ένας περίεργος θόρυβος, σαν βηματισμός, με φόβισε περισσότερο. Δε σταμάτησα. Κάποια στιγμή είδα στο φως των κεραυνών που έφθανε μέχρι εκεί μια ανθρώπινη σιλουέτα, η οποία μόλις και αυτή με είδε άρχισε να κινείται προς εμένα. Όρμησα πάνω του τον έσπρωξα με δύναμη και έγινα κι εγώ κεραυνός.
Η καταιγίδα έγινε περισσότερο επικίνδυνη. Σε κάποιο σημείο αντίκρισα ένα σπίτι δίπλα στο δρόμο και το είδα ως διέξοδο. Χτύπησα την πόρτα. Ένας κατσουφιασμένος άντρας άνοιξε την πόρτα και δεν μου είπε να μπω. Αλλά το ζήτησα εγώ. Ήταν δάσκαλος και καβγάδιζε έντονα με τη γυναίκα του, την οποία δεν είχα δει ποτέ. Το χαμόγελο της γυναίκας, ως ελπίδα ότι η παρουσία μου θα καταπράυνε το σύζυγό της, γύρισε σε μπούμεραγκ για εκείνη και δυσκόλεψε πολύ τη θέση μου. «Δε σου είπα, της απευθύνθηκε με πολύ νεύρο ο δάσκαλος, μόλις βλέπει άντρα χάσκεις!» Για να βγω από την κατάσταση ζήτησα να μου δώσουν μια ομπρέλα, ενώ ήταν γνωστό ότι δε χρειάζονταν εφόσον εγώ είχα γίνει πουλί μέχρι το μεδούλι και θα ήταν επικίνδυνη στο σύννεφο των κεραυνών. Ο δάσκαλος αρνήθηκε και μου έδειξε την πόρτα …!
Έφυγα … Μετά από 15-20 λεπτά αντίκρισα φανάρια. Είχαν βγει από το χωριό όπου έμενα και με ζητούσαν. Μεταξύ τους και ο ξάδερφος με το δάσκαλο. Φαίνεται είχαν ενημερώσει από το Γκογιάν για την τρέλα μου! Σε λίγο ήρθε το λεωφορείο και μας μάζεψε όλους..!!
Επέτρεψα να περάσει απαρατήρητο το γεγονός. Αυτό ίσως βοήθησε το διευθυντή μου να μη κάνει βήμα πίσω στη στάση του απέναντί μου. Απεναντίας!
Οι μαθητές, εγώ και το σχολείο
Στη διαδικασία του μαθήματος δεν μπορούσα να συμβιβάσω τον δικό μου φοιτητικό ιδεαλισμό, το ψυχικό κενό από την ανατροπή του ονείρου μου με την κατάσταση των μαθητών. Υπήρχαν σ΄αυτούς πολλά ελλείματα και η επιμονή για επιδόσεις παρεξηγούνταν. Πρώτα απ΄ όλα έλειπε η κουλτούρα της μάθησης και η έννοια του σχολείου στην προοπτική της ζωής, της προσωπικής και της συλλογικής. Περισσότερο ήταν θέμα οικογένειας.
Θυμάμαι όταν ρώτησα στην τρίτη λυκείου να μου εξηγήσουν τι σημαίνει γι΄ αυτούς ο όρος γλώσσα, μέσα στην απόλυτη σιωπή σήκωσε το χέρι ο πιο αδύνατος μαθητής για να μου πει «Η γλώσσα είναι το όργανο για να δοκιμάσουμε τη ζάχαρη!!» (Πολλά χρόνια μετά ήρθαν και με βρήκαν μαθητές μου στο Γκογιάν για να με ευχαριστήσουν γιατί «η σκληρότητά μου» ως δάσκαλός τους τους βοήθησε να καταξιωθούν στη ζωή!)
Ο εμφανής συντηρητισμός ωστόσο, έκρυβε έναν περίεργο φιλελευθερισμό ο οποίος δεν ήταν επικίνδυνος μέχρι το σημείο που δεν αντέβαινε δημοσίως τους σκληρούς παραδοσιακούς κανόνες! Συνεπώς, σχεδόν απέτυχαν όλες μου οι προσπάθειες για ανοίγματα, για οργανωμένες εκδρομές, για μουσικο-χορευτικές βραδιές και άλλες εκδηλώσεις. Μάλιστα, μια φορά, όταν σε μια εκδρομή το λεωφορείο έπαθε βλάβη και υπήρξε καθυστέρηση στην επιστροφή, δέχτηκα σφοδρές επιπλήξεις.
Δυσκολότερα για μένα τα πράγματα στην απογευματινή βάρδια. Δεν μπορούσα με τίποτε να συμβιβαστώ με την απροετοιμασία τους. Έβλεπαν το σχολείο από μια ως υποχρέωση προς τις κομματικές αρχές και προς τη θέση εργασίας και από την άλλη ως μια δυνατότητα να βρεθούν όλοι μαζί για να κάνουν καλαμπούρι. Το παράκανα όμως με τον πρόεδρο της Ενωμένης Εξουσίας και την Γραμματέα της Κομματικής Επιτροπής του Συνεταιρισμού. Ο πρώτος ένας ώριμος άνδρας και γενικά θετικός και η δεύτερη μια παραδοσιακή κυρία που της είχαν κρεμάσει μια μεγάλη κουδούνα.
Στην αρχή επιδίωξαν με διάφορους τρόπους να δείξω επιείκεια και όταν δεν ανταποκρίθηκα άρχισαν τις άγριες πιέσεις. Έφθασαν μάλιστα μέχρι το σημείο να μου απαγορεύουν να κυκλοφορώ χωρίς την άδειά τους εκτός των ορίων της περιοχής αρμοδιότητά τους. Τους πόνεσε όμως πολύ η σκληρή αντίδρασή μου λέγοντάς τους ότι εδώ ήρθα να σας μάθω γράμματα και εσείς με νομίζετε εξόριστο!
Στο τέλος, όμως εισηγήθηκαν πολύ θετικά στο φύλλο πορείας του δόκιμου δάσκαλου!
Η πρόταση για ανταποκριτή της “ZERI I POPULLIT”
Με είχαν καλέσει δύο φορές οι κομματικές και εκπαιδευτικές αρχές του νομού σε συναντήσεις «γνωριμίας», αλλά δεν προσπάθησα να δω βαθύτερα.
Μια μέρα όμως με ζήτησε ιδιαίτερα στο γραφείο ο διευθυντής του σχολείου. Ήταν με έναν άλλο κύριο. Πρέπει να ήταν από Τίρανα. Μου πρότειναν να αναλάβω ανταποκριτής για τους βόρειους νομούς της μεγαλύτερης και σημαντικότερης κομματικής εφημερίδας στη χώρα, της «Ζeri i popullit» (Η φωνή του λαού). Με κολάκευσαν κιόλας. «Θα είσαι μεταξύ των σημαντικότερων ανθρώπων εδώ.» «Με τις ικανότητές σου θα τα πας μια χαρά! Θα μείνεις εδώ κάποια χρόνια και μετά θα μεταφερθείς στα Τίρανα.» «Ποιος την τύχη σου…!!!»
Αλήθεια, για εκείνες τις εποχές μια τέτοια θέση ξεπερνούσε την κάθε προσδοκία ενός νέου ανθρώπου, μόλις 23 χρόνων και αποτελούσε τη βάση για μια λαμπρή καριέρα…!! Δεν έδωσα αμέσως απάντηση και όταν απάντησα η απάντησή μου προς έκπληξη όλων ήταν αρνητική. Γιατί;! Η αγάπη για τον τόπο μου και η σιγουριά που μου εξασφάλιζε, ήταν ο πρώτος λόγος. Μετά, είχα γνωρίσει λίγο πολύ την εδώ τοπική κοινωνία. Ήταν πολύ περίεργη, περίπλοκη και χωρίς σταθερή. Ήμουν νέος και μια τέτοια θέση απαιτούσε να ήσουν μέλος του συστήματος και να είχες δικό σου ισχυρό σύστημα !
Δάσκαλος από την Πούκα της Αλβανίας στην «Πούκα» του Αργυροκάστρου, στην Τσάτιστα του Πωγωνίου.
Αμέσως μετά τη λήξη της τρίμηνης στρατιωτικής θητείας, πήρα το νέο διορισμό. Δάσκαλος στο δημοτικό και γυμνάσιο της Τσάτιστας του ορεινού Πωγωνίου! (Τήρησα το λόγο μου να μη ζητήσω διορισμό στο «Λαϊκό».Μάλλον η θέση που προορίζονταν για μένα είχε ήδη καλυφθεί)
Εδώ άκουσα για πρώτη φορά και το κουφό. Ότι ποιος ξέρει τι είχα κάνει και από το Λαίκό Βήμα με έστειλαν στην Τσάτιστα, ενώ με μετέθεσαν από την Πούκα σε ένα χρόνο που δεν είχε συμβεί με κανέναν. Η αλήθεια να λέγεται ο νέος διορισμός με σκότωσε ιδιαίτερα ηθικά. Έλπιζα να πήγαινα δάσκαλος, αλλά σε κάποιο σημαντικό σχολείο, αν όχι λύκειο.
Για να φθάναμε κάθε Δευτέρα στο σχολείο στην Τσάτιστα, ή και να φεύγαμε κάθε Σάββατο για τα σπίτια μας, τύχαινε να περπατούσαμε μέχρι και 15 χιλιόμετρα. Μέναμε σε ένα μισοχαλασμένο σπίτι. Η μαγείρισσα στο κέντρο του χωριού δεν είχε τι να μας μαγειρέψει. Σχεδόν κάθε μέρα τρώγαμε φασούλια, αυγά, ρύζι μακαρόνια και γιαούρτι.
Βλέποντας την κατάντια κάποιων παλιότερων συναδέλφων πίστεψα ότι θα έπρεπε να παραιτηθώ από τις προσδοκίες μου! Εκεί διαπίστωσα για πρώτη φορά ότι η φιλοδοξία μου για επαγγελματική αποκατάσταση, για την οποία θυσίαζα χρόνο και ενέργειες, είχε ως αντάλλαγμα στερήσεις καιπολλά ελλείματα στην προσωπική μου ζωή. Στην κατάσταση αυτή με βρήκε γράμμα φίλου μου, με το οποίο εκμυστηρεύονταν την ερωτική του σχέση με ένα κορίτσι, το οποίο κι αυτό γνώριζα. Ήθελε τη γνώμη μου. Του απάντησα ότι πρέπει να προχωρήσει στα σοβαρά, διότι τα πράγματα μετά την φοιτητική ζωή δεν είναι διόλου ρόδινα. Εκεί καταπιάστηκα από την ιδέα ότι «το φοιτητής» είναι το καλύτερο επάγγελμα και έχεις χρόνο για τα πάντα, αρκεί να μη χάσεις τον προορισμό σου!
Στην Τσάτιστα επίσης, όσο καλοί κι αν ήταν οι άνθρωποι, σε ήθελαν στο δικό τους επίπεδο και πλαίσιο. Αν δε τους επέτρεπες να το κατορθώσουν έπρεπε να παρά ήσουν επάγρυπνος. Πέρασα αρκετές δοκιμασίες στο ποτό, αλλά δεν τα κατάφεραν. (Τη δεύτερη χρονιά στα καζάνια, με ζητούσαν σπίτι το σπίτι για να δοκιμάσω το γράδο στο τσίπουρο που έβγαζαν)
«Η αγάπη» για την Εύη Ντεμίρη.
Καθόμουν ως πέρα από τα μεσάνυκτα στο γραφείο των δασκάλων γιατί αγαπούσα τη μοναξιά μου. (Μια φορά βρήκα τέτοιες ώρες έξω δύο μαθητές. Για τιμωρία τους πήρα στο γραφείο μου και τους κράτησα εκεί μέχρι που έφυγα εγώ. Δεν τους ζήτησε κανείς από τις οικογένειές τους. Όταν εκείνοι είπαν μόνοι τους, ξέσπασε θύελλα αντιδράσεων. Μέχρι και επιστολή έστειλαν στη Διεύθυνση (τότε Τμήμα) Παιδείας στο νομό…)
Κάποια στιγμή, όμως ξύπνησα ξανά. Έπρεπε να αγωνιστώ! Καταπιάστηκα από την ιδέα να ξεχάσω τη νοσταλγία για το «Λαϊκό» και να αφοσιωθώ στην εκπομπή στα ελληνικά στο Ραδιοφωνικό Σταθμό Αργυροκάστρου.
Μετά από μια συμφωνία για συνεργασία με τη σύνταξη, (στην ουσία με τον πατέρα του συντάκτη, ο οποίος πριν συνταξιοδοτηθεί διεύθυνε εκείνος το «Λαϊκό Βήμα» και με αγαπούσε) ασκούμουν στην εκφώνηση ειδήσεων μιμούμενος την γνωστή Εύη Ντεμίρη στην ελληνική τηλεόραση. Έγραφα ειδήσεις και ανταποκρίσεις για λογαριασμό της σύνταξης της εκπομπής. Κάθε Σάββατο πήγαινα στο Ραδιοφωνικό Σταθμό την ώρα ηχογράφησης της εκπομπής για να εκφωνήσω μια ή δυο ειδήσεις. Στην αρχή τα κατάφερνα με πολύ δυσκολία, αλλά η δική μου φωνή και ύφος έκανε τη διαφορά με τον υπερήλικα εκφωνητή, που αν δεν ήθελε να βήξει δεν κόμπιαζε ποτέ, ούτε λάθη έκανε. (Μετά έτρεχα στην πόλη να βρω ψωμί καθάριο (σιταρένιο) για να πάω στο χωριό μερικά καρβέλια, ειδικά για τον πατέρα μου!)
Το χνάρι που άφησα στην Τσάτιστα ήταν η προτομή σε γύψο του Θοδωρή Μάστορα, Ήρωα του Λαού , μια συνεργασία με το φίλο μου γλύπτη Σωκράτη Κουβαράτη.
Σχωριάδες.
Την επόμενη ήρθε μετάθεση για μένα, αλλά εντός του Πωγωνίου, στους Σχωριάδες. Ένα εντελώς διαφορετικό κλίμα. Καλύτερο φαγητό και συνθήκες διαμονής. Έμενα με ένα συγχωριανό μου δάσκαλο των Ελληνικών στο χτίριο του σχολείου και η μαγείρισσα, η Όλγα του Μπάντου έδειχνε μεγαλύτερο ζήλο. Οι μαθητές μάθαιναν καλύτερα και υπήρχε, μέσα στα γνωστά μίση, μεγαλύτερη αλεγκρία.
Οι Σχωριάδες θα μείνουν στη μνήμη μου για κάποια σημαντικά πράγματα: Οι επισκέψεις στα σπίτια συναδέλφων ή και γερόντων. Εκεί άκουγα περίεργες ιστορίες από τα παλιά, παρά το γεγονός ότι υπερέβαιναν την κομματική γραμμή. (Μια φορά πήγαμε 7-8 δάσκαλοι στο σπίτι ενός συναδέλφου που έβγαζε τσίπουρο. Με μεζέ λίγο τυρί και τουρσί με πιπεριές, ήπιαμε το τσίπουρο από το πρώτο καζάνι. Στη συνέχεια βάζαμε με τη σειρά το ποτήρι στο λουλά και περιμέναμε να γεμίσει…)
Το δεύτερο αφορά την πρωτοβουλία μου να φτιάξουμε το χώρο ανάμεσα στο σχολείο και την εκκλησία. (Συμφώνησε με την πρωτοβουλία μου και η μάνα μου. Τη ρώτησα εφόσον επρόκειτο για θρησκευτικό χώρο) Έγινε ένα ωραίο σιάδι το οποίο αξιοποιήθηκε στη συνέχεια για την ώρα της γυμναστικής και άλλες αθλητικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις. Εκεί και όχι εντός της εκκλησίας που είχε μετατραπεί σε σπίτι πολιτισμού δώσαμε την πρώτη και τελευταία παράσταση του δράματός μου στα ελληνικά «Χειμωνιασμένη αγάπη»
Πήρε επίσης τέλος ένας μύθος ότι στις ρίζες ενός δέντρου στο προαύλιο της εκκλησίας είχε κηδευτεί μια νύφη μαζί με τα φλουριά της. Δεν βρέθηκε τίποτε, παρά την επίμονη παρακολούθηση των εργασιών από τις γριές του χωριού.
Πρώτη στο χορό … η εγγονή του εκτελεσμένου για κατασκοπία σε όφελος της Ελλάδας
Το τρίτο αφορά την πρωτοβουλία να βγάλω πρώτη στο χορό σε εκδήλωση για μια κομμουνιστική γιορτή, την εγγονή ενός εκτελεσμένου από το σύστημα με την κατηγορία για δράση υπέρ της ελληνικής κατασκοπίας. Ήταν η καλύτερη μαθήτρια και η καλύτερη στο χορό, με ένα ζωγραφιστό αρχαιοελληνικό πρόσωπο. Στην σκληρή αντίδραση των συναδέλφων, ότι πρόκειται για εγγονή του «εχθρού του λαού», έθεσα το επιχείρημα. Εμείς θέλουμε τη νέα γενιά με το μέρος μας ή να τη θέσουμε απέναντι;!
Το γεγονός συγκίνησε ιδιαίτερα την μάνα της μαθήτρια, η οποία ήθελε, σώνει και καλά να την επισκεπτόμουν στο σπίτι «για ένα τσίπουρο». «Να της άνοιγα το σπίτι», όπως έλεγε. Η επιμονή της συνεχίστηκε επί μήνες, οπότε μια μέρα αποφάσισα να πάω. Η απόφασή μου ήταν επικίνδυνη αποστολή την οποία αψήφησα. (Ήταν περίοδος που κάναμε έντονες πρόβες για το δράμα) Πήγα σχεδόν απροειδοποίητα και έκανε αρκετή ζέστη. Σπίτι της η φτώχια σε σκότωνε. Μου έβαλε ένα ποτήρι τσίπουρο που έβραζε από τη ζέστη και για μεζέ αυγά τηγανητά με κρεμμύδια, τα οποία δεν μπορούσα να τα φάω με τίποτε. Άρχισε να μου λέει τις τρομαχτικές ιστορίες για τον πατέρα της… Θυμάμαι που της είπα ότι η αλήθεια βυθίζεται μα δεν πνίγεται και έφυγα. Από τις ιστορίες της όμως συνειδητοποίησα τον κίνδυνο.
Πήγα στο δωμάτιό μου σχεδόν ζαλισμένος και ξάπλωσα με τα πόδια στην καρέκλα που είχα βάλει πάνω στο κρεβάτι. Μόλις με είχε κλέψει ο ύπνος όταν άκουσα να ανοίγει με θόρυβο η πόρτα. Έντρομος έσπρωξα με δύναμη την καρέκλα προς τα κει, η οποία έπεσε πάνω στον εισερχόμενο! Ήταν ο τοπικός επιθεωρητής των μυστικών υπηρεσιών, ο οποίος άρχισε να με ρωτάει για να του πω που ήμουν πριν από μία ώρα. Εγώ δεν απαντούσα, θεωρώντας αυτό πρόκληση και υποτίμηση. Όσο εκείνος επέμενε, τόσο εγώ νεύριαζα. Κάποια στιγμή εκείνος χωρίς να χάσει την ψυχραιμία του μου είπε. Ήρθαν και μου τα είπαν όλα. Στα κρατούσαν από τότε που έβγαλες το κορίτσι στο χορό. Εγώ είμαι αναγκασμένος να στείλω αναφορά, αλλά θα γράψουν και εκείνοι και μπορεί να σου κοστίσει πολύ. Γι΄αυτό αν έχεις κάποιον να σε βοηθήσει τρέξε πριν να είναι αργά! Έκλεισε την πόρτα και έφυγε…. Πιο σωστά μου έριξε έναν κουβά με κρύο νερό και έφυγε… Φοβόμουν να βγω από το δωμάτιο. Νόμιζα ότι όλοι θα με έδειχναν με το δάχτυλο..
Το Σάββατο έφυγα νωρίς για Αργυρόκαστρο αλλά έφτασα αργά το μεσημέρι.. Πήγα να ανταμώσω έναν οικογενειακό φίλο, μειονοτικό με υψηλό πόστο στην Κομματική Επιτροπή. Δεν γνώριζα αν θα μπορούσα να τον συναντούσα και με βασάνιζε το τι και πώς να του έλεγα..! Για καλή μου τύχη έγινα μάρτυρας μιας δυσάρεστης γι΄αυτόν σκηνής, οπότε με πήρε μόνος του στο γραφείο. Δυσκολευόμουν να βρω το νήμα της κουβέντας και εκείνος νόμισε ότι υπήρχε θέμα γυναίκας. Ναι, του είπα, αλλά όχι αυτό που νομίζεις και του εξήγησα την ιστορία. Ανέλαβε πρόθυμα να με βοηθήσει, δίνοντάς μου να καταλάβω με αντάλλαγμα τη σιωπή μου για τα όσα είδα. Θα περιόδευε εκείνες τις μέρες στην περιοχή διότι είχαν εκλογές στις κομματικές οργανώσεις και θα ενδιαφέρονταν. Του είπα ότι σε λίγες μέρες θα γινότανε και η προβολή της παράστασης του δράματος.
Μου είπε ότι θα είναι μια καλή ευκαιρία να παρευρεθώ και αφήσαμε και την ημερομηνία….!
Το ελληνικό δράμα στη σκηνή του χωριού!
Το δράμα μου «Χειμωνιασμένη αγάπη», όπως ανέφερα, το είχα γράψει όντας φοιτητής για λογαριασμό της ιδέας λειτουργίας ενός συλλόγου στελεχών της Ελληνικής Μειονότητας για την προβολή του ελληνικού πολιτισμού, που θα φαίνονταν ως θεατρικός σύλλογος. (Τότε απαγορεύονταν η ίδρυση άλλων συλλόγων εκτός από εκείνων που είχε αποφασίσει το Κόμμα) Δεν τα καταφέραμε διότι ο φαινόμενος ως πρωτεργάτης της προσπάθειας κάπου πρέπει να είχε ξεράσει την ιδέα και μας έκοψαν! Είχε όμως θαυμάσει το δράμα ως έργο. (Το είχα παραδώσει προς αξιολόγηση στο επικεφαλής των γραμμάτων για την Εθνική Ελληνική Μειονότητα. Συναντώμασταν στην ηχογράφηση της εκπομπής στο Ραδιοφωνικό Σταθμό διότι τύχαινε ώστε μετά την ημερήσια εκπομπή να ηχογραφούσε και εκείνος την Κυριακάτικη. Πήγα και σπίτι του να μου πει την άποψή του. Μου επιτέθηκε πολύ υποτιμητικά και χαρακτήρισε το δράμα μια αποτυχημένη προσπάθεια, που επιβεβαίωνε ότι η Εθνική Ελληνική Μειονότητα λογοτεχνικά μπορεί να προσφέρει κυρίως στην ποίηση και από την πεζογραφία στο διήγημα. Το δράμα ήταν ένα λογοτεχνικό είδος ανέφικτο και εκτός λογοτεχνικής πραγματικότητας για την Ελληνική Μειονότητα. Σε αντίθεση με τους ομογενείς που σπούδαζαν δραματουργία, μου είπε ότι το δράμα στερείται διαλόγου και έχει υπερπληθυσμό προσώπων…Είχα θυμώσει πάρα πολύ τότε, αλλά η θέση του ήταν σημαντική και ήταν αρκετά εκδικητικός !)
Στους Σχωριάδες είχα εκφράσει πρώτα την ιδέα στους συναδέλφους και μετά σε έναν δραστήριο νέο, τον Θ. Νάκα. Οι συνάδελφοι αποστασιοποιήθηκαν. Όχι όμως η νεολαία του χωριού. Διαλέξαμε με το Θωμά 21 πρόσωπα που είχε το δράμα. Τα περισσότερα από τα κορίτσια ήταν βλάχικης καταγωγής που τα ελληνικά μόνο τα μιλούσαν, διότι δεν γνώριζαν γραφή και ανάγνωση. Το καθεστώς δεν τους αναγνώριζε ως Έλληνες και είχε ανοίξει γι΄αυτούς παράλληλες τάξεις στην αλβανική. Τους ρόλους τους αντέγραψαν με λατινικούς χαρακτήρες. Ο Νάκας ανέλαβε το ρόλο του πρωταγωνιστή και η κόρη ενός δασκάλου ήταν η πρωταγωνίστρια. Μαζί με το Νάκα αναλάβαμε και τη σκηνοθεσία, ενώ εγώ ταυτόχρονα ανάλαβα τα σκηνικά, τον φωτισμό και ένα σημαντικό ρόλο. (Μια επαναλαμβανόμενη ατάκα στο ρόλο μου «ούτε να μου, ούτε να σου» μου άλλαξε το όνομα. Έτσι με αποκαλούν ακόμα και σήμερα στους Σχωριάδες).
Για να φτιάξουμε τη σκηνή χρειάστηκαν δύο μέρες. Είχε διαδοθεί ότι την παράσταση θα παρακολουθούσαν και από την Κομματική Επιτροπή και όλοι ήθελαν να δώσουν το παρόν. (Δε με στραβοκοιτούσαν!) Δεν μπορώ να λησμονήσω την ετοιμότητα των κοριτσιών, κυρίως οι βλάχες, για να φέρουν από την προίκα τους για τις ανάγκες των σκηνικών τα καλύτερα χαλιά, σεντόνια, μπερδέδες και ό, τι άλλο χρειάζονταν.
Για τα φωτιστικά εφέ, αντί για ποτενσιόμετρα που δεν υπήρχαν τότε σε μας, είχα πάρει για κάθε λάμπα , ή σειρά με λάμπες για το ίδιο εφέ, από ένα δοχείο με νερό στο οποίο είχα λιώσει αλάτι. Αυτό έπαιζε το ρόλο της αγώγιμης πλάκας. Στο κάθε δοχείο δυο κατσαβίδια ήταν σε ρόλο ηλεκτροδίων. Όσο πιο βαθιά στο διάλυμα με αλάτι έμπαιναν τα κατσαβίδια, τόσο περισσότερο μεγάλωνε η αντίσταση στο ηλεκτρικό κύκλωμα και τόσο περισσότερο θάμπωνε ο φωτισμός και αντίστροφα. Η άμεση επαφή των κατσαβιδιών εξασφάλιζε ομαλό φωτισμό. Ήταν μια επικίνδυνη πρωτοβουλία που και ο ίδιος ο ηλεκτρολόγος δεν δέχτηκε να αναλάβει. Απλώς βοήθησε στην εφαρμογή όταν εγώ ήμουν στη στο ρόλο στη σκηνή.
Στην παράσταση, για την οποία ήρθαν και απ΄άλλα γειτονικά χωριά, παρευρέθηκε και η αντιπροσωπεία από την Κομματική Επιτροπή. Το στέλεχος από την ελληνική μειονότητα χαιρέτισε και αφού ευχαρίστησε «το ενδιαφέρον του κόμματος» για την εκμάθηση και ανάπτυξη της μητρικής γλώσσας, συνεχάρη τα μέλη του θεατρικού ομίλου και τους παράγοντες που συνέβαλαν να ανέβει στη σκηνή το πρώτο θεατρικό έργο γραμμένο από έναν Έλληνα μειονοτικό δάσκαλο στο χωριό σας, είπε.
Όντως η παράσταση είχε μεγάλη απήχηση στην περιοχή και αναφέρθηκε μάλιστα και στον τοπικό τύπο. Το στέλεχος ωστόσο από την μειονότητα στην Κομματική Επιτροπή δε θεώρησε ότι επήλθε η πλήρη αποκατάστασή μου. Παρουσία όλων ζήτησε να τον ακολουθήσω. Με πήρε στο αυτοκίνητό του και φύγαμε προς Πολύτσανη.
Σε ένα τεράστιο σπίτι γινότανε αρραβώνας και μας περίμεναν. Κάθισα απέναντι από τους «επίσημους». Εκεί είδα πραγματικούς άντρες στο ποτό και το τραγούδι, με πλήρη σεβασμό ο ένας για τον άλλο. Μεγαλόσωμοι και με δυνατή αντρίκεια φωνή. Κυκλοφορούσε ένας δίσκος με 8 ντολιά. Τη σειρά όριζε ο ντολιμπάσης. Κατά η ώρα μία μετά τα μεσάνυκτα το τρεμάμενο χέρι του στελέχους από την μειονότητα στράφηκε προς εμένα. Τότε θεωρούμουν πολύ γερό ποτήρι. Είχα παρατηρήσει που δεν υπήρχε ντολί για το Κόμμα και τον αρχηγό του. Ζήτησα να προστεθεί και ένα ακόμη ποτήρι, ντολί. Και άρχισα να τα πίνω με άσπρο πάτο με πρώτο για το Κόμμα. Άκουσα απέναντι το στέλεχος στην Κομματική Επιτροπή που έλεγε στο σπιτονοικοκύρη, επίσης στέλεχος στην περιοχή. «Σας είπα ότι είναι έξυπνο παιδί και δικό μας.» !
Δημοσιογράφος
Η δημοσιογραφική μου δραστηριότητα πέρασε από το στάδιο του ερασιτέχνη και του εθελοντή ανταποκριτή, στο στάδιο του επαγγελματία και στη συνέχεια, στον ελεύθερο επαγγελματία. Πρόκειται για 45 χρόνια δραστηριότητας. Παρακολουθεί όλες τις εξελίξεις στο χώρο της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας, τις εξελίξεις στην αλβανική επικαιρότητα και σε όλα τα πεδία, τις ελληνοαλβανικές σχέσεις. Δεν πρόκειται απλώς για ειδήσεις, αλλά για βαθύτατες αναλύσεις, προτάσεις και πολιτικές και εθνικές προσεγγίσεις. Ξεκίνησα από τις απλές ανταποκρίσεις και ρεπορτάζ όταν ήμουν μαθητής στο λύκειο, στα δημοσιογραφικά άρθρα, στο «Λαϊκο», την «Pararoja», την « Shkumbini”, τη «Drita”, που με πλήρωναν ανά κομμάτι και ανταπεξερχόμουν τις οικονομικές μου ανάγκες.
Επαγγελματικά άρχισα το 1984, ως συνυπεύθυνος της ημερήσιας ραδιοφωνικής εκπομπής στο Ραδιοφωνικό Σταθμό Αργυροκάστρου.
Δεν γνώριζα τότε ότι θα αποτελούσα ένα όνομα δημοσιογραφίας στην Ελλάδα, την Αλβανία και όχι μόνο. Ούτε ότι θα ήμουν ανταποκριτής πάνω από 25 χρόνια σε τέτοια ΜΜΕ όπως, ΣΚΑΪ, ΕΡΤ, ΑΠΕ, μέλος της ΕΣΗΕΑ, αναλυτής στα πάνελ των μεγαλύτερων αλβανικών καναλιών κλπ
Στα έντυπα στη μητρική γλώσσα μετά το 1991 συμπεριλαμβάνονται συνολικά 2294 σελίδες που ανταποκρίνονται σε 818 δημοσιεύματα, άρθρα, αναλύσεις, προτάσεις.
Στεγάζονται σε ΜΜΕ του χώρου, έντυπα και ηλεκτρονικά, όπως «Ρωμιοσύνη», «Λαϊκό Βήμα», «Η φωνή της ΟΜΟΝΟΙΑΣ» «Ελληνισμός», «Βορειοηπειρώτης blog», ιστοσελίδα στο fb «Παναγιώτης Μπάρκας»
Και στην Ελλάδα, εφημερίδες «‘Έθνος», «Πρωινός Λόγος» και ηλεκτρονικά ΜΜΕ όπως «CNN.gr.», «Μηχανή του Χρόνου» κλπ.
Σημαντική θέση καταλαμβάνουν οι συνεντεύξεις μου σε διάφορα ΜΜΕ, αλβανικά και Ελληνικά.
Στα αλβανικά έντυπα 19 εφημερίδες φιλοξένησαν 279 άρθρα μου γνώμης, που αποτελούν 783 σελίδες Word.
Πρόκειται για τις μεγαλύτερες και σημαντικότερες αλβανικές εφημερίδες, οι οποίες στεγάζουν τα άρθρα μου σε στήλες που ασχολούνται μες πολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές, εκπαιδευτικές και διεθνείς αναλύσεις.
Χωρίς υπερβολή, επισημαίνω ότι αποτελώ ιστορικά την μοναδική περίπτωση δημοσιογράφου ελληνικής εθνικότητας με τόση έντονη παρουσία και με τόσο ιδιαίτερα σημαντική αρθρογραφία στον αλβανικό τύπο.
Το σύνολο του δημοσιογραφικού έργου που συμπεριλαμβάνεται στην ιστοσελίδα μου, πραγματοποιήθηκε αφιλοκερδώς, δωρεά, κάτι ασφαλώς ασύλληπτο για την εποχή που ζούμε και για ένα κοινό νου!
Τέλος, ανεξαρτήτως που η προσφορά αυτή δεν έγινε και δεν απαίτησε εύσημα, δεν χαίρει καμιάς αναγνώρισης, ειδικά από ελληνικής πλευράς και της ίδιας της Ε.Ε.Μ.
Απεναντίας μερικές φορές ζητήθηκε η αποπομπή μου από ανταποκριτής του ΑΠΕ, που εννοείται αποτελούσε τη βασική πηγή εσόδων για την οικογένειά μου. Σε συνάντηση της ηγεσίας της ΟΜΟΝΟΙΑΣ με τον Έλληνα πρωθυπουργό Κ. Καραμανλή, ο Ντούλες ως ο ηγέτης της Ε.Ε. Μειονότητας είχε ένα μόνο αίτημα προς την επίσημη Αθήνα. Την αποπομπή του Παναγιώτη Μπάρκα από το ΑΠΕ. Θα επαναληφθεί το ίδιο αίτημα από τη συγκεκριμένη ηγεσία, από τον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο, από Έλληνες βουλευτές….!
Επιστολή στον Αλία για αύξηση του προσωπικού στην σύνταξης της Εκπομπής στη μητρική γλώσσα στο Ραδιοφωνικό Σταθμό Αργυροκάστρου
Το Μάιο του 1984, όντας δάσκαλος στους Σχωριάδες, έγραψα μια επιστολή στο ΡαμίζΑλία, γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής για την προπαγάνδα και δεξί χέρι του Χότζα. Του έγραφα για την εκπομπή στην ελληνική γλώσσα στο Ραδιοφωνικό Σταθμό Αργυροκάστρου, ότι δεν ανταποκρίνονταν στις οδηγίες του Κόμματος για την Εθνική Ελληνική Μειονότητα. Ότι εκεί διαβάζονταν απλώς κάποιες ειδήσεις από το «Λαϊκό Βήμα», ή μεταφρασμένες από τα αλβανικά και μεταδίδονταν κάποια ελάχιστα στον αριθμό ελληνικά μειονοτικά τραγούδια και συνεπώς δεν την παρακολουθούσε κανείς.
Πρότεινα στην επιστολή μια δεύτερη θέση συντάχτη ώστε η εκπομπή να ζωντάνευε, να μεταδίδονταν ρεπορτάζ με τη συμμετοχή των ίδιων των Ελλήνων, να επεκτείνονταν τα θέματα στην εκπομπή και να κάλυπταν όλους τους τομείς της ζωής στην Ελληνική Μειονότητα, να καλύπτονταν όλες οι περιοχές και να αυξανόντανε ο αριθμός των τραγουδιών και χορών στη φωνοθήκη της εκπομπής με νέες ηχογραφήσεις από τη λαογραφία στη μητρική γλώσσα.
Η απάντηση ήταν άμεση και θετική. Η σύνταξη της ελληνικής εκπομπής ύστερα από 39 χρόνια λειτουργίας απόχτησε δεύτερη θέση συντάκτη. Ήμουν ένας από τις τρεις υποψηφιότητες. Δε μεσολάβησε κανείς για την προώθησή μου. Στις 23 Αυγούστου 1984 ο διευθυντής του Ραδιοφωνικού Σταθμού με κάλεσε για να μου ανακοινώσει ότι προσλήφθηκα στη νέα θέση και μου ανακοίνωσε τις υποχρεώσεις μου. Όσο εκείνος προχωρούσε, εγώ αύξαινα το χαμόγελο. Άκουγα ως οδηγίες από τον νέο μου διευθυντή τις προτάσεις που είχα κάνει πριν μερικούς μήνες στο ΡαμίζΑλία. Θα ήταν έγκλημα να μη διοριζόμουν στη θέση αυτή!
Σύντομο χρονικό μέχρι την αποπομπή μου από το Ραδιοφωνικό Σταθμό με πολιτική απόφαση.
Στην ελληνική εκπομπή του Ραδιοφωνικού Σταθμού Αργυροκάστρου εργάστηκα μέχρι τον Οκτώβριο του 1993, με εξαίρεση την βουλευτική θητεία 1991-1992.
Εκδιώχτηκα από την εκπομπή με προσωπική εντολή του προέδρου της Δημοκρατίας τότε ΣαλίΜπερίσια. Του είχαν μεταφέρει την πληροφορία ότι τον έβριζα όλη την ημέρα στησαρανταπεντάλεπτη ημερήσια εκπομπή. Με έδιωξαν μολονότι είχα μείνει μόνος στην εκπομπή και η εκδίωξή μου προϋπόθετε το κλείσιμό της, όπως και πραχτικά συνέβη.
Η βουλευτική θητεία με είχε φέρει δίπλα στο Μπερίσια ως υποστηρικτή του και ο Αμερικανός πρέσβης Ράυερσον που έκανε κουμάντο στην αλβανική πολιτική ζωή, πήρε θετική εισήγηση από μένα για την προώθηση του Μπερίσια στην κορυφή της πυραμίδας του κράτους. Μόλις έγινε όμως πρόεδρος (και πρωθυπουργός ταυτόχρονα) έγινε ιδιαίτερα εχθρικός με τον Ελληνισμό. Εγώ επέλεξα το δικό μου άλογο, την εκπομπή στον κρατικό ραδιοφωνικό σταθμό να του κάνω σκληρή αντιπολίτευση!!
Ήρθε να μου ανακοινώσει την απόφαση αποπομπής, ο Γενικός Διευθυντής της Κρατικής Ραδιοτηλεόρασης με τον οποίο συνεργαστήκαμε στενά για να προβάλλουμε και προωθήσουμε το Μπερίσια…! Η αποπομπή μου έγινε την ημέρα που είχα επιστρέψει από την Κύπρο.
Αντιδρώντας στην πολιτική απόφαση εκδίωξης μου δημοσίευσα στην τότε ανεξάρτητη εφημερίδα «KohaJonë” και την αντιπολιτευόμενη “Zëri i Popullit” ανοιχτή επιστολή προς τον Μπερίσια. Ούτε λίγο, ούτε πολύ τον κατηγορούσα για νέο δικτάτορα. Αυτός δεν μ’ απάντησε αλλά έβαλε στη στήλη του, στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας του κόμματός του, τη “RilindjaDemokratike” δημοσίευμα που με κατηγορούσε ως υψηλόβαθμο όργανο της Ελλάδα σε βάρος της Αλβανίας.
Τη συνέχεια του βιογραφικού μου ως δημοσιογράφος θα προτιμούσα να επέλεγα σχετικό απόσπασμα από τη συνέντευξη στο βιβλίο «Η αλήθεια σ΄αφήνει μόνο» του Γιώργου Μύτηλη.
Ερώτηση: Τι είναι για σένα η δημοσιογραφία;
Απάντηση: Νομίζω ότι είναι συνυφασμένη με το ΕΙΝΑΙ μου. Ο από μικρός «τρυποξύλης», που θέλει να γνωρίζει τα πάντα. Το πνεύμα ανακάλυψης, αποκάλυψης και υπεράσπισης του δίκαιου και της αλήθειας με οποιοδήποτε κόστος. Το πνεύμα υποστήριξης του αδύναμου, το θάρρος διατύπωσης δημόσιας άποψης. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά μου, είναι τόσο συμβατά με τη δημοσιογραφία. Είναι αρεστά και άκρος επιθυμητά από την πολιτική και τον πολιτικό, αλλά η ανάγκη επιβίωσης του δεύτερου τον φέρνει πραχτικά αντιμέτωπο.
Ερώτηση: Στο Ραδιοφωνικό Σταθμό σε πήγαν για να τους φέρεις άνω κάτω…;
Κάπως έτσι…. Μόλις εξοικειώθηκα με τη δουλειά παρουσίασα πρόταση για την αναδόμηση της ελληνικής εκπομπής. Θα διαγραφεί η μέχρι τότε πρακτική. Η εκπομπή θα αποτελούνταν από τρία μέρη: τις ειδήσεις, ένα θέμα. Η κάθε μέρα είχε το δικό της θέμα: Τα οικονομικά, οι παραδόσεις, η ζωή στο χωριό και παιδική εκπομπή κάθε Σάββατο. Η δημοτική μας μουσική κάλυπτε το τρίτο μέρος. Για αρκετό χρονικό διάστημα δεν αλλάξαμε την Κυριακάτικη εκπομπή του Π. Τσούκα. Έγινε όμως κι΄αυτό, παρά το γεγονός ότι να τραβούσες τον Π. Τσούκα από τη θέση αυτή ήταν αδιανόητο. Όταν εμπλουτίσαμε τη φωνοθήκη (από 50-60 τραγούδια και κάποιους χορούς, έφθασε στα 500 τραγούδια και δεκάδες άλλους χορούς) και η πίεση του κοινού για δημοτική μουσική αυξήθηκε, ζήτησα την κατάργηση της εκπομπής του Τσούκα με το επιχείρημα ότι μεταφέρει με πολύ έντονο τρόπο την κομματική πνοή, γεγονός που περισσότερο προκαλεί, παρά γαλουχεί (!!!) Τρέλα που κουβάλαγα!!)
Η μεγαλύτερη δυσκολία δεν ήταν η αναδόμησή της, όπως μπορεί να φανταστεί κανείς, αλλά τα ελληνικά μεταξύ των Ελλήνων. Το λεξιλόγιο και η ελληνική γλώσσα είχαν περιοριστεί σε στενό καθημερινό κύκλο επικοινωνίας. Κυρίως οι νέοι δεν μπορούσαν να εκφραστούν ελληνικά. Ακόμα και στα 8-τάξια σχολεία και στα νηπιαγωγεία ήταν δύσκολα να ηχογραφήσεις μια εκπομπή στα ελληνικά. Λέξη προς λέξη μοντάραμε τις προτάσεις σε στούντιο με πρωτόγονα μέσα και με τεχνικούς που δεν γνώριζαν την ελληνική.
Ήταν μια επανάσταση, απ’ όπου έπρεπε να βγαίναμε νικητές. Σιγά – σιγά τα καταφέραμε.
Σε 4 μήνες καταφέραμε την μέγιστη δυνατή αξιοπιστία. Στις 12 Γενάρη 1985 καταφέραμε να καλύψουμε εντός της ημέρας το άνοιγμα των συνόρων της Κακαβιάς. Προσωπικά δε μου επέτρεψαν να παρευρισκόμουν στην τελετή, αλλά ανέλαβα την όλη ευθύνη για το πρώτο αυτό πολιτικό ρεπορτάζ σε επίπεδο υπουργών εξωτερικών και ιστορικών ανακατάξεων. Κλίμα, δηλώσεις, αποσπάσματα από τις ομιλίες, πολιτικές προσδοκίες, μεταφράσεις, τα πάντα για τέτοιου είδους ρεπορτάζ. Δεν περιμέναμε να επιλεγούν από άλλους και να μας σταλούν έτοιμα, ειδικά τα πολιτικά μηνύματα εξωτερικής πολιτικής, τα αναλάβαμε όλα και σε χρόνο μηδέν. Γρηγορότερα μάλιστα και από την κρατική τηλεόραση και τις αλβανικές εκπομπές.
Η ελληνική εκπομπή από τυπική, ανέβαζε συνεχώς την ακροαματικότητα. Εκατοντάδες γράμματα κατέφταναν κάθε βδομάδα στη σύνταξή μας. Οι Έλληνες παρατούσαν τις δουλειές για να ακούσουν την εκπομπή. Δεν αφήσαμε χωριό, σχολείο και οικονομική δραστηριότητα στην Ε.Ε.Μ χωρίς να τα επισκεφτούμε και να κάνουμε εκπομπή. Στο μικρόφωνο της εκπομπής μας μίλησαν εκατοντάδες Έλληνες, διαφόρων ηλικιών και επαγγελμάτων. Προσωπικά με γνώριζαν μόνο από τη φωνή. (Ένα χειμωνιάτικο απόγευμα με έπιασε η νύκτα στην προσπάθεια να φύγω από το Αλίκο στην Τσούκα. Το σκοτάδι πηκτό. Για να έβγαινα στην Τσούκα έπρεπε να περνούσα μια αερογέφυρα, πασαρέλα. Τα νερά όμως της Μπίστρισσας είχαν φουσκώσει και είχαν φθάσει στα σανίδια της γέφυρας, πολλά από τα οποία απουσίαζαν. Πιασμένος από το χοντρό συρματόσκοινο προσπαθούσα να μη χάσω την ισορροπία και χαθώ στο μαύρο νερό. Όταν τα κατάφερα και έπιασα την όχθη, είδα ότι δεν υπήρχε δρόμος. Τα πάντα ήταν σκεπασμένα από τα νερά. Έβαλα τις φωνές αν υπήρχε άνθρωπος και αν με άκουγε κανείς. Από ένα σπίτι χωρίς φως, βγήκε ένας άνθρωπος και αρχίσαμε να μιλούμε. «είσαι ο Παναγιώτης Μπάρκας;!» εκείνος. «Ναι. Από πού το κατάλαβες;!» εγώ. «Από τη φωνή στην εκπομπή του ραδιοφωνικού σταθμού», εκείνος….) Ήμουν μόλις 27 χρόνων…!
Μεγάλος μπελάς και με τις επιστολές που έφθαναν στην εκπομπή από το Εξωτερικό. Δεν τις παρέδιδα στις κομματικές αρχές για να τις ερευνήσουν οι μυστικές υπηρεσίες και ήρθε η βαρύτατη επίπληξη. Προειδοποίηση για απώλεια της θέσης εργασίας.
Τι στόχευες να κάνεις σε εκείνους τους χαλεπούς καιρούς;
Μέσα μου ζούσε ένας διακαής πόθος. Η εκπομπή να πρόσφερε τις υπηρεσίες της στους Έλληνες, να ενθάρρυνε την μητρική γλώσσα και να άνοιγε ένα παράθυρο στις παραδόσεις μας. Κινηθήκαμε προς δύο κατευθύνσεις. Η πρώτη μέσω των ειδικών εκπομπών. Και γιατί δεν μιλήσαμε σ΄αυτές. Για τους βαρελάδες της Σωπικής και την τέχνη του κρασιού. Για τους γανοτζήδες της Λεσινίτσας, για τις γαμήλιες παραδόσεις, για τα έθιμα της ξενιτιάς, για τις παραδοσιακές επίσημες ενδυμασίες, για τους λαξευτές της πέτρας και του ξύλου, για τις εκπαιδευτικές παραδόσεις Η δεύτερη προσπάθεια αλλαγής της φυσιογνωμίας της εκπομπής έγινε με τις ηχογραφήσεις των δημοτικών τραγουδιών. Προσανατολισμός στην παράδοση και προσέλκυση του κοινού, μέσω της συμμετοχής του. Η διεύθυνση επέτρεπε να ηχογραφηθούν μόνο πολυφωνικά τραγούδια, μάλιστα με καθαρά ιδεολογικό περιεχόμενο. Το ελληνικό πολυφωνικό θεωρούνταν δάνειο από τα αλβανικά, οπότε ήταν αναγκαστικά επιτρεπτό(!!) Τα κλαρίνα της Νότιας Ηπείρου χαρακτηρίζονταν ελληνική παράδοση, από την οποία έπρεπε να αποστασιοποιηθούμε και να την αντιμετωπίζουμε ως «ξένη και αντιδραστική».
Παρουσίασα γραπτώς τις απόψεις μου. Εκεί χρησιμοποίησα για πρώτη φορά τον όρο «ενιαία λαογραφική Ήπειρο». Δανείστηκα τον Κανταρέ, που εκείνη την περίοδο για λογαριασμό της αλβανικής προπαγάνδας κατά της Γιουγκοσλαβικής Ακαδημίας Επιστημών, μιλούσε για λαογραφικά φαινόμενα στη Βαλκανική που δεν γνώριζαν σύνορα, αλλά και τις ίδιες τις οδηγίες του Χότζα.
Καταφέραμε να κάνουμε περισσότερες από 500 ηχογραφήσεις παραδοσιακών δημοτικών τραγουδιών, πολυφωνικών και με κλαρίνα. Άλλες τόσες ήταν μελωδίες χορών. Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί με τι κόπο κατέφθαναν τα γκρουπ από κάθε περιοχή μας στο μοναδικό στούντιο του σταθμού. Ούτε τις θυσίες για να εγκρίνονταν τα τραγούδια και να γίνονταν οι ηχογραφήσεις. Πώς μπορείς να ξεχάσεις τον Έλληνα διευθυντή προγράμματος του Σταθμού, Δημήτρη Γιοβάνη, ο οποίος επέμενε για την ποιότητα της ηχογράφησης, αλλά τα κατάφερνε μια χαρά να περάσει απαρατήρητα η έντονη ελληνικότητά τους. Μέσα από τις ηχογραφήσεις μας και από την εκπομπή μας αναδείχτηκαν οι λαϊκές ορχήστρες, κομπανίες του Κ. Βέρδη, του Λ. Γκιόκα, του Ντέρου, του Μαγκλάρα κι άλλες.
Κάθε φορά που έβγαινε στην εκπομπή κάποιο τραγούδι που θεωρούνταν ταμπού στην απαγόρευσή του, όπως Δέλβινο και Τσαμουριά, ή Ανάμεσα τρεις θάλασσες, ή για το Μάρκο Μπότσαρη, δικά μας καρφιά ενημέρωναν το τμήμα προπαγάνδας στην Κομματική Επιτροπή και αμέσως με καλούσαν να δώσω εξηγήσεις. Είχα μονίμως τα επιχειρήματα από πριν την ηχογράφησή τους. Σε ότι αφορά τους στίχους δεν υπήρχε μόνο η οδηγία του κομμουνιστή ηγέτη το 1978 για να συγκεντρώσουμε και προβάλουμε τις παραδόσεις μας (στη Γράψη όταν ήθελε την προσέγγιση με την Ελλάδα), αλλά υπήρχε και η ανθολογία παραδοσιακών μας τραγουδιών του Βασίλη Νίκα, ο οποίος ήταν βαρύ πυροβολικό στο κομμουνιστικό σύστημα.
Ασφαλώς, υπήρχαν και τραγούδια με ιδεολογικό περιεχόμενο. Αν τα αποφεύγαμε, θα σβηνότανε και το καντήλι που επιδιώκαμε να κρατήσουμε αναμμένο στο σκότος.
Στο μουσικό πλαίσιο, ξεκινήσαμεμε τον μουσικό Κ. Νούσια, ο οποίος νεαρός τότε εργάζονταν στην συμφωνική ορχήστρα της πόλης, μια προσπάθεια να γράψουμε τραγούδια ελαφράς μουσικής στην μητρική γλώσσα. Μόλις η είδηση βγήκε προς τα έξω μας οι γνωστές υπηρεσίες και μηχανισμοί μας έκοψαν. «Η ελληνική μειονότητα, μας είπαν, θα πρέπει να μείνει σε λαογραφικά πλαίσια…(!!!) δεν μπορεί να έχει δική της ελαφρά μουσική!»
Σε ποιο ράφι τα τρώει τώρα η σκόνη ….;
Σήμερα αυτός ο ανεκτίμητος πλούτος λείπει από την φωνοθήκη του Ραδιοφωνικού Σταθμού Αργυροκάστρου. Όταν εγώ είχα φύγει, κάποιοι επιτήδειοι Γιαννιώτες, που δήθεν φρόντισαν να διασώσουν την πολιτιστική μας κληρονομιά, την μετέφεραν στην Ελλάδα. Αγόρασαν όλους τους δίσκους με τις ηχογραφήσεις και τους εξαφάνισαν. Συνέβαλε και το Γενικό Προξενείο της Ελλάδας στο Αργυρόκαστρο
Το χειρότερο κακό βέβαια είναι ότι εμάς, που συγκεντρώσαμε και ηχογραφήσαμε όλα αυτά τα τραγούδια, μας κατηγορούν για αντεθνική δράση, επειδή εργαστήκαμε στην εκπομπή αυτή (!!!)
Τι αναμνήσεις κουβαλάς από εκείνη την περίοδο;
Οι περισσότερες πονάνε. Η θέση του δημοσιογράφου προϋπόθετε την άμεση συμμετοχή στις γραμμές του Κόμματος Εργασίας. Εγώ, μετά από τέσσερα χρόνια δημοσιογραφίας στην ελληνική εκπομπή, ούτε καν είχα σκεφτεί ένα τέτοιο βήμα. Με κάλεσαν στην Κομματική Επιτροπή, όπου και μου έγινε η πρόταση. Τους απάντησα ότι δεν με εκφράζει η οργάνωση του κόμματος του Ραδιοφωνικού Σταθμού, την οποία «διευθύνει ένας μεθύστακας».
Σε λίγες μέρες πήρα βαριά επίπληξη από τη διεύθυνση και την Κομματική Οργάνωση για «παράβαση καθήκοντος» (!!)
Όπως ανέφερα, πιο επικίνδυνη ήταν η επίπληξη που δέχτηκα το Φλεβάρη του 1988 για απόκρυψη επιστολών από το εξωτερικό παρεμποδίζοντας έτσι το έργο των αρμόδιων υπηρεσιών (των μυστικών)!
Υπήρχαν κι άλλες δυσκολίες. Πολύ δύσκολα τα ρεπορτάζ κατά της θρησκείας. Πάντοτε ζητούσα συγχώρεση για κάθε τέτοια αποστολή. (Αυτό μου έλεγε η μάνα μου.)
Θυμάμαι το 1987. Όταν έληξε το Συνέδριο για τη Βόρειο Ήπειρο του Σεβασμιότατου Σεβαστιανού στην Κόνιτσα, με έστειλαν για ρεπορτάζ στη Δρόπολη. Είχαν ειδοποιήσει και τα στελέχη που θα μιλούσαν στην εκπομπή, αλλά δεν τους είχαν πει θα πούνε. Θυμάμαι τότε το δικό μου στρες και των δικών μας στελεχών. Με ρωτούσαν εμπιστευτικά τι να πούνε και για να είναι εντάξει με τις αλβανικές αρχές, αλλά και να μη κόντραραν τον Σεβαστιανό! Συμβιβασμός Ελλήνων σε δύο επίπεδα και τα καταφέρναμε.
Υπήρχαν όμως και άλλα από την άλλη πλευρά. Αποστολή, άνω των τριάντα χμ ποδαρόδρομο (Γεωργουτσάτι- Μουζίνα-Δρόβιανη-Λεσινίτσα σε μια μέρα). Αλλά και σημαντικές στιγμές που σημαδεύουν την ίδια τη ζωή . Έτσι μετά από τη συνέντευξη με τον γνωστό τότε δάσκαλο Γρηγόρη Δρόσο στο σπίτι του, είδα στη φωτογραφία τη μέλλουσα συζύγό μου, την Ελβίρα. (Την είχα πρωτοδεί στα Τίρανα στο πανεπιστήμιό της και τώρα σε φώτο στο σπίτι της.) Όταν ρώτησα τον Πατέρα της για τα παιδιά του, επειδή ήθελα να μάθω που βρίσκονταν η Ελβίρα, εκείνος απέφυγε να μ απαντήσει. Το γεγονός «στάθηκε ικανό» να με καθυστερήσει για τον επόμενο προορισμό. Ταξίδεψα μέσα από τα δάση για Λεσινίτσα. Ήταν Φθινόπωρο. Πεινούσα και αναζητούσα στο δάσος λευτόκαρα. Δεν γνώριζα δρόμο και βάδιζα με σημείο αναφοράς μια βουνοκορυφή. Κάποια στιγμή έπιασε βροχή και το βαρύ πολεμικό κασετόφωνο, μαζί με τα βρεγμένα ρούχα βάρυναν περισσότερο. Στην είσοδο του χωριού συνάντησα έναν νέο άνδρα. Τον γνώριζα, ήταν από τη Δρόπολη και γαμβρός στη Λεσινίτσα. Με είδε βρεγμένο και με μια περίεργη τσάντα στην πλάτη και με κοιτούσε ύποπτα. Έπιασα το μήνυμα και η ερώτησή μου ακολούθησε τη σκέψη του. «Που είναι τα σύνορα, του είπα, σε παρακαλώ δείξε μου ένα σύντομο δρόμο, νυχτώνει βλέπεις», εγώ.
Εκείνος αφού χαμογέλασε μου είπε «πρόθυμα». «Ακολούθα αυτό το μονοπάτι ….» Τον ευχαρίστησα και χωριστήκαμε. Δεν πρόλαβα να φθάσω στο σπίτι του Γρ. Κατσαλίδα που ήταν ο προορισμός μου. Άλλαζα τα βρεγμένα ρούχα μου όταν χτύπησε η πόρτα. Είχαν έρθει να ρωτήσουν από το σύνορο αν υπήρχε ξένος στο σπίτι του. Εκείνος τους είπε ποιος ήμουν και εκείνοι μας άφησαν ήσυχους.
Το ταξίδι συνεχίστηκε την επόμενη. Από Λεσινίτσα σε Θεολόγο, τηΔίβρη, τη Λειβαδιά και την μεθεπόμενη από Λειβαδιά, σε Κουλουρίτσα, Φανάρι, Πλάκα, Αλίκο, Τσούκα, Αγίους Σαράντα. Τα πάντα στο πόδι.
Μα κι εκείνο το ρεπορτάζ με την αποφυλάκιση των αδερφών Πράσο….;
Το Δεκέμβρη του 1989, δυο μέρες νομίζω μετά τα Χριστούγεννα, με κάλεσε στην Κομματική Επιτροπή ο γραμματέας του Ιδεολογικού Τομέα και μου είπε να ετοιμαζόμουν για μια ειδική αποστολή. Μόνο τόσο.
Κάποια στιγμή ήρθαν και με πήραν στο Σταθμό με το τζιπ της Κομματικής Επιτροπής.
– Γνωρίζεις τα αδέρφια Πράσο; – με ρώτησε ο γραμματέας.
Δεν ήξερα τι να του απαντήσω. Γνώριζα ότι τα είχαν συλλάβει ενώ επιδίωξαν να δραπετεύσουν για Ελλάδα κι ότι τα είχαν βασανίσει άγρια, μάλιστα και δικοί μας άνθρωποι. Το μυαλό μου πάει αμέσως στο κακό, επειδή είχα πολλές διασυνδέσεις με την Πέπελη και με την ορχήστρα του Λευτέρη Γκιόκα, που κατάγονταν από οικογένεια «με κακή βιογραφία.».
– Το Κόμμα αποφάσισε να τ’ αποφυλακίσει απόψε. Σε επιλέξαμε να κάνεις το ρεπορτάζ και να μεταδοθεί σήμερα κιόλας.
Ξαλάφρωσα.
– Πρόσεξε όμως, πρέπει να μιλήσουν και οι πέντε, – συνέχισε ο γραμματέας.
Με πήγαν στο τζιπ που είχαν τα αδέρφια, τα οποία δεν γνώριζαν προορισμό.
Με πολύ δυσκολία τα έπεισα ότι πηγαίναμε στο χωριό και θα ήταν σε λίγο ελεύθερα. Ότι ήμουν μαζί τους γιατί έπρεπε να μου μιλήσουν στο μικρόφωνο. Δεν πίστευαν μέχρι που είδαν ότι φτάσαμε στο χωριό. Εκεί τα περίμενε πολλής κόσμος. Ήταν περίεργα θερμή η υποδοχή. Εγώ πήρα τις πέντε συνεντεύξεις-δηλώσεις τους.
Το ασυνήθιστο ρεπορτάζ έγινε την ίδια βραδιά, ασφαλώς υπό την επίβλεψη του γραμματέα του κόμματος και μπήκε αμέσως στη μετάδοση. Όταν έφθασα στο διαμέρισμα των δημοσιογράφων όπου έμενα, μίλησα στους συναδέλφους του «Λαϊκού», για το ρεπορτάζ. Το άκουσαν στο κασετόφωνο και ένας απ΄αυτούς μου είπε. Την έβαψες Μπάρκα.. (Δεν γνώριζα τότε εκείνος ήταν ένας απ΄αυτούς που είχε σβήσει τσιγάρο αναμμένο στα σώματά τους όταν τα μετέφεραν αλυσοδεμένα από τα σύνορα.) Επέστρεψα αμέσως στο Σταθμό και ζήτησα από την φίλη μου την τεχνικό να γυρίσουμε ανάποδα την ταινία με το ρεπορτάζ, ώστε να μη μπορεί κανείς να βρει άκρη. Την πήρα και την έκρυψα στα άχρηστα αντικείμενα στο γραφείο.
Την άλλη μέρα με κάλεσαν στο γραφείο του διευθυντή. Είχα κάνει «το λάθος», χαρακτήρισα τα παιδιά «πέντε λεβέντες». Κατ’ εκείνους ο όρος αυτός χρησιμοποιείται μόνο για τους ήρωες. Άρα τους είχα κάνει ήρωες !!! Στην ίδια πλεύση και ο συνάδελφός μου. Ζήτησα τη γνώμη του επιτηρητή της εκπομπής, του αγαπητού Κώστα Ζάβαλη. Λες και είχε πιάσει το νόημα, διάβασε το κείμενο και απάντησε χωρίς κανένα διλλήματα: «Πολύ σωστά και εύχρηστα.» Στα μάτια των ιθυνόντων διάβαζες εύκολα: «Μας γλίστρησε…»
Και… ξεμπέρδεψες…;
Όχι! Ήταν παραμονή Πρωτοχρονιάς κι ετοιμαζόμασταν να τη γιορτάσουμε στη Δρόβιανη, όπου έμενε ο 5-μηνος γιος μου. Κατά τις 9-10 ή ώρα ο τηλεβόας του χωριού φωνάζει το όνομά μου. Με ζητούσαν στο τηλέφωνο από το Σταθμό. Έπρεπε να παρουσιαστώ επειγόντως στο Αργυρόκαστρο. Έφυγα αφήνοντας πίσω παγωμένα πρόσωπα.(Από την οικογένεια της Ελβίρας δεν είχε φύγει ακόμα η σκιά της πολιτικής δίωξης μετά την απόφαση του πεθερού μου να γιορτάσει τα 200-χρονα του ελληνικού σχολείου στη Δρόβιανη, όταν το πρώτο αλβανικό δεν είχε κλείσει 100.).
Μετά από 7 χιλιόμετρα ποδαρόδρομο, ανέβηκα στην καρότσα ενός φορτηγού για να φτάσω στο Αργυρόκαστρο.
Στο χολ του Σταθμού με περίμενε ο διευθυντής, μαζί με τρεις άλλους άντρες με μαύρα κοστούμια και μαύρα γυαλιά. Τα πρόσωπά τους παγωμένα.
Ο διευθυντής μου ζήτησε τη μπομπίνα με το ρεπορτάζ από την Πέπελη. Του απάντησα αμέσως. «Δεν το έχω. Το έσβησα για τις ηχογραφήσεις για τις εκπομπές της Πρωτοχρονιάς…» Με ρώτησαν αν είχα τις ελεύθερες ηχογραφήσεις των συνεντεύξεων με τα παιδιά και τους είπα «όχι διότι ηχογράφησα στη μπομπίνα (μια μας έδιναν κάθε χρόνο, αλλά εμείς κρατούσαμε και τις παλιές) μουσική για την πρωτοχρονιά». Ήμουν απόλυτος και οι κουστουμαρισμένοι τα έβαλαν με το διευθυντή. Ζητούσαν επίμονα τις ηχογραφήσεις με τις δηλώσεις όλων των αδερφών Πράσο.
Έφυγα. Πρόλαβα το λεωφορείο της γραμμής για το Λόγγο. Στα Βρυσερά κατέβηκα και τράβηξα για την Πέπελη. Συνάντησα ένα από τα παιδιά και το συμβούλεψα να μην κάθονται ποτέ όλα μαζί και να αποφεύγουν τις δηλώσεις.
Επιστροφή για Δρόβιανη μέσω Ντριάνου. Περισσότερες από τρεισήμισι ώρες δρόμο. Στους δικούς μου δεν μπορούσα να εξηγήσω τίποτε.
Τις επόμενες ημέρες στην Πέπελη αφίχθηκαν περισσότερα από 50 τηλεοπτικά κανάλια από όλο τον κόσμο. Επίμονα ήταν τα τουρκικά. Για μετάφραση και συνοδό έπαιρναν τον συνάδελφό μου… Εκείνος μου έλεγε ότι «τα παιδιά είναι ακόμα φοβισμένα και δε θέλουν να βγουν όλα μαζί στα κανάλια»(!) Υπήρξε υπογείως έντονη η Ελληνική διαμαρτυρία για τη ζωή των αδερφών Πράσο.
Είχε πέσει το τοίχος του Βερολίνου…
Είχες το αποκλειστικό ραδιοφωνικό ρεπορτάζ για την ιστορική επίσκεψη Σαμαρά στο χώρο μας. Προέκυψε επεισοδιακό… Τι έγινε;
Ήταν 25 ή 26 Οκτωβρίου του 1990. Η διεύθυνση του Σταθμού αποφάσισε να καλύψω εγώ αυτή τη σημαντική επίσκεψη. Με εντολή της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος έπρεπε να έπαιρνα συνέντευξη από τον Έλληνα Υπουργό Εξωτερικών. Με εξέπληξε η επιλογή μου. Δεν με έστελναν ποτέ σε αποστολές για γεγονότα που αφορούσαν την Ελλάδα. Πιθανόν, η απόφαση να σχετίζονταν με το γεγονός ότι εκείνο τον καιρό έμπαινα στο μικρόφωνο για την εκπομπή χωρίς χαρτί. Ίσως, επειδή είχα μόλις λίγες βδομάδες που είχα επιστρέψει από το τουριστικό ταξίδι στην Ελλάδα με ένα μίνι δημοσιογραφικό κασετόφωνο.
Δε θα αναφερθώ σε λεπτομέρειες σχετικά με την επίσκεψη Σαμαρά στη Δερβιτσιάνη και τη Γοραντζή. Ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών, ήθελε να περάσει τα μηνύματά του. «Να είστε έτοιμοι, μας είπε κάποια στιγμή, σας περιμένουν ραγδαίες εξελίξεις» (!!) Επίσης, δεν σεβάστηκε το πρωτόκολλο, ενώ η εκδήλωση αγάπης των Ελλήνων μειονοτικών προς το πρόσωπό του ήταν συγκινητική. Μπήκε ανάμεσα στο πλήθος των Ελλήνων. Συνομιλούσε μαζί τους, τους χαιρετούσε, τους αγκάλιαζε. Επισκέφτηκε την κλειστή εκκλησία που είχε μετατραπεί σε αποθήκη…
Λόγω της εξέλιξης αυτής η διεύθυνση του Σταθμού αποφάσισε να μη μεταδοθεί το ρεπορτάζ. Δήλωσα ότι «αν συμβεί κάτι τέτοιο, δεν θα επιτρέψω την μετάδοση της ελληνικής εκπομπής». Ό, τι έλεγα, το εννοούσα. Η στάση μου ήταν πέρα από πολιτική τρέλα. Ο διευθυντής αναγκάστηκε να τηλεφωνήσει στα Τίρανα, απ’ όπου έλαβε την εντολή: «Να δοθεί το ρεπορτάζ με τη συνέντευξη Σαμαρά για μια βδομάδα συνέχεια!». Έτσι η εκπομπή για μια βδομάδα άρχιζε με το ρεπορτάζ για την επίσκεψη Σαμαρά και τη συνέντευξη μαζί του. Όταν άνοιξαν τα σύνορα με ρωτούσαν στην Ελλάδα για το τι είχε συμβεί και η εκπομπή έδωσε τόσες μέρες το ρεπορτάζ Σαμαρά.
Δημοσιογραφικές επεκτάσεις … η περίεργη εφημερίδα που χρηματοδοτούσε το Ελληνικό Προξενείο και … ο ρόλος μου!
Όταν, μετά τη σύντομη θητεία στη Βουλή επέστρεψα στο Ραδιοφωνικό Σταθμό έμεινα μόνος διότι ο συνάδελφος είχε μεταναστεύσει. Δεν έγραφα σχεδόν ειδήσεις εφόσον εκφωνούσα χωρίς χαρτί.
Πρόσθεσα μια παραπολιτική εκπομπή που την ονόμασα «ρίγανη και πιπέρι», η οποία, όπως ανέφερα έτσουξε περισσότερο το Μπερίσια.
Την ίδια περίοδο είχα αναπτύξει συνεργασία με τον τοπικό Ραδιοφωνικό Σταθμό της ΕΡΤ των Ιωαννίνων και με τον Σκάι 90,3.
Την περίοδο μετά την απομάκρυνση εργαζόμουν ταξιτζής, κουβαλώντας κόσμο από και προς Ιωάννινα, όπου συνεργαζόμουν με ένα τηλεοπτικό ιδιωτικό σταθμό.
Η δημοσιογραφική μου δραστηριότητα είχε γίνει ενοχλητική προς κάποια συγκεκριμένα κέντρα στην Ελλάδα, ειδικά στις αρχές του Ιδρύματος Παλινοστούντων, ΕΙΥΑΠΟΕ. Μεσολάβησαν και διέκοψαν τη συνεργασία με τον τηλεοπτικό σταθμό. Μάλιστα ούτε με πλήρωσαν. Επιδίωξαν επίσης να μου στήσουν παγίδα ως ταξιτζή. Δλδ ετοίμαζαν να αμολήσουν στο «Ταξί» μου άτομα χωρίς χαρτιά για να με πιάσει η αστυνομία για παράνομη μεταφορά μεταναστών. Με έσωσε ένας αστυνομικός στην Κακαβιά από τον Παρακάλαμο, αποκαλύπτοντάς μου όλοτο σενάριο!.
Τότε άρχισε και η δημοσιογραφική μου δραστηριότητα ως ελεύθερος επαγγελματίας. Άρχισα να δημοσιεύω σημαντικά άρθρα στον αλβανικό τύπο με ιδιαίτερη απήχηση.
Την περίοδο αυτή, 1993-1994, ο Γενικός Πρόξενο της Ελλάδας. Β. Μπορνόβας, μου ζήτησε να συνεργαστώ ως πολιτικός αναλυτής σε μια τοπική εφημερίδα, τη “Java”, οι διευθυντές της οποίας ξύπνησαν μια μέρα με πολλά λεφτά. Διευρυμένο προσωπικό, αυτοκίνητα, έκδοση της εφημερίδας στα Ιωάννινα. Ήμουν άνεργος και το μισθό πολύ καλό για την εποχή. Δεν γνώριζα όμως τον πραγματικό ρόλο μου στην εφημερίδα αυτή.
Κάποια στιγμή ο διευθυντής της εφημερίδας μου ζήτησε να βρίσκομαι στη σύνταξη από τις 7 η ώρα το πρωί μέχρι τις 15 το απόγευμα, αν ήθελα να έπαιρνα το μισθό που μου έδινε. Του είπα απλά ότι τέτοιο ωράριο δεν ακολουθούσα επί Χότζα, όταν εργαζόμουν στο Ραδιοφωνικό Σταθμό. Θέλεις τη δουλειά μου ή το ωράριο;» Εκείνος επέμενε. Τόλμησε μάλιστα και μου έκοψε το μισθό και εγώ παραιτήθηκα. Παραιτήθηκα και για το γεγονός ότι η εφημερίδα συνέχιζε να δημοσιεύει εθνικιστικά άρθρα κατά της Ελλάδας (!!!)
Με κάλεσε ξανά ο Γενικός Πρόξενος να με μεταπείσει. Όταν του ανέφερα τα δημοσιεύματα εκείνος μου είπε ότι «χρειάζονται κι αυτά» και ότι εγώ «πρέπει να τα καταπιώ». Δεν γύρισα στην εφημερίδα τους.
Μετά από κάποιους μήνες επισκέφτηκε την περιοχή η διευθύντρια της υπηρεσίας παροχής βοηθειών και στήριξης στην Ε.Ε. Μειονότητα στο Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας. Ζήτησε να με δει. Από το κοντό και ο Γενικός Πρόξενος…. Εκείνη με αιφνιδίασε όταν με συνεχάρη «για το σπουδαίο έργο» στην εφημερίδα. «Συγνώμη, είπα, εγώ έχω μήνες που έχω φύγει από την εφημερίδα». Εξήγησα την υπόθεση νιώθοντας το χέρι του Γενικού Προξένου να με τραβάει από το μανίκι για να μη δώσω συνέχεια. Κατάλαβα και αργότερα έμαθα ότι η εφημερίδα λειτουργούσε με ελληνικά χρήματα με σημείο αναφοράς το όνομά μου!
Επιπρόσθετο σημείωμα
Η κυρία αυτή έγινε αρκετά προσφιλής μαζί μου και μου έδωσε εμπιστοσύνη για πολλά πράγματα. Αργότερα, όταν εγώ διεκδικούσα δάνειο για τα ψυγεία στο Γεωργουτσάτι και ο ίδιος Γενικός Πρόξενος ήθελε να «μου κόψει τα πόδια», (διότι είχε φτιάξει δικό του κύκλο στη Δερβιτσάνη), η ίδια κυρία με κάλεσε στην Αθήνα και μου είπε ότι είναι πολλοί που δεν θέλουν να βγει το δάνειο για σένα, αλλά εγώ υπογράφω. Στη συνέχεια με ρώτησε αν θα το κάνω ή όχι το ψυγείο, (εννοείται γιατί με ρωτούσε) και μου έβγαλε μια λίστα με περισσότερα από 35 άτομα Βορειοηπειρώτες, που περίμεναν άτοκο δάνειο από την Ελλάδα.Με ρώτησε αν πρέπει να τους χρηματοδοτούσε παρά τις πολιτικές πιέσεις που δεχότανε, όταν μάλιστα πολλοί προερχότανε από τη Νέα Δημοκρατία
Της είπα ότι μη βλέπετε κομματικές ταυτότητες, αλλά αν υπάρχουν δυνατότητες να γίνουν όλα αυτά τα έργα ή όχι…!
Στα εγκαίνιά του ψυγείου παρέστη ή ίδια προσωπικά, (όχι ο Γενικός Πρόξενος).
Εκείνη με ευχαρίστησε πολλές φορές, αντί να το έκανα αυτό εγώ! Ήταν αρκετοί εκείνοι που θέλησαν να σαμποτάρουν το έργο. Αλλά σχεδόν κανένα από τα υπόλοιπα χρηματοδοτημένα δεν έγινε ποτέ!!
Πολιτικός
Η πολιτική μου δραστηριότητα δεν αφορά την κοινή πολιτική, αλλά την εθνική πολιτική. Σημαίνει ότι όλη μου η διανοητική δραστηριότητα, είτε ως επάγγελμα, είτε ως άλλη κοινωνική και πολιτιστική δράση, υπηρέτησε την εθνική υπόθεση.
Η δημοσιογραφική μου δραστηριότητα, στο Ραδιοφωνικό Σταθμό Αργυροκάστρου, ήταν μια καθαρά εθνική αποστολή. Επιδίωκε να τονώσει τον Ελληνισμό είτε ανιχνεύοντας και προβάλλοντας την μουσική και λοιπή παράδοση, είτε να φέρει τους Έλληνες κοντά στη γλώσσα τους, είτε να συνειδητοποιήσουν οι Έλληνες ότι είχαν ξεχάσει τα ελληνικά.
Η πολυποίκιλη, ογκώδη και μακρόχρονη δημοσιογραφική μου δραστηριότητα, είτε στην ελληνική, είτε στην αλβανική, υπηρέτησε την εθνική υπόθεση του Ελληνισμού.
Την ίδια υπόθεση υπηρέτησε και η εκπαιδευτική, ακαδημαϊκή, επιστημονική και δημιουργική μου δραστηριότητα
Όπως και η επιμονή μου να μη χαθώ στην Αλβανία, σε υψηλά πόστα, ή σε γάμο σε υψηλή κοινωνία, αλλά να γυρίσω και υπηρετήσω τον τόπο μου.
Δεν μετανιώνω γι΄αυτό. Ούτε η δήλωση του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου, ότι ο Παναγιώτης, αγαπάει πολύ τον τόπο του και θα υποφέρει πολλά, δεν επηρέασε τη στάση και το έργο μου.
Συνειδητοποίησα την ανάγκη άμεσης πολιτικής δράσης, μετά την επίσκεψη του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ Pérez de Cuéllar τον Μάιο του 1990. Ο Αλία οδηγούσε την Αλβανία σε πολιτικές αλλαγές, που επιβεβαίωναν τις υποψίες προ πολλού του επιβλέποντα της εκπομπής ελληνικών στο Ρ.Σ Αργυροκάστρου, Κ. Ζάβαλη, ότι ο κομμουνισμός στην Αλβανία κλονίζονταν.
Ένιωσα ότι οι αναμενόμενες εξελίξεις και αλλαγές, το πρόσωπο των οποίων δεν μπορούσαμε να γνωρίζαμε, έπρεπε να μας βρουν προετοιμασμένους και οργανωμένους. Να προστατεύαμε τον εαυτόν μας από εθνικής πλευράς. (Να είστε έτοιμοι, είπε λίγους μήνες μετά ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών. Α. Σαμαράς στην επίσκεψή του στη Δερβιτσάνη)
Από τότε έγραψα προγράμματα και καταστατικά για την οργάνωση που αποκαλούσα «Ταχυδρόμος της Προόδου» (Δεν νομίζω ότι έχει σημασία να αναφέρω την προσπάθεια για τον σύλλογο νέων Ελλήνων στελεχών το μακρινό εκείνο 1980-1981)
Τις σημειώσεις μου αυτές που αποτέλεσαν στη συνέχεια τη βάση για να ιδρυθεί η ΟΜΟΝΟΙΑ, (δείτε εδώ) πήρα μαζί μου όταν πήγα στην Ελλάδα, το Σεπτέμβρη του 1990. Τα ξαδέρφια της μάνας μου που με φιλοξενούσαν τρόμαξαν. Μάλιστα ο ένας μου είπε ότι θα σε σκοτώσουν οι Αλβανοί. Πήγα να μιλήσω και στα γραφεία της ΣΦΕΒΑ στα Γιάννενα, τα οποία ήταν μια ανάσα μακριά από το σπίτι που έμενα μόνος μου. Ήταν τρεις-τέσσερις νεαροί. Παρουσιάστηκα και είπα το σκοπό μου. Έκαναν πώς δεν άκουσαν και γύρισαν τις πλάτες.
Η πραγματική μου πολιτική δραστηριότητα εκδηλώθηκε στην ίδρυση της ΟΜΟΝΟΙΑΣ και στους αγώνες για να ορθοποδήσει.
Προσωπικά, την ίδρυση της ΟΜΟΝΟΙΑΣ, ζούσα μέσα από την πίστη μου, όπως εγώ είχα μεγαλώσει και λειτουργούσα. Ότι ο καθένας μας που μιλούσε ελληνικά και όχι μόνο, ήταν ένας φλογερός Έλληνας και πατριώτης, έτοιμος για κάθε θυσία προσωπική και συλλογική, που έπρεπε να του είχα και του είχα όλη την όλη εμπιστοσύνη….!!!! Θα πρέπει να το ομολογήσω ότι ήταν το μεγάλο και δραματικό μου λάθος. Σήμερα, μετά από 32 χρόνια, ομολογώ ξανά, χωρίς δισταγμό, ότι είναι ελάχιστοι και μετρημένοι εκείνοι οι Έλληνες που μπορεί να εμπιστευτείς για αγνά πατριωτικά και εθνικά αισθήματα και υποθέσεις !!!
Η σήμανση αυτή έχει τη σημασία της διότι πολλά, περισσότερο κουτσομπολιά και υποτιμητικά, ακούγονται για την ίδρυση της ΟΜΟΝΟΙΑΣ. Και πρέπει να ξεκαθαριστούν κάποια πράγματα που αδίκως σπιλώνουν κυρίως τους πραγματικούς ιδρυτές της και επειδή στο πλαίσιο αυτό πολλοί με ταυτίζουν προσωπικά με τη σαπίλα στην ΟΜΟΝΟΙΟΑ, επιρρίπτοντάς μου ευθύνες, αλλά απαλλάσσοντας από τις ενοχές εκείνους που τη σαπίσανε!!
Με κάνει ειλικρινάπερήφανο το γεγονός ότι η δράση μου ως ηγετικό στέλεχος στην ΟΜΟΝΟΙΑ από το Γενάρη του 1991 μέχρι και την αδικαιολόγητη απόρριψη του δικαιώματος να είμαι βουλευτής και την διαγραφή μου από το Γενικό Συμβούλιο της ΟΜΟΝΟΙΑΣ τον Οκτώβρη 1992, (δλδ σε 22 μήνες από την ίδρυση) έχουν τόση δυνατή απήχηση που ηθικά μου δίνουν την μονιμότητα, επικεφαλής της ΟΜΟΝΟΙΑΣ. Λόγω όμως αυτής της απήχησης, υπάρχει και η ταύτισή μου με τη σαπίλα στην ΟΜΟΝΟΙΑ. Αυτό είναι ασήκωτο και απαράδεκτο. Τόσο το περισσότερο όταν υπάρχει πλήρη άγνοια και υποτίμηση του έργου που έχω προσφέρει για την ιδιαίτερη Πατρίδα μας. Αυτό βέβαια δεν ισχύει μόνο για μένα προσωπικά αλλά για κάθε αξία στον τόπο μας! (Γενικώς, διαφαίνεται κυρίαρχη η αρχή, το να παρασύρουμε στο βάλτο κάθε εθνική αξία, του παρόντος και του παρελθόντος, για να μη έχουμε μέλλον.)
Εκείνο που κάνει περήφανο κάθε Έλληνα είναι η εκπροσώπησή τους και η δράση μου στη βουλή 1991-1992. Οι μάχες που έδωσα από την πρώτη μέρα των εργασιών της πρώτης πλουραλιστικής Βουλής, η υιοθέτηση από τη Βουλή της πρότασής μου στο νόμο για την διανομή της αγροτικής γης, η πρωτοβουλία και ο αγώνας για την παιδεία μας, μέχρι το σχέδιο νόμου για την παιδεία στη μητρική γλώσσα, ή ακόμα η μάχη για να παραμείνει η ΟΜΟΝΟΙΑ εκλογικός φορέας και στις εκλογές του 1992, είναι κάποιες από τις ιστορικές στιγμές της κοινοβουλευτικής μου δράσης! (Δείτε εδώ)
Παρά την αλλοπρόσαλλή διακοπή από την Ελλάδα της πολιτικής μου αυτής πορείας, συνέχισα να λαμβάνω πρωτοβουλίες για την εξυγίανση του πολιτικού τοπίου του χώρου και την ευημερία και πρόοδο του τόπου μας.
Ο ρόλος μου ήταν αποφασιστικός σε όλα τα σημαντικά ιστορικά γεγονότα που μεσολάβησαν στα 30 τελευταία χρόνια στη ζωή της Ε.Ε. Μειονότητας. Στην εκδίωξη του αρχιμανδρίτη Χρυσόστομου, Ιούνιο 1993, στα γεγονότα με το επεισόδιο της Επισκοπής 10 Απριλίου 1994 (ειδικά η στάση μου στη δίκη των πέντε), στα γεγονότα του 1997, εκείνα του 1998-99 (εξελίξεις Κοσσυφοπεδίου), απογραφή του πληθυσμού 2001-2011, το περιουσιακό κλπ
Πιο συγκεκριμένα:
1991-92 – ζήτησα η Ελλάδα να χορηγήσει περίπου 300 εκατομμύρια δρ, ώστε οι Έλληνες στις διοικήσεις των κρατικών επιχειρήσεων να επωφελούνταν από τον νόμο για τις ιδιωτικοποιήσεις των κρατικών επιχειρήσεων (Νόμος που ψηφίστηκε αφού ήταν καταρχήν σύμφωνη η Αθήνα). Οι Έλληνες έλεγχαν τότε πάνω από το 40 τοις εκατό των επιχειρήσεων στους νομούς Αργυροκάστρου, Αγίων Σαράντα και Δελβίνου. Απορρίφθηκε με το επιχείρημα που έφερε ελεγχόμενο στέλεχος της ΟΜΟΝΟΙΑΣ από τα Τίρανα, ότι δεν μπορεί η Ελλάδα να στηρίξει οικονομικά τους πρώην κομμουνιστές!!!
Την ίδια χρονιά ζήτησα και κατάφερα την οργάνωση της πρώτης κοινοτικής εταιρίας (αστικές συγκοινωνίες, Ταύρος)
1992-93 – συγκέντρωσα χρήματα και συγκρότησα τις επιτροπές εμπειρογνωμόνων για τη διανομή της αγροτικής γης στους αγρότες βάση του νόμου αρ.7501 που ψήφισε η Βουλή στηριζόμενη στη δική μου πρόταση. (Αν δεν υπήρχε ο νόμος αυτός, όπως προτάθηκε από μας στη Βουλή, οι δήθεν πρώην αγάδες θα μας είχαν πάρει και την αγροτική γη, όπως τα λιβάδια και τα βοσκοτόπια). Στη Δρόπολη η επιτροπή συστάθηκε και είχε τα ευεργετικά αποτελέσματα τα οποία διαπιστώνονται μέχρι σήμερα (σε ότι αφορά τους τίτλους ιδιοκτησίας). Στο Βούρκο απέρριψαν την προσπάθεια (με τα γνωστά αποτελέσματα μέχρι σήμερα). Απέρριψαν την προσπάθεια και στο Πογώνι. Στη Χιμάρα, αρνήθηκαν την πρότασή μου. (Υπήρχε δάκτυλο που οδήγησε στη σημερινή κατάσταση)
1995 – Σε συνεργασία με ένα καλό μου φίλο από το Βουλιαράτι, προτείναμε την ίδρυση μιας ιδιωτικής τράπεζας των Ελλήνων Βορειοηπειρωτών. Το Ελληνικό προξενείο απέρριψε με τη βία την πρόταση και ο φίλος μου μου είπε να σταματήσω να ασχολούμεθα με τα κοινά, όπως και ο ίδιος έκανε!
1996 – έφερα στο χώρο μας το γνωστό Κυπριακό Κέντρο Μελετών ΚΥΚΕΜ, γνωστό για το έργο του στην ανάπτυξη της οικονομίας της Κύπρου μετά το 1974. Στόχος ήταν να οργανώναμε τέσσερις κλειστές παραγωγικές μονάδες στη Δρόπολη, με εγγυημένη την αγορά προϊόντων (την Κύπρο). Την τελευταία στιγμή το ΙΒΕ και άλλοι ισχυροί θεσμοί εμπόδισαν τον πρόεδρο του ΚΥΚΕΜ να μπει στη Βόρειο Ήπειρο, ενώ οι υποστηρικτές τους στη Δερβιτσάνη με σταύρωσαν με τις κατηγορίες ότι θέλω να επαναφέρω τους συνεταιρισμούς του Χότζα! (Αργότερα ανέλαβαν τα ινία στο χώρο μας και διέλυσαν το σύμπαν…)
1998 – με τη στήριξη του μορφωτικού ακολούθου στο Προξενείο Αργυροκάστρου ανέλαβα την πρωτοβουλία αναδιοργάνωσης της παιδείας μας (σχολικά κέντρα και κατασκευή ανεξάρτητων σχολείων για τους Έλληνες στις πόλεις Αργυροκάστρου, Δελβίνου και Αγίων Σαράντα. Απέρριψε την προσπάθεια η ηγεσία της ΟΜΟΝΟΙΑΣ (με το πρόσχημα ότι δεν κλείνουμε με τα χέρια μας τα σχολεία μας, όταν αυτά έκλειναν κατά δεκάδες από μόνα τους). Στο πίσω μέρος του κεφαλιού τους μεγάλωνε η ιδέα των ιδιωτικών σχολείων που προωθούσε και η εκκλησία.
1998 – προώθησα το υπόμνημα, που ζητούσε και η Δύση, για να σταματήσει με πολιτικά και νομικά μέσα η εκστρατεία σε κορύφωση υφαρπαγής των βοσκοτόπων και λιβαδιών μας. Την προσπάθεια έθαψε ο Β. Ντούλες, πρόεδρος τότε της ΟΜΟΝΟΙΑΣ.
1999 – προσπάθησα να επαναφέρω το εθνικό θέμα της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας στην γεωπολιτική επικαιρότητα των εξελίξεων στην περιοχή (εξελίξεις στο Κοσσυφοπέδιο και δηλώσεις Κλίντον για το Βορειοηπειρωτικό). Την προσπάθεια έθαψε ο Ντούλες, ενώ με κατηγόρησαν στις αλβανικές μυστικές υπηρεσίες για ιρρεδεντισμό. (!!!)
2001 – στηριζόμενος στην παράδοσή μας ανέλαβα την οργάνωση κοινωφελούς ιδρύματος για την περιοχή της Δρόπολης για τη στήριξη του οικονομικού, κοινωνικού, πολιτιστικού και εκπαιδευτικού έργου. (Δείτε εδώ)
Η προσπάθεια είχε τρομερή απήχηση κυρίως μεταξύ των επιχειρηματιών. Όμως, ο πρέσβης της Ελλάδας κατέβηκε εσπευσμένα από τα Τίρανα και μου είπε ότι θα μου «κόψει τα πόδια» διότι κατ εκείνον είχα μπει στα χωράφια του Αρχιεπισκόπου. Την επόμενη άρχισε και η απόσυρση των υποστηρικτών της προσπάθειας.
2001-02 – Από κοινού με μια ομάδα γνωστών φίλων αναλάβαμε την πρωτοβουλία ίδρυσης του κινήματος για εθνική ενότητα, «ΟΜΟΝΟΙΑ άτυπη Βουλή» στηριζόμενο στις αρχές ίδρυσης της ΟΜΟΝΟΙΑΣ, ότι στην εκκλησία της ΟΜΟΝΟΙΑΣ χωρούν όλοι οι Έλληνες, στο ιερό οι καλύτεροι, δλδ ένωση των Ελλήνων σε εθνικό σκοπό ανεξαρτήτως ιδεολογίας.
Πέτυχε τη στήριξη όλων των τοπικών αρχών και της πλειοψηφίας των μελών του Γενικού Συμβουλίου της ΟΜΟΝΟΙΑΣ. Κατέβηκε όμως στο Αργυρόκαστρο ο πρέσβης της Ελλάδας για να το συζητήσουμε. Στη συνάντηση βγήκε από μια πόρτα και ξύνοντας κυριολεκτικά τα τέτοια του, μου είπε, «Δεν έχουμε χρόνο για τέτοια, πρέπει τώρα να στηρίξουμε το Ντούλε !»
Η συνάντηση έληξε εδώ. Την επόμενη κιόλας άρχισε η αφαίρεση της στήριξης από τους αιρετούς μας. Παραιτήθηκα κι εγώ … ούτε όμως κανείς συνέχισε την προσπάθεια. (το 2006-07 υπήρξε ξανά άκαρπη η ανάκαμψη της προσπάθειας. (Δείτε εδώ)
2007 – Υπήρξα πρωτεργάτης στις αποτυχημένες διεργασίες για την ανασυγκρότηση της ΟΜΟΝΟΙΑΣ με τη στήριξη του ΥΠΕΞ Ελλάδας. (Απέτυχε λόγω αναδίπλωσης του ΥΠΕΞ, μετά παρεμβάσεως του Μακαριότατου)
2007-2009 – ανέλαβα την πρωτοβουλία εξομοίωσης του πτυχίου του Τμήματος Ελληνικών στο Πανεπιστήμιο Αργυροκάστρου. Ναυάγησε διότι οι της ΟΜΟΝΟΙΑΣ και το Γενικό Προξενείο δεν το επέτρεψαν.
2015 – επικεφαλής της ομάδας καθηγητών του Τμήματος αναλάβαμε την πρωτοβουλία για την αναβάθμιση της παιδείας στη μητρική γλώσσα, σε ό, τι αφορά τα σχολικά εγχειρίδια, την εξειδίκευση των δασκάλων, κατάρτιση προγραμμάτων, παρουσίαση συνολικής έκθεσης, νέα διοικητική δόμηση κλπ.
Οι δεκάδες επιστολές, υπομνήματα (Δείτε εδώ) και πολιτικές αναλύσεις (Δείτε εδώ), προς στις επίσημες πολιτικές και πολιτειακές αρχές στην Αθήνα, το διπλωματικό σώμα και άλλες αρχές, αποδεικνύουν με τον καλύτερο τρόπο την αφοσίωση και δέσμευσή μου με τα κοινά του τόπου μας και την τύχη αυτού. (Δυστυχώς άκαρπες!)
Ακαδημαϊκός
Το λειτούργημα του καθηγητή υπηρέτησα 25 ολόκληρα χρόνια. Ταύτισα σε μεγάλο βαθμό τον εαυτόν μου με το Τμήμα Ελληνικής Γλώσσας, Λογοτεχνίας και Ελληνικού Πολιτισμού στο Πανεπιστήμιο Αργυροκάστρου. Περισσότερο έβαλα τη δική μου σφραγίδα σ΄αυτό.
Θέλω να πιστεύω ότι πρόκειται για απαράμιλλο έργο!Αδιαμφισβήτητα! Αποτελεί μια από τις τρεις βασικές δραστηριότητες στη ζωή μου και το κοινωνικό εθνικό έργο. Οι υποχρεώσεις και οι δεσμεύσεις στο ακαδημαϊκό έργο με οδήγησαν σιγά σιγά στον κόσμο της έρευνας και της μελέτης. Αποτέλεσε τον καλύτερο τρόπο να εξυπηρετήσω τους νεανικούς μου στόχους, αυτά που είχα μυηθεί από τη μάνα μου. Να υπηρετήσω τα γράμματα και τον πολιτισμό του τόπου μου. Να γκρεμίσω με πανεπιστημιακή σφραγίδα, ταμπού, ψεύδη, παραχαράξεις και υποβαθμίσεις αυτού του πολιτισμού!
Ασφαλώς και δεν υπάρχει η πρέπουσα αναγνώριση του έργου. Ασφαλώς και δεν υπήρξε ποτέ η πρέπουσα στήριξη από την κοινότητά μας και την Ελλάδα.
Επίσης, οι σχέσεις με τους συναδέλφους δεν ήταν αυτές που θα ήθελα. Οι πολιτικές τους σχέσεις και δεσμεύσεις, όπως και η ταύτιση με το μέτριο, τη ρουτίνα και την ηρεμία, δεν επέτρεψαν το προσδοκώμενο από μένα!
Η ίδρυση του Τμήματος Ελληνικής Γλώσσας, Λογοτεχνίας και εγώ.
Πάντα δυσκολεύουμε να αναλύσω τα πραγματικά αίτια για τον προσανατολισμό μου στον ακαδημαϊκό τομέα. Ίσως να αφορά το γεγονός ότι είδα το νεοϊδρυθέν Πανεπιστημιακό Τμήμα στη μητρική γλώσσα, ένα σημαντικό πεδίο προσφοράς στα γράμματα, τον πολιτισμό και την παιδεία του Ελληνισμού στην Αλβανία. Ίσως, επειδή θεώρησα ότι από κοινού με την πολιτική και τη δημοσιογραφία θα ολοκλήρωνα καλύτερα το προφίλ μου στους στόχους που είχα επιλέξει.
Όλα ξεκίνησαν τον Αύγουστο – Σεπτέμβρη του 1993, όταν η κυβέρνηση αποφάσισε την μετατροπή της τυπικής έδρας ελληνικών (χωρίς φοιτητές) στο Πανεπιστήμιο Αργυροκάστρου, σε τακτικό πανεπιστημιακό τμήμα στον τομέα εκπαίδευσης για τα μαθήματα στην ελληνική γλώσσα και λογοτεχνία.
Ο μέγιστος αριθμός πρωτοετών φοιτητών ήταν 15. Στην ουσία 13 συν δύο που αποφάσιζε η κυβέρνηση για τους γνωστούς δικούς της σκοπούς. Από τους 13 δικούς μας στους οκτώ δόθηκε υποτροφία και δικαίωμα φοίτησης στην Ελλάδα. Το γεγονός ματαίωνε το άνοιγμα του πρώτου έτους στο Τμήμα.
Χωρίς να είχα τότε κάποια άμεση σχέση με την εξέλιξη έκανα στο γενικό πρόξενο την πρόταση ώστε η υποτροφίες των οκτώ να μοιραστούν στους 15 και να χορηγούνται ως στήριξη του Τμήματος. Ο Γενικός Πρόξενος συμφώνησε, αλλά έπρεπε επειγόντος να είχε το ΟΚ από τους υποψήφιους φοιτητές που είχαν επωφεληθεί υποτροφία και δικαίωμα φοίτησης σε ελληνικά πανεπιστήμια. Πήγα από σπίτι σε σπίτι. Συμφωνούσαν όλοι και υπέγραψαν. Έτσι και έγινε. Το καθεστώς χορήγησης επιδόματος για όλους τους φοιτητές του Τμήματός μας,τηρήθηκε μέχρι το 2008, οπότε με εισήγηση του τότε Γενικού Προξένου Ριζόπουλου, καταργήθηκε με συνέπεια και την αρχή του τέλους του Τμήματος.
Προσωπικά εξέφρασα την ετοιμότητα και εκδήλωσα επιμονή να προσληφθώ ως ταχτικός καθηγητής. Την μία θέση που προέκυψε έλαβε ένας κοινώς επωφελούμενος από κάθε κατάσταση.
Άρχισα ως καθηγητής με απόσπαση για τα μαθήματα της Λαογραφίας και της Θεωρίας της Λογοτεχνίας. Δύσκολο το εγχείρημαόταν δεν υπήρχε παράδοση και εμπειρία. Το τι είχαμε σπουδάσει δεν ωφελούσε σε τίποτε. Μετά, η 13-χρονη απόσπαση από την πανεπιστημιακή πραγματικότητα, είχε κάνει τη δουλειά της. Ούτε το πρόγραμμα σπουδών του παρόμοιου αλβανικού Τμήματος ωφελούσε σε κάτι.
Ο Γενικός Πρόξενος της Ελλάδας δεν ήθελε εγώ να αναμειχτώ στο Τμήμα. Προτιμούσε κάποιον άλλο. (Τον συγκεκριμένο γενικό Πρόξενο βοήθησα πάρα πολύ, αλλά αυτός μονίμως με απέκλειε από κάθε δική μου προσπάθεια και φιλοδοξία. Φάνηκε ιδιαίτερα το 1996 όταν προσωπικά επιδίωξα να επανέλθω στην πολιτική της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας, στο αξίωμα του Βουλευτή. Ο ίδιος ανέλαβε ώστε εγώ να έμενα στη θέση ενός δημοσιογράφου και τίποτε άλλο. )
Το 1995 έγινα τακτικό μέλος ΔΕΠ στο Τμήμα. Ως απλός καθηγητής ανέλαβα διάφορες πρωτοβουλίες ώστε το Τμήμα να αναδειχτεί σε σημαντικό θεσμό για τα γράμματα και το πολιτισμό στην Ε. Ε. Μειονότητα.
Δύο χρόνια μετά θα αναλάβω σπουδαίο ρόλο στην οργάνωση των φοιτητών του Πανεπιστημίου κατά του καθεστώτος Μπερίσια. Ο ομιλία μου στην επίσκεψη του Μπερίσια στο Πανεπιστήμιο ανάφλεξε την φοιτητική αντίδραση. Μου εμπιστεύτηκαν το ρόλο οργάνωσης, καθοδήγησης και συντονισμού της απεργίας πείνας των φοιτητών. Τα γεγονότα ήταν πράγματι δραματικά και επικίνδυνα. Θέλω να πιστεύω ότι λόγω του ρόλου μου αυτού στήθηκε εις βάρος μου μέχρι και απόπειρα δολοφονίας, όπου εντελώς «τυχαία» σώθηκα.
Στη συνέχεια, όντας ο εκπρόσωπος τύπου των επιτροπών Εθνικής Σωτηρίας, ανέλαβα την προστασία του Πανεπιστημίου με αποτέλεσμα, παρά τις ταραχές και τις λεηλασίες που δέχτηκαν τα κρατικά και δημόσια κτίρια, στο πανεπιστήμιο δεν έσπασε ούτε τζάμι. Οι αρχές πάντως δεν αναγνώρισαν το ρόλο μου αυτό.
Θα συνεχίσω ακατάπαυτα την επεξεργασία και βελτίωση των προγραμμάτων και διαλέξεων των μαθημάτων μου (Λαογραφία και η Λογοτεχνία στην Εθνική Ελληνική Μειονότητα), με αποτέλεσμα το 2003 και το 2005 να προκύψουν αντίστοιχα τα δύο πρώτα (και τελευταία) πανεπιστημιακά εγχειρίδια στο Τμήμα. Τα βιβλία αποτελούν επίσης τις έκδηλες προσπάθειες μου ώστε το Τμήμα να αποχτήσει τη δυνατότητα απόδοσης της πραγματικής επιστημονικής διάστασης στην ταυτότητα πολιτισμού του Ελληνισμού της Αλβανίας.
Για να ενταχτεί στο πρόγραμμα σπουδών του Τμήματος το μάθημα, «Η λογοτεχνία και ο πολιτισμός στην Εθνική Ελληνική Μειονότητα» (αποτέλεσε και το θέμα της διδακτορικής μου διατριβής), χρειάστηκε τριετής αγώνας με την διοίκηση του Τμήματος που επέμενε στην αρχή του κομμουνιστικού καθεστώτος ότι καθετί πολιτιστικό στην Ε.Ε. Μειονότητα αρχίζει μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, δλδκατά το δικτατορικό καθεστώς και ήταν γενναιοδωρία του κομουνιστή δικτάτορα.
Οι συνάδελφοι. «Δε θέλουμε το Μπάρκα Πρόεδρο του Τμήματος». Εγώ συνεχίζω να αναλαμβάνω πρωτοβουλίες
Το 2003, οι αρχές του Πανεπιστημίου, αποφάσισαν την αντικατάσταση του προέδρου του Τμήματος με μένα, εφόσον εκείνος είχε πάνω από 8 χρόνια στο αξίωμα αυτό. (Παρέμβηκαν όμως με πολύ άκομψο τρόπο). Τότε το προσωπικό του Τμήματος είχε ταυτιστεί με την ηγεσία της ΟΜΟΝΟΙΑΣ και η αλλαγή αυτή θεωρήθηκε μέτρο κατά της ηγεσίας της. Παρέμβηκε αμέσως και με απειλητικό τρόπο στον Έλληνα Πρύτανη του Πανεπιστημίου, ο Πρόεδρος του ΚΕΑΔ και ΟΜΟΝΟΙΑΣΝτούλες. Πρώτα οι καθηγητές και μετά και οι φοιτητές παρασυρόμενοι από τους καθηγητές, κατέβηκαν σε ένα μήνα αποχής από τα μαθήματα σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τον ορισμό μου ως πρόεδρος του Τμήματος
Ο Πρέσβης της Ελλάδας στα Τίρανα απάντησε στην αντίδρασή μου ότι εμείς βλέπουμε το Τμήμα ως φυτώριο του προέδρου Ντούλε. (Έστειλα τότε στον Πρέσβη αντίγραφο από απάντηση φοιτητή σε εξέταση που δεν γνώριζε ούτε τον εθνικό μας ύμνο, αλλά, ως αφισοκολλητής του προέδρου της ΟΜΟΝΟΙΑΣ-ΚΕΑΔ, είχε προσληφθεί στην Πρεσβεία χωρίς να είχε πάρει το πτυχίο)
Με την παρέμβαση της Πρεσβείας στο όνομα της Αθήνας, η υπόθεση έφθασε στον Αλβανό Πρωθυπουργό, ο οποίος, λόγω των υπηρεσιών μου για την αποφυλάκισή του μου όφειλε πολλά. Στο αίτημά μου για να μη παρέμβει στην υπόθεση, μου απάντησε: «Άκουσε Μπάρκα, δε θα χαλάσω εγώ τις σχέσεις με την Αθήνα για να σε αφήσω εσένα πρόεδρο…» Δεν έκανε μπλόφα. Σε δύο μέρες ο Πρύτανης έλαβε γραπτή εντολή από τον Υπουργό Παιδείας να αρχίσει τις διαδικασίες αντικατάστασής μου.
Έτσι έλυσε και η απεργία ενός μηνός του προσωπικού και των φοιτητών εναντίον «της προεδρίας» μου! Τη θέση του προέδρου έλαβε ένας ελληνικής καταγωγής καθηγητής από άλλο Τμήμα και αυτό ικανοποίησε τους συναδέλφους μου, οι οποίοι τήρησαν για πολλά χρόνια αναμμένη τη φλόγα της έχθρας εναντίον μου.
Όταν έγινε η παρουσίαση των βιβλίων μου στο Πανεπιστήμιο με τη συμμετοχή όλων των πανεπιστημιακών αρχών, καθηγητών και από το Πανεπιστήμιο Τιράνων και της αφρόκρεμας της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας, οι συνάδελφοί μου, όχι μόνο δεν έδωσαν τη συγκατάθεση να χρηματοδοτηθεί η εκδήλωση από το παχουλό κονδύλι που διέθετε το Τμήμα από την Ελλάδα, αλλά δεν παρέστησαν καν. Και όχι μόνο τόσο. Είχαν βάλει μπράβους να εμποδίσουν την προσέλευση του κοινού.
Τους αγνόησα, αλλά αυτοί συνέχισαν την ίδια στάση. Ίδρυσα με φοιτητές ένα μουσικό συγκρότημα με ελληνικά λαϊκά τραγούδια και το μποϊκοτάρισαν. (Δείτε εδώ, παραπομπή στην εκδήλωση παιδιά λεβεντομάνας)΄Είχε προηγηθεί, ξανά με τη δική μου πρωτοβουλία, ένα άλλο φοιτητικό συγκρότημα που έδωσε παραστάσεις στο δημοτικό θέατρο της πόλης Αργυροκάστρου. (Ελληνικές παραστάσεις στο δημοτικό θέατρο της πόλης Αργυροκάστρου ήταν δύσκολη υπόθεση. Το κατάφερα τρεις φορές με τους φοιτητές)
Ανεξαρτήτως που προέδρευε άλλος του Τμήματος, ανέλαβα την πρωτοβουλία για την διοργάνωση παγκοσμίου Συνεδρίου για τον πολιτισμό της ενιαίας Ηπείρου, που στήριξε άμεσα και το υπουργείο Παιδείας της Ελλάδας. Βγήκε, μάλιστα και το κονδύλι με διεκπεραιωτή το Πανεπιστήμιο των Ιωαννίνων. Η ηγεσία όμως του Τμήματος αθέτησε. Αυτή τη φορά είχε στήριγμα και τον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο, ο οποίος μου είπε προσωπικά. «Παναγιώτη άσε την ιστορία με την ψαχουλεύεις θα μας μπερδέψει πολύ…!» Και όταν εγώ επέμενα ότι χωρίς να γνωρίζουμε την ιστορία μας δεν θα μπορέσουμε να προσανατολιστούμε στο μέλλον, έφυγε βιαστικά…! (Δεν γνώριζε αντιρρήσεις στο λόγο του).
Η πρωτοβουλία για την εξομοίωση του πτυχίου του Τμήματος με αντίστοιχα ελληνικά.
Το πρόγραμμα για τη διάδοση της ελληνικής γλώσσας και πολιτισμού.
Με το ίδιο καθεστώς στο Τμήμα, ως απλό μέλος ΔΕΠ και όταν ο αριθμός των φοιτητών είχε μειωθεί απειλητικά για τη λειτουργία του Τμήματος, ως λύση για τη συνέχιση του βίου του ανέλαβα την νέα πρωτοβουλία. Την αναγνώριση του πτυχίου του Τμήματος από την Ελλάδα και την εξομοίωσή του με παρόμοια ελληνικά πανεπιστημιακά τμήματα. Η πρωτοβουλία έτυχε θερμής υποστήριξης του Πανεπιστημίου των Ιωαννίνων, του Έλληνα Προέδρου της Δημοκρατίας, της Πρεσβείας στα Τίρανα και κατ επέκταση, του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων. Το 2007 υπογράφηκε γι΄αυτό ειδική συμφωνία μεταξύ των δύο πανεπιστημίων και διοργανώθηκαν δύο μεγάλες εκδηλώσεις με τη συμμετοχή υψηλόβαθμων στελεχών από τα αντίστοιχα Υπουργεία Παιδείας. Ήμουν ο εγκέφαλος των πάντων.
Ταυτόχρονα, συνέβαλα στην κατάρτιση των νέων προγραμμάτων σπουδών, από τη μία ισότιμα με τα αντίστοιχα ελληνικά και από την άλλη με την επιδίωξη το Τμήμα να εξασφάλιζε ελληνοδιδασκάλους για όλα τα μαθήματα στη μητρική γλώσσα. Αναμείχτηκε στην προσπάθεια το Υπουργείο Εξωτερικών και το Ίδρυμα Λάτσης στην Ελλάδα.Για την εφαρμογή του προγράμματος, ερχόταν κάθε βδομάδα στο Πανεπιστήμιο Αργυροκάστρου 26 καθηγητές από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Η παρουσία τους έδινε σιγά σιγά νέα πνοή, όχι μόνο στο σύνολο του πανεπιστημίου, αλλά και στη ζωή της πόλης Αργυροκάστρου.Το εγχείρημα πολλαπλασίασε τον αριθμό φοιτητών στο Τμήμα.
Ενοχλούσε όμως την ηγεσία της ΟΜΟΝΟΙΑΣ και την Ιερά Μητρόπολη Αργυροκάστρου. Η δεύτερη μάλιστα, με ύπουλο τρόπο διαμαρτυρήθηκε στον Υφυπουργό Εξωτερικών της Ελλάδας ότι αποκλείουμε το ιδιωτικό σχολείο της Ι. Μητρόπολης από την εκπαιδευτική δράση των Ελλήνων καθηγητών στο Παν. Αργυροκάστρου. (Μια καθηγήτρια παιδαγωγικών μαθημάτων ζήτησε σχολείο για εκπαιδευτική πρακτική εξάσκηση με τους φοιτητές και μου είπε αν μπορεί να μετέβη στο ιδιωτικό σχολείο της Ι. Μητρόπολης. Της είπα ότι το πανεπιστήμιο για εκπαιδευτική πραχτική έχει συμφωνία με συγκεκριμένα σχολεία στο δημόσιο. Θα πρέπει να πάμε πρώτα εκεί και μετά και στο ιδιωτικό σχολείο…!
(Ο Δεσπότης, ο οποίος ενημερώθηκε για τη σύστασή μου από φοιτήτριες με άμεσες σχέσεις μαζί του, βρήκε την ευκαιρία να χτυπήσει. Ο υφυπουργός Εξωτερικών κάλεσε στο Υπουργείο για επίπληξη τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Εκείνος με τη σειρά του απαίτησε από μένα να ζητήσω συγνώμη από τον Μητροπολίτη, διότι διαφορετικά θα κινδύνευε η προσπάθεια. Ασφαλώς και δεν δέχτηκα …)
Σιγά-σιγά όμως το εγχείρημα δεν προχωρούσε κυρίως ως προς την αναγνώριση του πτυχίου. Ταυτόχρονα, και κάποιοι παράγοντες στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων έβλεπαν την προσπάθεια αυτή ως απειλή για το δικό τους μονοπωλιακό καθεστώς στο εκπαιδευτικό του Ελληνισμού στην Αλβανία.
Παράλληλα με την πρωτοβουλία αυτή εγώ ζήτησα από τη σύγκλητο του Πανεπιστημίου να λειτουργήσει, στο πλαίσιο του Τμήματος, μη ακαδημαϊκό πρόγραμμα ενός έτους για τη διάδοση της ελληνικής γλώσσας και ελληνικού πολιτισμού. Η επιτυχία ήταν απρόσμενη. Πάνω από 130 σπουδαστές εγγράφηκαν στο πρόγραμμα το οποίο λειτούργησε και στην πόλη των Αγίων Σαράντα. Ήταν το πρώτο πρόγραμμα σε ότι αφορά τη λειτουργία των Πανεπιστημίων στη χώρα και αποτέλεσε το υπόδειγμα για να ενταχτεί στο νόμο για την ανώτατη παιδεία της χώρας ειδικό εδάφιο που ρύθμιζε τη λειτουργία τους.
Είχε όμως αντίθετη άποψη η Ι. Μητρόπολη, η οποία εμπόδιζε με κάθε τρόπο την προμήθεια του προγράμματος με διδακτικό υλικό. Επίσης, στάθηκε εμπόδιο στο να δοθεί στο Τμήμα μας το δικαίωμα οργάνωσης της Ελληνομάθειας. Το ετήσιο πρόγραμμά για τη διάδοση της ελληνικής γλώσσας και πολιτισμού στόχευε και στο σκοπό αυτό.
Το 2008 ανέλαβα την οργάνωση των πρώτων εκλογών για τις αρχές και τα όργανα του Πανεπιστημίου Αργυροκάστρου. Η οργάνωση ήταν τέτοια που ο εκλογικός φάκελος του Πανεπιστημίου Αργυροκάστρου αποτέλεσε το υπόδειγμα των εκλογικών στάνταρτ για όλα τα πανεπιστήμια στην Αλβανία. Ταυτόχρονα, ανέλαβα, χωρίς να παραβιάσω την ουδετερότητα του προέδρου της εκλογικής επιτροπής, την καθοδήγηση της εκλογικής εκστρατείας του νικητή υποψηφίου πρύτανη.
Προσωπικά δεν με διάκριναν αναμείξεις σε φατρίες στο Πανεπιστήμιο, αλλά το ρόλο αυτό το ζήτησε ο Έλληνας πρύτανης υπό παράδοση των σκήπτρων, (λόγω συμπλήρωσης δύο θητειών), με το επιχείρημα να συνεχιστεί η ελληνική επιρροή στην ηγεσία του Πανεπιστημίου.
Ειδική σημείωση για την αποτροπή των προσπαθειών εκδίωξης του Έλληνα Πρύτανη.
Η διάσταση της ελληνικής παρουσίας στο Πανεπιστήμιο.
Δύο φορές διάφορες φατρίες, με εθνικιστικά κίνητρα ή για προσωπικά συμφέροντα, θέλησαν να διακόψουν την πρυτανική θητεία του Έλληνα Πρύτανη. Στην προσπάθεια αποκλεισμού κατά την επανεκλογή του (από τη Σύγκλητο για τη δεύτερη θητεία) συνέβαλαν και Έλληνες και ελληνικής καταγωγής καθηγητές, παρασέρνοντας στην προσπάθειά τους και το ελληνικό προξενείο στο Αργυρόκαστρο. Παρέμβηκα δυναμικά με το επιχείρημα ότι ο χειρότερος Έλληνας θα πρέπει να χαίρει την υποστήριξη του Ελληνισμού, απέναντι σε έναν αλλοεθνή. Το Προξενείο αναδιπλώθηκε και έβαλε σε τάξη και τους Έλληνες καθηγητές.
Δύο χρόνια αργότερα 2005-06 υπήρξε μια νέα προσπάθεια εκδίωξης του Έλληνα Πρύτανη. Αυτή τη φορά την πρωτοβουλία είχε αναλάβει ο ίδιος ο Υπουργός Παιδείας, ο οποίος προωθούσε προς αντικατάσταση του Έλληνα πρύτανη, ένα άτομο σε θέση κλειδί στη διεύθυνση παιδείας του Αργυροκάστρου που του υπόσχονταν πολλά ρουσφέτια. Ήδη καυχιόνταν σε στενό του κύκλο ότι είχε λαδώσει τον Υπουργό από διάφορες δημοπρασίες και από προσλήψεις δασκάλων στο δημόσιο (με το αζημίωτο των μέχρι τριών χιλιάδων Ευρώ) πέντε εκατομμύρια Ευρώ. Ταυτοχρόνως ήταν και το χαϊδεμένο παιδί της Ι. Μητρόπολης και των προηγούμενων δύο τουλάχιστον Ελλήνων γενικών προξένων στο Αργυρόκαστρο. Ο τύπος αυτός εφάρμοζε την ταχτική του Αλί Πασά, όντας «προστάτης» της πλούσιας περιοχής της Λιουντζεριάς. Τη νύχτα τους έκλεβε και την ημέρα εμφανίζοντας σωτήρας επιστρέφοντάς τους τα μισά. Έτσι και στην προκειμένη περίπτωση. Ως διευθυντής παιδείας «εντόπιζε» διάφορες παρανομίες και αφού λαδώνονταν από την ελληνική πλευρά, διέγραφε τις «παρανομίες.
Ο Πρύτανης με κάλεσε στο σπίτι του, όπου όλοι καθόταν σα σε πένθος. Και μου ζήτησε βοήθεια. Ενημέρωσα άμεσα το Γενικό Πρόξενο. Η παρέμβαση της Ελλάδας ήταν σωτήρια στην υπόθεση.
Για την ενίσχυση της ελληνικής παρουσίας στο Πανεπιστήμιο Αργυροκάστρου, ο Έλληνας πρύτανης μου είχε ζητήσει να αναλάβω το συντονισμό των σχέσεων του Πανεπιστημίου Αργυροκάστρου με τα Ελληνικά Πανεπιστήμια. Θέλω να πιστεύω ότι τότε υπήρξε η άνθιση της συνεργασίας και παρουσίας των ελληνικών Πανεπιστημίων στο Πανεπιστήμιο Αργυροκλάστρου. (Ιωαννίνων, Θεσσαλονίκης, Πάτρας, Αθηνών, Κύπρου).
Η συμφωνία συνεργασίας με το Πανεπιστήμιο της Κύπρου ήταν η λαμπρότερη. Το Καλοκαίρι του 2008, στο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας επισκέφτηκε το Αργυρόκαστρο ο θεατρικός όμιλος του Παν. Κύπρου και έδωσε δύο παραστάσεις με το έργο της μπαλάντας του Γεφυριού. Αποδώσαμε την επίσκεψη την επόμενη με το θεατρικό έργο στα ελληνικά που ανέβασε στη σκηνή το Τμήμα Ελληνικής Γλώσσας, Λογοτεχνίας και Ελληνικού Πολιτισμού. Πρόκειται για το δικό μου έργο το οποίο έλαβε τιμητική θέση στο 12 Διεθνές Φεστιβάλ που οργάνωνε το Παν. Κύπρου.
Οι εορτασμοί των 15-χρονων ίδρυσης του Τμήματος, η πολυμέτωπη αντίδραση. Και από το εσωτερικό του Τμήματος. Το δράμα μου «Κόντρα στο ρεύμα»
Το 2009, ανέλαβα νέα πρωτοβουλία. Το εορτασμό της 15ης επετείου ίδρυσης του Τμήματος. Πρωτάκουστη πρωτοβουλία για ένα αλβανικό πανεπιστήμιο. Βασικά σκέλη των εορταστικών εκδηλώσεων ήταν η έκδοση λευκώματος και ντοκιμαντέρ για την πορεία του Τμήματος, (Δείτε εδώ), η ημερίδα για τον διάσημο Δροβιανίτη υμνογράφο, Μικραγιαννανίτη, η προβολή ελληνικού δράματος, δεξίωση.
Όσον αφορά το ελληνικό δράμα, πρόκειται για προσωπικό μου έργο το οποίο είχα ξεκινήσει το 1989 και ολοκλήρωσα το 2008 με τίτλο «Κόντρα στο ρεύμα». (Το δράμα απηχεί την κατάσταση και το δράμα στην Εθνική Ελληνική Μειονότητα). (Δείτε εδώ)
Για το πρόγραμμα των εκδηλώσεων, αντέδρασαν πρώτα αρνητικά οι συνάδελφοι του Τμήματος, ειδικά ως προς δράμα μου. Δεν ήταν απλώς η ζήλια, αλλά και διότι, παρά τη μεταφορική έννοια, απηχούσε τον μειοδοτικό ρόλο της πολιτικής ηγεσίας του χώρου μας. Για το λόγο αυτό εμπόδισαν τη συμμετοχή φοιτητών του Τμήματος στους ρόλους του δράματος. Αναγκαστήκαμε και βρήκαμε Έλληνες φοιτητές από άλλα Τμήματα ή και πρώην φοιτητές μας. Μάλιστα, οι ελάχιστοι φοιτητές μας που συμμετείχαν στο θεατρικό έργο, ή με πολύ δυσκολία αποφοίτησαν, ή αναγκάστηκαν να διακόψουν τις σπουδές. (!!) Επίσης, κανείς από τους Έλληνες επαγγελματίες δεν αναλάμβανε την σκηνοθεσία. Την ανέλαβε ο Βασίλης Τσούκλας
Η δεύτερη αντίδραση ήλθε από τον Γενικό Πρόξενο της Ελλάδας στο Αργυρόκαστρο. Εκείνος ζήτησε μάλιστα να παρέμβει το Παν. Ιωαννίνων για την αναβολή των εκδηλώσεων. Αποφάσισε επιπλέον να μη υπάρξει χορηγία από το κονδύλι για κοινό πρόγραμμα συνεργασίας μεταξύ των δύο πανεπιστημίων που επέβλεπε το Γενικό Προξενείο, όπως αρχικά είχε αποφασιστεί. Όταν δεν τα κατάφερε, ζήτησε από τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων να μεσολαβήσει για την αναβολή του θεατρικού έργου, διότι κατ΄ εκείνον, το δράμα έβαζε στο παιχνίδι την προξενική αρχή. Στην συνέχεια ζήτησε την προσωπική αποχή του Πρύτανη και του Πανεπιστημίου των Ιωαννίνων.
Ο Γενικός Πρόξενος τα είχε μαζί μου στο δημοσιογραφικό κομμάτι. Είχα αποκαλύψει πολλές βρωμιές του, είτε με τις βίζες, είτε με τις σχέσεις με τον υπόκοσμό και τις ανηθικότητες. (Για να με εκδικηθεί προσωπικά θα καταπολεμήσει το Τμήμα και στη συνέχεια εμένα προσωπικά)
Η τρίτη αντίδραση προήλθε, όπως αναμενότανε από τον Ι. Μητρόπολη. Εμπόδισε την προσέλευση Ελλήνων καθηγητών και συνεργατών του Μικραγιαννανίτη, οι οποίοι είχαν αναλάβει και τις βασικές εισηγήσεις της ημερίδας.
Ασφαλώς, ενωμένη στις αντιδράσεις και η ΟΜΟΝΟΙΑ.
Τα πάντα όμως πραγματοποιήθηκαν με μεγάλη επιτυχία!! Έκανε ιδιαίτερη εντύπωση η παρουσία της ιερατικής αποστολής από τη Θεσσαλονίκη και το Άγιο Όρος. Για να μη δώσουν καμιά αφορμή διαμαρτυρίας στον Αργυροκάστρου, ήρθαν, έλαμψαν στην ημερίδα με τις σπάνιες ομιλίες τους για την μεγαλύτερο υμνογράφο της εκκλησίας μας στη μεταβυζαντινή περίοδο και επέστρεψαν την ίδια μέρα στην Ελλάδα.
Εγώ πάντως, δε θα λησμονήσω ποτέ τη στιγμή που ενώ βρισκόμουν στη σκηνή στο ρόλο του διπλωμάτη στο δράμα, (συγγραφέας και ηθοποιός), είδα τους συναδέλφους να εγκαταλείπουν την αίθουσα προκαλώντας την αδήλωτη αγανάκτηση των καθηγητών του πανεπιστημίου των Ιωαννίνων.
Για να εκδικηθούν εμένα καταδικάζουν το Τμήμα. Ο ρόλος του Έλληνα Γενικού Προξένου
Πρέπει να ειπωθεί ότι από το σημείο αυτό αρχίζει η κατηφόρα της προσπάθειας για την αναβάθμιση του Τμήματος. Ο Γενικός Πρόξενος είχε αποσπάσει επιστολή μέλους του Τμήματος που είχε τελέσει πρόεδρος, με την οποία χαρακτήριζε την προσπάθεια αναβάθμισης του Τμήματος, αποτυχημένη και προϊόν της προσωπικής μου φιλοδοξίας.
Με βάση την επιστολή αυτή ο Γενικός πρόξενος, πρόσθεσε ότι το επίπεδο γνώσεων του Τμήματος δεν ξεπερνάει εκείνο του λυκείου. Συνεπώς, εισηγήθηκε στο ΥΠΕΞ ότι το εγχείρημα αναβάθμισης πρέπει να σταματήσει. Ταυτόχρονα, στις 25 Μαρτίου 2010, την ημέρα της εθνικής μας γιορτής ο Γενικός Πρόξενος της Ελλάδας στο Αργυρόκαστρο συνέταξε ο ίδιος δήλωση την οποία υπέγραφαν από κοινού η ΟΜΟΝΟΙΑ και το ΚΕΑΔ.Αφορούσε αποκλειστικά το πρόσωπό μου.(Πρώτη και τελευταία φορά κυκλοφόρησε κοινή δήλωση καταγγελίας ΟΜΝΟΙΑΣ-ΚΕΑΔ κατά ενός Έλληνα καθηγητή και με τιμάει ιδιαίτερα!)Με κατηγορούσαν για εντεταλμένη αποστολή του βαθύ αλβανικού κράτους και ότι παρέσυρα τους φοιτητές σε μια πορεία φοίτησης χωρίς αντίκρισμα. Η δήλωση αυτή έγινε σημαία στον τοπικό τύπο στα Ιωάννινα. Ζήτησα τη στήριξη του Παν. των Ιωαννίνων, εφόσον πρόκειται για απόφαση των δύο πανεπιστημίων με την παρουσία εκπροσώπων των αντίστοιχων υπουργείων παιδείας. Δεν μου παρείχε καμιά στήριξη. Για να αποκαταστήσω το πρόσωπο μου, αναγκάστηκα να προσφύγω στο δικαστήριο για δυσφήμηση.
Ο Γενικός Πρόξενος πέτυχε πάντως «τον εθνικό» του σκοπό.
Νέο πρόγραμμα σπουδών, διδακτορικό προγράμματα από υπουργείο Κύπρου.
Το ίδρυμα Λάτση και το Υπουργείο Παιδείας της Ελλάδας, διέκοψαν την χρηματοδότηση του προγράμματος. Οι καθηγητές του Παν. Ιωαννίνων σταμάτησαν να έρχονταν στο Παν. Αργυροκάστρου. Το πρόγραμμα δεν ολοκληρώθηκε, με αποτέλεσμα να αναλάβουν τα εκπαιδευτικά αντικείμενα οι καθηγητές του Τμήματος.
Εννοείται, ότι ο αριθμός των φοιτητών μειώθηκε και ήταν δικαιολογημένες οι διαμαρτυρίες για τις υποσχέσεις μας που δεν τηρήθηκαν.
Στο πλαίσιο αυτό χρειάστηκε να καταρτίσουμε νέο πρόγραμμα σπουδών στα μέτρα του προσωπικού του Τμήματος και των νέων εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων στην ανώτατη παιδεία στην Αλβανία.
Παρά τις εξελίξεις αυτές τις οποίες έπρεπε να αντιμετωπίσω προσωπικά ως διορισμένος πρόεδρος στο Τμήμα, τον Οκτώβριο του 2009 (και ήταν Σεπτέμβρης), έπρεπε να παραδώσω στην εποπτική επιτροπή τη διδακτορική μου διατριβή, την οποία λόγω άλλων υποχρεώσεων την είχα παραμελήσει. Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί τη σκληρή δουλειά που έκανα για να ανταποκριθώ στην προθεσμία. Ήταν μεγάλη προσωπική επιτυχία!
Λίγες βδομάδες αργότερα τον Νοέμβρη 2009 ανέλαβα τη διεκπεραίωση διπλού προγράμματος χρηματοδοτημένου από το Υπουργείο Παιδείας της Κύπρου και αφορούσε την παραγωγή ντοκιμαντέρ για την ενιαία Ήπειρο και την απόδειξη ότι οι σημερινοί Βορειοηπειρώτες είναι οι νόμιμοι και οι μόνιμοι κληρονόμοι του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού στην περιοχή (κάτι που γκρέμιζε το μέχρι τώρα αλβανικό δόγμα) (Δείτε εδώ) και του λευκώματος «Οι Έλληνες ζωγράφοι του Αργυροκάστρου από τον 17 αιώνα, (Δείτε εδώ).
Το ύψος της χρηματοδότησης ήταν συνολικά 11 χιλιάδες ευρώ, με τα οποία οργανώθηκαν στο Πανεπιστήμιο και τρεις εκδηλώσεις με αντικείμενο τον ελληνικό πολιτισμό. Αναφέρω το στοιχείο αυτό διότι η χρηματοδότηση ήταν αδύνατο να επαρκέσει για την παραγωγή των έργων αυτών. Χρειάστηκε να πληρώσω και προσωπικά, όπως και να ζητήσω, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, βοήθεια. Επίσης, έγινε και πολύ συκοφαντικός θόρυβος. Με κατηγόρησαν για κατάχρηση. Κανείς δεν μπορούσε να διανοηθεί ότι με τόσα λίγα χρήματα ήταν δυνατό να παραχθούν τόσο μεγάλα έργα … (Λίγα χρόνια αργότερα για ένα ντοκιμαντέρ πολύ μικρότερης εμβέλειας, που παρήγαγε άλλος μειονοτικός φορέας, χρειάστηκαν πάνω από 40 χιλιάδες ευρώ, αλλά δεν διαμαρτυρήθηκε κανείς)
Η παρουσίασή τους πραγματοποιήθηκε στις αρχές του 2010. Ξανά το Γενικό Προξενείο, η Ι. Μητρόπολη, η ΟΜΟΝΟΙΑ απείχαν, όπως και οι δικοί μου συνάδελφοι ήταν σαν ξένοι.
(Ήταν όμως όλοι οι εκπρόσωποι του Ιταλικού Προξενείου στην Αυλώνα και τα κλιμάκιά τους στο Αργυρόκαστρο. Τις επόμενες ημέρες πήγαν και αφαίρεσαν από την αρχαία ελληνική πόλη στα Σωφράτικα σημαντικά στοιχεία που αναφέρονταν στο ντοκιμαντέρ και διέψευδαν τους ισχυρισμούς τους περί ρωμαϊκής πόλης του αυτοκράτορα Αδριανού και επιβεβαίωναν την αρχαιότητα της ελληνικής αυτής πόλης.)
Τα δύο πολιτιστικά έργα μου θεωρούνται αντιαλβανικά. Δένει και κλείνει ο κύκλος εναντίον μου. Ετοιμάζεται η αποπομπή μου από το Πανεπιστήμιο!
Όμως, τα δύο αυτά έργα (το ντοκιμαντέρ και το λεύκωμα), που άλλαζαν όλα τα δεδομένα του μέχρι τώρα αλβανικού ταμπού για τον Ελληνισμό της Αλβανίας, έδεσαν και δικαιολόγησαν τον κύκλο των αντιπάλων εναντίον μου που θα οδηγήσει στην αποπομπή μου από το πανεπιστήμιο. Την κεντρομόλο δύναμη αποτέλεσε το γενικό Προξενείο της Ελλάδας στο Αργυρόκαστρο, η Ι. Μητρόπολη, η ΟΜΟΝΟΙΑ…
Ως αποτελεσματικό εργαλείο για την αποπομπή μου αξιοποιήθηκε ο κοσμήτορα της σχολής μου, με τον οποίο ο Γ. Πρόξενος της Ελλάδας αναθέρμανε γρήγορα τις σχέσεις του χαϊδεμένου παιδιού του Γενικού Προξενείου της Ελλάδας και της Ι. Μητρόπολης. Ο Γενικός Πρόξενος ζήτησε από τον κοσμήτορα, την αποπομπή μου από το Πανεπιστήμιο με αντάλλαγμα τη χορήγηση υποτροφίας στην κόρη του για πανεπιστήμιο στην Ελλάδα.
Μεθοδεύτηκε και το πρόσχημα. Μια εντελώς αβάσιμη κατηγορία, (το ψεύδος της οποίας επιβεβαιώθηκε επανειλημμένως από κάθε δικαστική αρχή) για πλαστογράφηση επίσημων εγγράφων με στόχο την υπεξαίρεση χρημάτων ενός ευρωπαϊκού προγράμματος.
Ασφαλώς, δε θα δώσω άλλες λεπτομέρειες στο πικρό και δραματικό για μένα αυτό γεγονός. Έχασα τη θέση εργασίας το 2011. Χρειάστηκε ένας αγώνας που σπάνια μπορεί να αναλάβει και να αντέξει κανείς. Τον κέρδισα και τον Νοέμβρη του 2014 ξεπάστρεψα στη θέση εργασίας.Ήταν ασφαλώς μια νίκη ζωής, αποκατάστασης κύρους, αξιοπρέπειας.
Η δυναμική επιστροφή στο Τμήμα, πολλές πρωτοβουλίες και έργα.
Η νέα πρόεδρος στο Τμήμα με δέχτηκε καλοσυνάτα. Μίλησα με την καθηγήτρια που με είχε στηρίξει σε όλη αυτή την επίπονη μάχη. Μου είπε ότι θα πρέπει να συνεργαστούμε όλοι μαζί, να εγκαταλείψουμε τις πικρίες καινα προβάλουμε έργο, γιανα βγάλουμε το Τμήμα από την κρίσιμη κατάσταση. Είχα την προαίσθηση ότι οι συνάδελφοι δεν είχαν την ίδια άποψη και δε θα τους επέτρεπαν οι επιφυλάξεις. Δέχτηκα την πρότασή της και επειδή την ίδια άποψη είχε και πρόσωπο από το οικογενειακό μου περιβάλλον στο Τμήμα. Γνώριζα όμως ότι δε θα ακολουθούσαν εύκολα. Το Μάρτη 2015 ανέλαβα διορισμένος πρόεδρος και στις νέε εκλογές 2016 εκλέχτηκα στην πρώτη μου τετραετή θητεία.
Ξεκινήσαμε με την πρόταση της καθηγήτριας, για μια μελέτη για την κατάσταση της παιδείας στη μητρική γλώσσα, (πρώτο εξάμηνο 2015). Η πρώτη και μοναδική σε εύρος και βάθος έρευνα και έκθεση (Δείτε εδώ).
Σε συνεργασία με την Πρεσβεία της Ελλάδας στα Τίρανα, το Τμήμα έλαβε πράσινο φως από την Υπουργό Παιδείας, την Κυρία Νικόλα, (η οποία είχε σπουδαίο ρόλο στην επιστροφή μου στο Πανεπιστήμιο) για να αναλάβει το την συγγραφή των βιβλίων στη μητρική γλώσσα για τα δημοτικά και γυμνάσια στην εθνική ελληνική μειονότητα. Για πρώτη φορά θα παράγονταν βιβλία σε τρία επίπεδα.
Δημιουργία βιβλίων μητρικής γλώσσας και λογοτεχνίας, ιστορίας και γεωγραφίας της Ελλάδας,
Προσαρμογή όλων των εγχειριδίων κοινωνικού περιεχομένου. Δλδ αποχτούσαμε το δικαίωμα να παρέμβουμε στα εγχειρίδια αυτά γραμμένα από Αλβανούς συγγραφείς. Να αφαιρούσαμε τα επίμαχα θέματα φορτισμένα με εθνικισμό σε βάρος της Ελλάδας. Να προσθέταμε θέματα που αφορούσαν την Ελλάδα και την Εθνική Ελληνική Μειονότητα και κάθε άλλη τροποποίηση που επέτρεπε στον Έλληνα μαθητή να ένιωθε πολύ οικείος με το βιβλίο.
Το τρίτο επίπεδο αφορούσε τα καθαρά επιστημονικάεγχειρίδια, όπου και εκεί δίναμε την χροιά της ταυτότητας του Έλληνα μαθητή.
Τα βιβλία έφεραν τη σφραγίδα του Τμήματος. Σε τρία χρόνια καταφέραμε να συγγράψουμε τα βιβλία για 6 από τις 9 τάξεις. Στη συνέχεια η κυβέρνηση βρήκε τον τρόπο να μας ξεφορτωθεί. Είχε ενοχληθεί απ΄ ό τι φαίνεται από τα βιβλία αυτά που αποτελούσαν την καλύτερη εμπειρία από τότε που υπήρχαν βιβλία για τα ελληνικά μειονοτικά σχολεία (1920). Παρά την απαγόρευση του νόμου το Τμήμα ανέλαβε και την έκδοση των βιβλίων για την τέταρτη και ένατη τάξη και εν μέρη των βιβλίων για την Πέμπτη τάξη. Συνολικά 47 τίτλους βιβλίων.
Το Τμήμα απόχτησε δική ιστοσελίδα στο διαδίκτυο (Δείτε εδώ) ως κανένα άλλο στην Αλβανία.
Θα ακολουθήσει το ντοκιμαντέρ για τα 75-χρονια του πολέμου των Ελλήνων κατά της φασιστικής Ιταλίας. Το ντοκιμαντέρ, το πρώτο στο είδος του με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και παρακολούθηση μετατράπηκε σε Ελλάδα και Κύπρο σε σχολικό εργαλείο γνώσης του Έπους του 40’. Φέρει τίτλο «Οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες» (Δείτε εδώ)
Το ντοκιμαντέρ προκάλεσε τις γνωστές εθνικιστικές αντιδράσεις. Μάλιστα με κάλεσαν για εξηγήσεις και στο Υπουργείο
Την ίδια περίοδο ανέλαβα τη διοργάνωση μουσικής βραδιάς με ελληνική ζωντανή μουσική, με φαγοπότι.Καλεσμένοι Έλληνες και Αλβανοί, (Δείτε εδώ).
Το 2016 απόκτησα τον τίτλο του αναπληρωτή καθηγητή. Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε το τρίτομο βιβλίο μου «Τα ταξίδια της Φηγού», το οποίο απέσπασε τα επαινετικά σχόλια της Ακαδημίας Επιστημών της Αθήνας και το πρώτο βραβείο της Ένωσης Λογοτεχνών της Ελλάδας. (Δείτε εδώ)
Στη συνέχεια αναλάβαμε την επιμόρφωση των δασκάλων σε συνεργασία με ελληνικά πανεπιστήμια. Πραγματοποιήθηκαν τρία τέτοια σεμινάρια. Σε ένα απ΄αυτά μεταφέραμε όλους τους ελληνοδιδασκάλους στο Πανεπιστήμιο της Δυτικής Μακεδονίας. (οργανώνονταν για πρώτη φορά μετά από 20 χρόνια). Η σύνδεση με το Πανεπιστήμιο της Δυτικής Μακεδονίας αναδείχτηκε πρωτοποριακή. Το 2020, εν μέσω κορωνοϊού πραγματοποιήσαμε εξ αποστάσεως και δια ζώσης 6μηνο πρόγραμμα επιμόρφωσης των ελληνοδιδασκάλων για την γνώση και εφαρμογή των σύγχρονων μεθόδων εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας. Πραγματοποιήθηκαν επίσης δύο διδυμοποιήσεις σχολείων και το Παν Δυτ. Μακεδονίας ανέλαβε ρόλο στην ανασυγκρότηση των προγραμμάτων σπουδών και στην αύξηση των προγραμμάτων εράσμιους.
Το Τμήμα αναδείχτηκε πρώτο στο Πανεπιστήμιο όσον αφορά τη συμμετοχή σε προγράμματα εράσμους και αποτέλεσε βασικό παράγοντα στην πρώτη διαπίστευση του Πανεπιστημίου.
Ως πρόεδρος της επιτροπής, ανέλαβα και διεκπεραίωσα με απόλυτη επιτυχία το πρώτο για το Πανεπιστήμιο Αργυροκάστρου διεθνές συνέδριο (8ο Διεθνές Συνέδριο Νεοελληνικών Διαλέκτων και Γλωσσολογικής Θεωρίας (αφιερωμένο στην ελληνική γλώσσα στην Αλβανία) MGDLT8, Οκτώβρη 2018.
Ακολούθησαν οι εκδηλώσεις για τα 25 χρονα του Τμήματος και τίμησαν με την παρουσία τους οι γνωστές Ελληνίδες τραγουδίστριες, οι αδερφές Βουγιουκλή (Έλαμψαν δια της απουσίας τους οι διπλωματικές αρχές της Ελλάδας στην Αλβανία!)
Υπό τη δική μου αιγίδα, το Τμήμα ανέλαβε την οργάνωση για πρώτη φορά (και τρεις φορές στη συνέχεια) της διεθνούς ημέρας της Ελληνικής γλώσσας, οπως και ωραίες πολιτιστικές εκδηλώσεις σαν αυτή για την Κατίνα Παπά.
Έγινε παράδοση στο Τμήμα ώστε κάθε χρόνο να πραγματοποιείται ένα εκπαιδευτικό και πολιτιστικό ταξίδι. Ένα τέτοιο έγινε στην Ελληνική Βουλή και ένα δεύτερο στο Βελιγράδι.
Όταν επέστρεψα στο Τμήμα, εκείνο υπολειτουργούσε. Λειτουργούσε μόνο το τριετές πρόγραμμα Bachelor με ελάχιστους φοιτητές.
Από το Σεπτέμβριο μετά την επιστροφή μου, καταφέραμε και αυξήσαμε τον αριθμό των φοιτητών και λειτουργήσαμε το πρόγραμμα Μάστερ. Ταυτόχρονα ανασυγκρότησα το πρόγραμμα με το σκεπτικό οι πτυχιούχοι του να αναλαμβάνουν τη διδασκαλία όλων των μαθημάτων στη μητρική γλώσσα στο γυμνάσιο. Με δική μου πρόταση και με το ίδιο σκεπτικό, δλδ, την ανάγκη για κάλυψη με ειδικευμένους ελληνοδισκάλους όλων των μαθημάτων στη μητρική γλώσσα και στο δημοτικό, εγκρίναμε και δεύτερο πρόγραμμα Μαστερ.
Με πολύ δυσκολία και δουλειά, καταφέραμε να αυξήσουμε τον αριθμό φοιτητών στο Τμήμα και να λειτουργήσουμε τα τρία προγράμματα.
Σημαντικό κίνητρο αποτέλεσε η επαναφορά με νέα κριτήρια της υποτροφίας για τους καλύτερους φοιτητές.
Με την υπογραφή του Τμήματος ήρθε στη δημοσιότητα ένα τρίτο ντοκιμαντέρ. Φέρει τίτλο «Ο τόπος μας και η επανάσταση του 1821» (Δείτε εδώ)
Είναι έτοιμο προς έκδοση το δεύτερο και αξιόλογο λεύκωμα για τις παραδοσιακές φορεσιές της Δρόπολης και Πωγωνίου.
Ιδιαίτερου υψηλού επιπέδου ήταν η βραδιά αφιερωμένη στα 200 χρόνια ελληνικής ποίησης τον Μάιο του 2022 (Δείτε εδώ)
Ταυτόχρονα, συνέχισα το συγγραφικό μου και ακαδημαϊκό έργο. (Δείτε εδώ)